Σαββατοκύριακο με Τσέχοφ και Ιονέσκο

Οι πρεμιέρες του «Θείου Βάνια» στο Εθνικό και του «Ο βασιλιάς πεθαίνει» στο Θέατρο Τέχνης φέρνουν ξανά στο προσκήνιο δύο κλασικά έργα που μιλούν, το καθένα με διαφορετικό τρόπο, για τη ζωή και τον θάνατο

ΑΣΤΕΡΟΠΗ ΛΑΖΑΡΙΔΟΥ | ΤΟ ΒΗΜΑ, Τρίτη 22 Δεκεμβρίου 2009

O απόλυτος εφιάλτης: να είσαι κάπου και να μην μπορείς να φύγεις. Να υπάρχουν πόρτα και παράθυρα, αλλά εσύ να νιώθεις ότι δεν σου φτάνει ο αέρας. Ούτε το φως. Κάπως έτσι νιώθουν, και θα νιώθουν για πάντα, μιας και έχουν δημιουργηθεί από δύο αριστουργηματικές πένες, τόσο ο «Θείος Βάνιας» του Τσέχοφ όσο και ο βασιλιάς Μπερανζέ στο «Ο βασιλιάς πεθαίνει» του Ιονέσκο.

Κανείς δεν έμοιαζε να λείπει από τη λαμπερή επίσημη πρεμιέρα του πρώτου το περασμένο Σάββατο, με τον καλλιτεχνικό διευθυντή του Εθνικού Γιάννη Χουβαρδά να υποδέχεται τους καλεσμένους του και με την ιδιότητα του σκηνοθέτη στο ανακαινισμένο κτίριο Τσίλερ.

Οσο για την πρεμιέρα του Θεάτρου Τέχνης, η Μάνια Παπαδημητρίου κατάφερε να σκηνοθετήσει μια απολαυστική παρτίδα σκάκι καταλήγοντας σε ένα ακόμη πιο απολαυστικό «ρουά ματ». Ο βασιλιάς πέθανε. Ζήτω ο βασιλιάς!

Φαινομενικά διαφορετικά μεταξύ τους, τα δύο έργα κρύβουν στο μεδούλι τους πολλές ομοιότητες, με σημαντικότερη όλων την αντίστροφη μέτρηση του θανάτου. Αν η ζωή ήταν δώρο για τον Θείο Βάνια (Νίκος Χατζόπουλος), εκείνος θα έψαχνε επίμονα για την κάρτα αλλαγής: «Θεέ μου, πώς θα ζήσω ακόμη άλλα τόσα χρόνια; τι θα κάνω; πώς θα τα γεμίσω;» αναφωνεί απελπισμένος.

Τοποθετημένοι στο σήμερα, οι ήρωες του έργου παραπέμπουν σε τρόφιμους γηροκομείου ή ψυχιατρείου, μέσα στο οποίο κάθε ακραία αντίδραση μοιάζει πέρα ως πέρα φυσιολογική. Η ατμόσφαιρα της παράστασης, καλοβαλμένη μέσα στο περίτεχνα αποστειρωμένο σκηνικό του Χέρμπερτ Μουράουερ, θυμίζει την ταινία του Ντενίς Αρκάν «Η επέλαση των βαρβάρων»: εννέα διαφορετικοί άνθρωποι έχουν ως μοναδικό κοινό στοιχείο τη συνειδητοποίηση του πόσο κωμικοτραγική είναι η ζωή και δεν διστάζουν να το αποδείξουν. Σε ανύποπτο χρόνο, σηκώνονται από τη σιγουριά της θέσης τους και χορεύουν τσα τσα σε άψογο συγχρονισμό, τραγουδούν Νταλιντά και Πιαφ, ενώ το «τσάι και συμπάθεια» αποκτά περισσότερο ενδιαφέρον όταν στο παιχνίδι μπαίνει η ρωσική βότκα. Συγκινητικός ο Γιάννης Βογιατζής, τόσο στο παίξιμό του όσο και στην υπόκλιση.

Ο ήρωας του Ιονέσκο, ο βασιλιάς Μπερανζέ (Γεράσιμος Γεννατάς ), θα πουλούσε την ψυχή του στον Διάβολο ή θα εξαγόραζε εκείνη του θείου Βάνια προκειμένου να ζήσει λίγο ακόμη: «Μάνα, γιατί με γέννησες αφού δεν ήτανε για πάντα; / Θεέ μου, πάρε τους άλλους και άσε με μόνο μου. Μπορώ να συμφιλιωθώ με την ιδέα της μοναξιάς. Προτιμώ να μου λείπουν οι φίλοι μου, παρά να λείπω εγώ σ΄ αυτούς». Ε ξαιρετικός ο Γεννατάς ως παροπλισμένος βασιλιάς στο τελευταίο μαύρο τετράγωνο που του αναλογεί, μη μπορώντας να κάνει ούτε πίσω ούτε μπροστά. Ανάμεσα στη λευκή (Λένα Παπαληγούρα) και στη μαύρη βασίλισσα (Σοφιάννα Θεοφάνους), νιώθει σαν αξιολύπητο πιόνι. Με τον Τρελό γιατρό (Ανδρέας Μαυραγάνης) να λοξοδρομεί και να ορίζει ακριβή ώρα θανάτου και τον Στρατιώτη (Θοδωρής Αντωνιάδης) να βάζει με απολαυστικό τρόπο τα σημεία στίξης ανάμεσα σε όλο αυτό το θέατρο του παραλόγου, που ώρες ώρες μοιάζει ανησυχητικά λογικό.

«Οταν πεθάνεις θα ξεκουραστείς, θα γαληνέψεις, θα πας εκεί απ΄ όπου ήρθες… θα γυρίσεις στην πατρίδα…» τον παρηγορεί η πάλλευκη Μαρί, ως άλλη Σόνια (Αλκηστις Πουλοπούλου) που νανουρίζει με αντίστοιχα λόγια τους εφιάλτες του Θείου Βάνια. «Προτιμώ να μείνω εξόριστος» είναι η αποστομωτική απάντηση του Μπερανζέ. Και σαν τον πιο ματαιόδοξο ηθοποιό, αρνείται να συμφιλιωθεί με το κλείσιμο της αυλαίας. Οσο εκκωφαντικό και αν είναι το χειροκρότημα.

  • Κτίριο Τσίλερ, Αγ. Κωνσταντίνου 22-24, τηλ. 210 3305.074/ Θέατρο Τέχνης Κάρολος Κουν, Φρυνίχου 14, Πλάκα, τηλ. 210 3222.464.

Post a comment or leave a trackback: Trackback URL.

Σχολιάστε