Category Archives: Θεατρική κολεκτίβα tg STAN

Οι Φλαμανδοί διαβάζουν τραγωδία

Πολύ φιλόδοξο έμοιαζε αρχικά το εγχείρημα του φλαμανδικού σχήματος ηθοποιών με το περίεργο όνομα tg STAN, να παρουσιάσει τις δύο «Αντιγόνες» του Κοκτό (1922) και του Ανούιγ (1944) σε μία ενιαία παράσταση.

Και μάλιστα με τους δικούς του όρους που προτάσσουν την ερμηνευτική δεινότητα των ηθοποιών και αποτάσσονται την έννοια οποιασδήποτε ψευδαίσθησης. Δυόμισι ώρες συνεχούς αφήγησης και μάλιστα με ένα γνωστότατο σε εμάς μύθο; Ισως να μας έπεφταν βαριές. Η ομάδα όμως, που ερχόταν για πρώτη φορά στην Ελλάδα, είχε τις καλύτερες συστάσεις και το όραμα για ένα θέατρο ενάντια στην τυραννία του σκηνοθέτη ακουγόταν τόσο αγνό που δημιουργούσε προσδοκίες. Εξ ου και τα εισιτήρια των τριών ημερών (στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών) έγιναν ανάρπαστα.

Η αίσθηση που αποκομίζαμε εισερχόμενοι στην αίθουσα ήταν πως πετυχαίναμε τον θίασο σε μία από τις πρώτες φάσεις των προβών, σε αυτήν της ανάγνωσης. Καθώς βρίσκονταν ντυμένοι με απλά καθημερινά ρούχα γύρω από ένα μεγάλο ξύλινο τραπέζι. Κι όμως, η παράστασή τους συμπληρώνει φέτος δέκα χρόνια ζωής.

Το τραπέζι χρησίμευσε ως σκηνή στο πρώτο μέρος που διήρκεσε είκοσι λεπτά και όπου παρουσίασαν την άκαμπτη εκδοχή του Κοκτό, μια απλή μεταγραφή δηλαδή του σοφόκλειου μύθου κοντά στην τραγωδία. Η εκδοχή του Ανούιγ ακολούθησε με μεγαλύτερη δόση εσωτερικότητας, κλείνοντας διαρκώς το μάτι στον μύθο και κάνοντας ξεκάθαρη τη μετάβαση στο δράμα και στην εποχή μετά την ψυχολογία.

Αυτό που τελικά θαυμάσαμε περισσότερο όλων ήταν η απλότητα μιας ανεπιτήδευτης και καλοδουλεμένης γνήσιας κατάθεσης. «Είχα σιχαθεί την Αντιγόνη από τους ελληνικούς θιάσους», ψιθύριζε στην παρέα της λίγο πριν αρχίσει η συζήτηση με τους συντελεστές, που ακολούθησε μετά το τέλος, μια κυρία πίσω μας.

Και ένα από τα πρώτα πράγματα που φρόντισαν να ανιχνεύσουν οι ευφυείς ηθοποιοί ήταν η διάθεσή μας ως γνήσιων απογόνων όλης αυτής της κληρονομιάς. Η απάντηση ήρθε και πάλι από το κοινό, αντικατοπτρίζοντας τη γενικότερη αίσθηση: «Πέρα από Ελληνες ή Δυτικοί, είμαστε άνθρωποι. Και σήμερα συναντηθήκαμε απλά και ανθρώπινα για να θυμηθούμε μια ιστορία που είναι σίγουρο πως θα απασχολεί και για τα επόμενα χίλια χρόνια». Τόσο απλά.

  • ΕΛΕΝΑ ΓΑΛΑΝΟΠΟΥΛΟΥ, Ελευθεροτυπία, Πέμπτη 13 Ιανουαρίου 2011

Οι Αντιγόνες: Η ψυχρή θέαση των πραγμάτων

  • Του ΣΑΒΒΑ ΠΑΤΣΑΛΙΔΗ, Επτά, Παρασκευή 31 Δεκεμβρίου 2010

Σε μια εποχή όπου αμφισβητούνται οι μεγάλες αφηγήσεις, θα περίμενε κανείς πως η πρώτη μεγάλη αφήγηση του δυτικού λογοτεχνικού κανόνα, η αρχαία θεατρική γραμματεία, θα είχε καταποντιστεί.

Δύο σύγχρονες εκδοχές του αρχαίου μύθου, του Κοκτό και του Ανούιγ, έρχονται σε αντιπαράθεση μέσα από την παράσταση των φλαμανδών tg STAN, που θα δούμε στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών του Ιδρύματος Ωνάση.

Δύο σύγχρονες εκδοχές του αρχαίου μύθου, του Κοκτό και του Ανούιγ, έρχονται σε αντιπαράθεση μέσα από την παράσταση των φλαμανδών tg STAN, που θα δούμε στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών του Ιδρύματος Ωνάση. Σίγουρα δεν βρίσκεται στο απυρόβλητο. Ελέγχεται αυστηρά από πολλούς «άλλους» λαούς και «άλλες» ομάδες, που θεωρούν ότι η υπερβολική προβολή της ήταν η αιτία της δικής τους περιθωριοποίησης (ως ενδεικτικό παράδειγμα να θυμίσω την ταραχώδη συζήτηση που προκάλεσαν οι απόψεις του Μπερνάλ στο βιβλίο του «Μαύρη Αθήνα»). Παρ’ όλα αυτά, εξακολουθεί να απολαμβάνει τεράστιας δημοτικότητας που υστερεί μόνον έναντι του μόνιμα πρώτου Σέξπιρ. Μάλιστα, από τότε που την ανακάλυψε η Ευρώπη (την ίδια περίπου περίοδο που ανακάλυψε και την Αμερική) δεν ήταν ποτέ τόσο δημοφιλής όσο τις τελευταίες πέντε περίπου δεκαετίες. Κάτι διόλου τυχαίο, αν αναλογιστεί κανείς τις ριζοσπαστικές αλλαγές που σημειώνονται τα χρόνια αυτά (κίνημα των λουλουδιών, πασιφισμός, ανθρώπινα δικαιώματα, φεμινισμός, αντιαποικιοκρατισμός, εθνοτισμός κ.λπ.), αλλαγές που θα αποτελέσουν βασικά ερεθίσματα για τη στροφή όχι μόνο των Δυτικών αλλά και των Ανατολικών σε κλασικά πρόσωπα, όπως η Εκάβη, η Ιοκάστη, ο Αίαντας, η Κλυταιμνήστρα, η Αντιγόνη, η Ηλέκτρα, η Μήδεια, για να συζητηθούν οι έμφυλες σχέσεις, ο έρωτας, η βία, ο πόλεμος, η οικογένεια, η εγκληματικότητα, η καταπίεση των γυναικών, η πατριαρχία, οι σχέσεις Δύσης και Ισλάμ, ιδεολογίας και φύλου/φυλής, ζητήματα σχετικά με την ίδια την ανθρώπινη ύπαρξη, την ηθική.

Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι σε όλες αυτές τις αναβιώσεις (και διασκευές) της τραγωδίας αντικατοπτρίζονται τα σημαντικότερα ρεύματα της σύγχρονης θεατρικής πρακτικής: από το «Στα μούτρα σου θέατρο» (βλ. «Φαίδρας έρως» της Σάρα Κέιν) μέχρι το θέατρο των εικόνων (βλ. «Αλκηστη» του Ρ. Γουίλσον), το σωματικό θέατρο των χωρών της Κεντρικής Ευρώπης και αυτό που ο Λέμαν ονομάζει «μεταδραματικό θέατρο», δείγματα του οποίου έχουμε δει αρκετά τα τελευταία χρόνια: Φαμπρ, Γούστερ Γκρουπ, Μπρουκ, Βασίλιεφ, Μπάους, Λεπάζ, Σουζούκι, Κομπλισιτέ, Ρίμινι Προτοκόλ, Καστελούτσι, Μπρούερ και, από τους «δικούς μας», Μπλιτζ, Νόβα Μελανκόλια, Βασίστας, Οχι παίζουμε, Θέατρο Σημείο Μηδέν, Κανιγκούντα. Και τώρα (την Παρασκευή και το Σαββατοκύριακο), στην εντυπωσιακή Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών του Ιδρύματος Ωνάση, το φλαμανδικό σχήμα tg STAN με την παραγωγή του «Les Antigones» (πρεμιέρα στην Τουλούζ το 2001), βασισμένη στα κείμενα των Ανουίγ και Κοκτώ.

Ο μύθος της Αντιγόνης, από την πρώτη παράστασή του (442; π.Χ.) μέχρι σήμερα, παραμένει μακράν ο πρώτος σε δημοτικότητα ανάμεσα στις σωζόμενες τραγωδίες. Μόνο στα αγγλικά κυκλοφορεί σε 13 μεταφράσεις. Εγινε «σημαία» του γερμανικού ιδεαλισμού στο έργο του Τικ το 1841. Το 1858 μπήκε στο ρεπερτόριο της Κομεντί Φρανσέζ. Εγινε μυθιστόρημα από τον Μπάρι το 1887, διήγημα από τη Γιουρσενάρ, έμβλημα αγωνιστικού πνεύματος από τον Μπρεχτ, τον Φούγκαρντ, τον Βάιντα και τον Χίνεϊ, σύμβολο ελευθερίας από το Λίβινγκ Θίατερ και τον Στίφεν Ρι, τηλεοπτικό σενάριο από τον Ζαν-Κλοντ ντε Νελ. Διαφορετικές γραφές, όλες ωστόσο με έναν κοινό προβληματισμό: ποιος έχει δίκαιο στη σύγκρουση Αντιγόνης/Κρέοντα;

Η αφήγηση από την αρχή

Ο μοντερνιστής Ζαν Κοκτό, στη δική του σύντομη εκδοχή, μένει αρκετά κοντά στο πρωτότυπο, στο ύφος και στη δομή, σε αντίθεση με τον «βουλεβαρδιέρη» Ανούιγ που δανείζεται τους μηχανισμούς του Μπρεχτ ώστε να ενισχύσει, αφενός, την αυτοσχεδιαστική αύρα των δρωμένων του και, αφετέρου, τη συμπάθεια του θεατή και προς τον Κρέοντα. Ο Κοκτό, μέσα από το ηρωικό στιλ που υιοθετεί, δεν ενδιαφέρεται να προτείνει κάτι πολιτικά επίκαιρο. Αλλά ούτε και ο επίσης αδιάφορος πολιτικά Ανούιγ. Το ότι η δική του, πιο καθημερινή, «Αντιγόνη» συζητήθηκε ήταν, πιστεύω, περισσότερο θέμα συγκυριών. Ας μην ξεχνάμε ότι το Παρίσι βρισκόταν τότε υπό γερμανική κατοχή, οπότε η σύγκρουση Αντιγόνης/Κρέοντα ήταν λογικό να προσκρούσει σε ευήκοα ώτα.

Οσο για το ειδικό ενδιαφέρον με την περφόρμανς των Φλαμανδών, πηγάζει από τον τρόπο που διαχειρίζονται τις μιμητικές δυνατότητες των κειμένων. Στη θέση ηθοποιών ταμπουρωμένων πίσω από το προσωπείο απλών μεταφορέων κάποιων θέσεων ή εξωτερικών φορτίων, ο θεατής παρακολουθεί τώρα άτομα (σαν και μας) να παλεύουν να επενδύσουν στους ρόλους τη δική τους σωματική λογική, τις δικές τους παρορμήσεις και ανασφάλειες. Γι’ αυτούς η σκηνή γίνεται ένα είδος αφετηρίας και αναχώρησης. Στα όρια αυτού του χώρου πιο πολύ νοιάζονται να μεταμορφώσουν τους εαυτούς τους, παρά μια πραγματικότητα που βρίσκεται πέρα από αυτούς. Και το πράττουν με τον πλέον μινιμαλιστικό τρόπο και με τη βοήθεια δύο κειμένων γραμμένων σε μια γλώσσα (στα γαλλικά) που δεν είναι η μητρική τους, με αποτέλεσμα η εκφορά της να αποκτά ιδιαίτερες ηχητικές στρωματώσεις.

Θα μου πείτε, και τι γίνεται με τον θεατή, ο οποίος έχει συνηθίσει να ψυχαγωγείται με ιστορίες που έχουν αρχή, μέση και τέλος, σασπένς, συγκρούσεις, συναισθήματα, αληθοφανή δραματικά πρόσωπα; Πώς μπορεί να διαχειριστεί παραστασιακά γεγονότα που εκπαραθυρώνουν την ψυχολογία, αγνοούν τις κλιμακώσεις και τις κορυφώσεις και γενικά υπονομεύουν την απόλαυση που πηγάζει από την αναγνώριση του σκηνικού κόσμου ως μιας κατά συνθήκη διπλής κατασκευής;

Οπως οι Φλαμανδοί ηθοποιοί αγωνίζονται, υποτίθεται χωρίς διαμεσολαβητές, να ανακαλύψουν ξανά το μύθο διαβάζοντας, ψελλίζοντας ή επαναλαμβάνοντάς τον, έτσι και ο θεατής καλείται να ανακαλύψει ξανά τι σημαίνει «ακούω» μια αφήγηση ή «παρακολουθώ» ένα θέαμα χωρίς περιτύλιγμα. Ενθεν κακείθεν τείνει να επικρατήσει μια «αθώα», σχεδόν «άτεχνη», επαφή με το κείμενο/θέαμα, υπό την έννοια ότι το γεγονός της αφήγησης και της θέασης συμπίπτει με την ανακάλυψη της δυναμικής του νοήματος της περφόρμανς.

Ανάμεσα στο δράμα και το θέατρο

Πού οδηγούν όλα αυτά, τελικά; Μάλλον στην ολοένα και μεγαλύτερη απόσταση ανάμεσα στο θέατρο και το δράμα. Ομως, δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας, μας διαβεβαιώνει ο γνωστός αμερικανός σκηνοθέτης Πίτερ Σέλαρς, ο οποίος, αιτιολογώντας τις δικές του παραναγνώσεις στο σώμα των «Περσών», είχε πει ότι η αρχαία τραγωδία είναι σαν ένα μεγάλο, διατηρητέο σπίτι, στο οποίο ο κάθε ένοικος που μπαίνει αλλάζει και κάποια πράγματα ώστε να νιώθει σαν στο σπίτι του. Αλλάζει κουρτίνες, χρώματα, πόρτες, καναπέδες, και καμιά φορά του αλλάζει και τα φώτα. Δηλαδή, θέτει τα όρια της νέας συγκατοίκησης η οποία, εν προκειμένω, μπορεί να είναι «ψυχρή» (cool), δεν είναι όμως αδιάφορη, καθώς ενεργοποιεί καινούριους τρόπους πολιτικής πρόσληψης του κόσμου. Θα μπορούσε να πει κανείς πως είναι η προσωπική απάντηση των σύγχρονων καλλιτεχνών στο απρόσωπο της τηλεόρασης, του Ιντερνετ και του προκατασκευασμένου ρεαλισμού. *

Επίγονοι του Σοφοκλή και βελγική πρωτοπορία

  • Της ΙΩΑΝΝΑΣ ΚΛΕΦΤΟΓΙΑΝΝΗ
  • Ελευθεροτυπία, Πέμπτη 30 Δεκεμβρίου 2010

Η νεότερη αδελφή τής κορυφαίας χορογράφου Αν Τερέζα Ντε Κέερσμακερ, η ηθοποιός Γιολάντε, θα συστηθεί στο αθηναϊκό κοινό ως Αντιγόνη. Συγκεκριμένα, ως η μία από τις… δύο «Αντιγόνες» των Ζαν Κοκτό και Ζαν Ανούιγ, στη δεκάχρονη πλέον διαλεκτική παράσταση-πρόταση της φλαμανδικής θεατρικής κολεκτίβας tg STAN πάνω στον πασίγνωστο μύθο.

Σκηνή από τις ηθοποιοκεντρικές «Αντιγόνες»

Σκηνή από τις ηθοποιοκεντρικές «Αντιγόνες»

Από τις 7 έως και τις 9 Ιανουαρίου, στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών του Ιδρύματος Ωνάση, οι γαλλόφωνες «Les Antigones» των tg STAN θα επιχειρούν την τολμηρή αντιπαράθεση δράματος και τραγωδίας, μέσα από τις δύο σύγχρονες γαλλικές εκδοχές του σοφόκλειου μύθου.

Οι tg STAN, δημιούργημα τεσσάρων απόφοιτων του Ωδείου της Αμβέρσας, των ηθοποιών Γιολάντε Ντε Κέερσμακερ, Ντάμιαν Ντε Σρίζβερ, Βας Γκράμσερ και Φρανκ Βερκρούζεν, από το ξεκίνημά τους, το 1989, ξερίζωσαν με τη μία κυρίαρχα θεατρικά στερεότυπα. Η «επανάστασή» τους ξεκίνησε με την κατάργηση του σκηνοθέτη. «Μπουχτίσαμε από τους δικτάτορες σκηνοθέτες. Θέλαμε να αυτενεργήσουμε. Αυτό ήταν η αρχή των πάντων», μας εξηγεί η Γιολάντε Ντε Κέερσμακερ. Εχει μόλις επιστρέψει στην Αμβέρσα από μια συνηθισμένη περιοδεία των STAN σε Σεράγεβο, Τορίνο και Λισαβόνα, με διαφορετικές παραστάσεις του πυκνού, βασισμένου σε κλασικά κείμενα ρεπερτορίου τους.

  • Συνυπεύθυνος για όλα

Στις παραστάσεις τους, που ανεβαίνουν σε πολλές γλώσσες μια και ταξιδεύουν σε όλο τον κόσμο οι STAN, επιμένουν να είναι «ηθοποιοκεντρικοί» και «αντιδογματικοί», όπως προδίδει και το συντετμημένο όνομά τους S(top) Τ(hinking) Α(bout) Ν(ames). «Εργαζόμαστε 20 χρόνια. Οι κώδικές μας κατακτήθηκαν με πολλή δουλειά και μέσα από συλλογικές διαδικασίες. Δεν προκαλούμε τα πράγματα. Δεν κινούμαστε με προκατασκευασμένες ιδέες. Συζητούμε ώσπου να ανακαλύψουμε και να καταλήξουμε. Είναι μια πολύ δύσκολη διαδικασία», τονίζουν.

Ο «σπόρος» είχε ριχθεί στο Ωδείο της Αμβέρσας όπου σπούδασαν. «Στη σχολή δεν επικρατούσε μια σχολή ή μια τάση. Διδαχθήκαμε τα πάντα. Από τη μέθοδο Στανισλάφσκι μέχρι τη μέθοδο του Μπρεχτ. Κανείς δεν μας υποχρέωσε να ακολουθήσουμε μια γραμμή. Αντιθέτως, μας ενθάρρυναν να δημιουργήσουμε ελεύθεροι το δικό μας θεατρικό κόσμο», θυμάται η Γιολάντε Ντε Κέερσμακερ.

Απαλλαγμένοι από όλα τα στεγανά, οι τέσσερις STAN είναι αδιαλλείπτως συνυπεύθυνοι για τα πάντα: από την επιλογή κειμένων, τη μετάφραση, τη δραματουργία, μέχρι τον τρόπο ανεβάσματος, τα σκηνικά, τα φώτα, τα κοστούμια. «Ομως, πρωτίστως μας ενδιαφέρει η ηθοποιία», παραδέχεται η Κέερσμακερ. «Η δουλειά μας ξεκινά από το γεγονός ότι είμαστε ηθοποιοί».

Ούτε οι πρόβες τους ακολουθούν την παραδοσιακή οδό: στους δύο μήνες που διαρκούν, έξι βδομάδες βρίσκονται γύρω από ένα τραπέζι. «Μελετάμε κάθε λέξη, κάθε φράση. Εξετάζουμε γιατί λέγεται κάθε τι και τι σημαίνει. Και διαρκώς συζητάμε. Ερχεται κάποια στιγμή που νιώθουμε το σώμα και το μυαλό μας γεμάτο από πληροφορίες για το έργο. Τότε είμαστε έτοιμοι να στήσουμε την παράσταση».

Σε εποχές που η εικόνα και η τεχνολογία έχουν επικρατήσει στο θέατρο, θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν έως και παλιομοδίτες. Το γνωρίζει η Κέερσμακερ. «Ομως, για την tg STAN το θέατρο είναι ο τόπος στον οποίο σε ζωντανό χρόνο το κοινό συναντά τον ηθοποιό», εξηγεί. «Το θέατρο είναι μια μορφή κοινωνικής αληθινής τέχνης. Είναι μια πλευρά που σήμερα, την εποχή των σχέσεων μέσω Facebook, όπου κανείς δεν συναντά ζωντανά κανέναν, ολοένα φθίνει. Οπότε για εμάς το θέατρο είναι ο ύστατος τόπος μιας ζωντανής επαφής».

Αυτή η επαφή επιτυγχάνεται με κορυφαία κείμενα όλων των εποχών και των πολιτισμών. «Η προσπάθειά μας είναι κείμενα 100, 1.000 ή 2.000 χρόνων να έρχονται στο σήμερα. Να γίνονται κομμάτι του δικού μας κόσμου. Είναι πραγματικά εντυπωσιακό πώς ο Ανούιγ, ο Ιψεν ή ο Μπέρνχαρτ είναι αιχμηροί και σήμερα. Πόσο ουσιαστικά μιλάνε για εμάς», υπογραμμίζει η ηθοποιός.

Ποτέ οι tg STAN δεν διανοήθηκαν να διασκευάζουν ή να «πειράξουν» τα κείμενα. «Πράγμα σπάνιο σήμερα στο Βέλγιο, όπου ολοένα και λιγότερο ανεβαίνει κλασικό ρεπερτόριο και οι παραστάσεις δεν βασίζονται πλέον σε έτοιμα έργα. Ομως για εμάς τα κείμενα είναι διαρκής έγνοια», διευκρινίζει η Κέερσμακερ. Τα λόγια της επιβεβαιώνονται στις «Αντιγόνες», που οι tg STAN αποφάσισαν, «για ιστορικούς λόγους», να φέρουν στην Αθήνα, κι ας μην υπάρχει ούτε μισός στίχος του Σοφοκλή. «Η βερσιόν του Κοκτό είναι μια συμπυκνωμένη, καλά δομημένη, σχεδόν μαθηματική καθαρή εκδοχή της τραγωδίας του. Το κείμενο του Ανούιγ είναι η ψυχολογική βερσιόν της σοφόκλειας «Αντιγόνης». Μακροσκελής και επεξηγηματική. Από το συνδυασμό τους επιτυγχάνεται η ανάγλυφη ανάδειξη των διαφορών μεταξύ τραγωδίας και δράματος. Στον Κοκτό δεν γλιτώνεις την τραγωδία! Στον Ανούιγ παρακολουθείς ένα ψυχολογικό δράμα», υποστηρίζει η Κέερσμακερ.

  • Οι δύο αδελφές

Η τελευταία δουλειά των tg STAN με τίτλο «Tangible» είναι η πρώτη στην οποία νερώνουν κάπως το κρασί τους. Συνδυάζουν την καθαρή υποκριτική με το χορό. Η παράσταση μεταφέρει το κοινό στη Μέση Ανατολή, «μια έντονα συγκρουσιακή περιοχή, για την οποία μπορεί να προσθέσει πολλά η τέχνη του χορού», σύμφωνα με τη Γιολάντα Ντε Κέερσμακερ. Εξ ου ηθοποιοί των tg STAN συνέπραξαν με τρεις χορευτές από την ομάδα «Rosas» της Αν Τερέζα Ντε Κέερσμακερ.

Η ηθοποιός έχει άλλωστε ξανασυνεργαστεί με τη διάσημη αδελφή της σε δυο συμπαραγωγές των tg STAN με τους «Rosas». Μπορεί να μην είναι η ίδια χορεύτρια, εντούτοις τόλμησε να χορέψει. Πιστεύει, εξάλλου, ότι «όλοι είμαστε εκ φύσεως χορευτές». *

* 7, 8 και 9 Ιανουαρίου στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών (Λεωφόρος Συγγρού 107-109. Τηλ.: 2130 178000). Ωρα έναρξης: 20.30. Στα γαλλικά με ελληνικούς υπέρτιτλους. Το Σάββατο 8 Ιανουαρίου, στις 11 π.μ., οι STAN θα πραγματοποιήσουν σεμινάριο-εργαστήριο με θέμα: «Θέατρο χωρίς σκηνοθέτη: Πώς δουλεύει μια κολεκτίβα ηθοποιών;»