- «Ισάξιο ρόλο με αυτόν τον Σερ στον «Αμπιγιέρ» δεν έχω ξαναπαίξει» λέει ο Γιώργος Κωνσταντίνου. «Αυτό που έχει σημασία για μένα είναι ότι με εμπιστεύονται ό,τι και να ήταν το παρελθόν μου» εξηγεί, και ονειρεύεται ανάλογο ρεπερτόριο για το μέλλον
Δημοφιλής καλλιτέχνης που η διαδρομή του στο θέατρο -μισό αιώνα τώρα- μοιάζει να μην τον έχει επηρεάσει, ο Γιώργος Κωνσταντίνου «συναντά» τον «σημαντικότερο» ρόλο στη μέχρι τώρα καριέρα του. Μακριά από τα εύπεπτα θεάματα που τον έχουμε συνηθίσει, υποδύεται τον Σερ στον «Αμπιγιέρ» του Ρόναλντ Χάργουντ, σε μια παράσταση ατμοσφαιρική, σκηνοθετημένη με δεξιοτεχνία από τον Νίκο Μαστοράκη. Στο πλευρό του Σερ, πιστός Αμπιγιέρ του, φύλακας-άγγελός του ο Χρήστος Στέργιογλου.
Οι δύο καλλιτέχνες συνεργάζονται για πρώτη φορά, αλλά είναι σαν να γνωρίζονται χρόνια. Αντλούν ασφάλεια από τη σκηνική επαφή τους και τονίζουν ότι μεταξύ τους δεν υπήρχε κανένα «εμπόδιο» διαφορετικών γενεών και σχολών θεάτρου.
- Συνέντευξη στην Αντιγόνη Κάραλη
- Πώς αισθάνεστε από αυτό που σας συμβαίνει καλλιτεχνικά φέτος, κ. Κωνσταντίνου; Είστε χαρούμενος;
Είμαι ευτυχισμένος. Δεν πρόκειται για ρόλο καριέρας, αλλά για ρόλος που ισάξιό του δεν έχω παίξει ποτέ. Δεν το λέω για να τον παινέψω. Δεν ξέρω αν θα παίξω κάτι σημαντικότερο. Πιστεύω ότι αυτό είναι ό,τι πιο σημαντικό. Αλήθεια. Πρόκειται και για ένα προσωπικό στοίχημα. Ενα διαγώνισμα εφ’ όλης της καλλιτεχνικής ύλης, στο οποίο θα πρέπει να καταθέσω ό,τι πιστεύω, νιώθω και αισθάνομαι.
- «Φωτίζετε», μέσω του ήρωα, μια εικόνα του ηθοποιού καθόλου ωραιοποιημένη και ίσως άγνωστη στο πλατύ κοινό…
Παρουσιάζεται μια κακή εκδοχή του ηθοποιού, αλλά πάρα πολύ συνηθισμένη. Εάν δεν εκφράζονται πολλοί ηθοποιοί με αυτόν τον τρόπο – να καβαλήσουν το καλάμι, είναι ίσως γιατί δεν τους παίρνει. Ολο το έργο παίζεται από τη στιγμή που μπαίνει ο Σερ στο καμαρίνι για φορέσει το κοστούμι του Ληρ μέχρι που πέφτει η αυλαία. Μέσα σε δύο ώρες προβάλλεται ολόκληρη η ζωή του και το τέλος του.
- Σε αυτό συνίσταται η πρόκληση του ρόλου; Στη συμπύκνωση χρόνου, καταστάσεων, αισθημάτων;
Ο συγκεκριμένος ρόλος αποτελεί πρόκληση για κάθε ηθοποιό, γιατί ακριβώς αναφέρεται στη ζωή ενός ηθοποιού που βρίσκεται πλέον προς το τέλος του. Στην ουσία είναι ένας άνθρωπος ο οποίος έχει λήξει. Εχει φτάσει στο τέλος. Εχει δώσει ό,τι είχε να δώσει. Δεν έχει να δώσει τίποτα παραπάνω, αν και πιστεύει το αντίθετο, ενώ -όσο και να μη θέλει- βλέπει ότι τον εγκαταλείπουν οι δυνάμεις του…
- Εχετε γνωρίσει ανάλογους ηθοποιούς; Μήπως τους ανακαλέσατε στη μνήμη σας στο να προσεγγίσετε τον ρόλο;
Προσέγγισα τον ρόλο όχι μέσα από ανάλογες εμπειρίες αλλά με τη δική μου σπουδή – και ασφαλώς με τη βοήθεια του Νίκου Μαστοράκη… Στα 50 χρόνια που είμαι στο θέατρο γνώρισα τέτοιους ανθρώπους. Δεν εκφράζονταν με τον τρομερό τρόπο που εκφράζεται ο Σερ, αλλά τους έβλεπα. Και σε ορισμένες στιγμές ήταν σχεδόν οι ίδιοι με τον Σερ, στα ξεσπάσματα, στις φωνές και στο «εγώ είμαι και κανείς άλλος».
- Ενας τέτοιος ρόλος έρχεται σε αντίθεση με την πορεία που έχετε ακολουθήσει μέσα στα χρόνια – με ελάχιστες εξαιρέσεις…
Αυτό που έχει σημασία για μένα είναι ότι με εμπιστεύονται ό,τι και να ήταν το παρελθόν μου – εάν το παρελθόν μου ήταν βαρύ.
- Γιατί θεωρείτε ότι σας εμπιστεύονται;
Για μένα το θέατρο ήταν πάντα θέατρο. Και πάντα έκανα (και κάνω) το καλύτερο. Πιθανόν αυτά που έπαιξα δεν είχαν τις απαιτήσεις και τη χαρά τόσο μεγάλων ρόλων. Ομως, τα υπηρέτησα με απόλυτη τιμιότητα και αλήθεια. Δεν τα έκανα ούτε για να περάσει η ώρα μου, ούτε για να αρπάξω τα λεφτά… Απλώς έτυχε να είναι έτσι. Βέβαια έπαιξα στο «Αρτ», στους «Αθλιους», στο «Τα λέμε», που ήταν παραστάσεις αξιώσεων. Ηξερα -και ξέρω- ότι αυτά τα έργα και αυτοί οι ρόλοι είναι ρόλοι ζωής, αγάπης και ψυχής.
- Ηταν θέμα επιλογών ή συγκυριών η καριέρα σας;
Η αλήθεια είναι ότι δεν υπήρχαν οι ανάλογες προτάσεις. Δεν απέρριψα τα καλά για να τραβήξω έναν δρόμο ό,τι μου κατέβει… Ισως να μη με σκέφτονταν οι σκηνοθέτες και οι παραγωγοί, θεωρώντας με προσανατολισμένο σε κάποιο άλλο είδος θεάτρου. Υπήρξαν, ωστόσο, καλλιτέχνες που με προσέγγισαν, ανεξαρτήτως της πορείας μου, όπως ο Λάκης Λαζόπουλος, ο Σταμάτης Φασουλής, ο Νίκος Μαστοράκης.
- Ξεκινώντας την καριέρα σας αυτήν την πορεία, την επιτυχία, τη διαδρομή είχατε ονειρευτεί;
Δεν κάθισα ποτέ να σκεφτώ ιδιαίτερα πού θα κατέληγα ή τι θα έκανα. Ακολουθούσα τον δρόμο, οπουδήποτε κι αν με έβγαζε, υπηρετώντας πάντοτε με σεβασμό τον οποιοδήποτε ρόλο. Δεν ήμουν ο άνθρωπος με τις τρομερές φιλοδοξίες ή την έπαρση να γίνω «κάτι». Ημουν πιο απλός σε αυτήν την τέχνη και τα πράγματα ήρθαν από μόνα τους. Απλά και καθαρά. Κανείς δεν με βοήθησε. Αυτό είναι ξεκάθαρο. Δεν με έσπρωξε. Δεν μου έδωσε το χέρι να ανέβω και να προσχωρήσω. Αυτό που πέτυχα ήταν ότι ο κόσμος με αποδέχτηκε, με αγάπησε και με καθιέρωσε. Και αυτή είναι η ιστορία μου, αυτό που έχω αφήσει πίσω μου.
- Μετά τον «Αμπιγιέρ», κάνετε σχέδια για ανάλογους ρόλους;
Δεν θα ήθελα να ξαναπαίξω πράγματα που δεν θα προσφέρουν κάτι ούτε σε μένα ούτε στο κοινό. Αυτά, όμως, δεν τα ξέρει κανείς. Το πού θα βρεθεί, ποιες είναι οι ανάγκες, οι καταστάσεις. Δεν μπορούμε να λέμε μεγάλα λόγια. Μακάρι να μπορούμε να παίζουμε σε τέτοια έργα, όπως αυτό.
- Ο Σερ βρίσκεται προς το τέλος της καριέρας του και της ζωής του, αλλά δεν εγκαταλείπει…
Από την άλλη μεριά κρίνει και τον εαυτό του, σε ώρες ειλικρίνειας. «Είμαι ένα χαμένο κορμί», «οι ώρες μου είναι μετρημένες», μονολογεί, νιώθει ότι κάτι δεν πάει καλά. Νιώθει το τέλος του. Και μέχρι το τέλος του, την ώρα που πάει να τελειώσει λέει «θα βρω ταξί να πάω σπίτι μου;». Είναι ένα τραγικό πρόσωπο. Δηλαδή, ένας πάρα πολύ ωραίος ρόλος…
- Ετσι είναι, κ. Κωνσταντίνου; Συμβαίνει να μην αντιλαμβάνονται πολλοί καλλιτέχνες ότι έρχεται το τέλος, η ώρα της αποχώρησης;
Είναι ειδική περίπτωση ο Σερ. Πιστεύει έως το τέλος ότι θα συνεχίζει να παίζει. Αλλαι μεν βουλαί ανθρώπων, άλλα δε Θεός κελεύει. Ωστόσο… λίγοι καλλιτέχνες εγκατέλειψαν μόνοι τους το σανίδι και πήγαν σε γηροκομεία. Οι περισσότεροι νομίζουν ότι μπορούν να παίζουν, να παίζουν και να παίζουν. Και παίζουν. Υπήρξαν και ηθοποιοί που έπαιζαν μέχρι τα ενενήντα τους. Δεν νομίζω ότι εύκολα μπορεί να πει κανείς «παραιτούμαι» και φεύγω. Πιο εύκολα θα παραιτηθείς εάν σε εγκαταλείψει ο κόσμος. Εάν ο κόσμος σου πει: «Ευχαριστούμε πάρα πολύ. Σας είδαμε. Εως εδώ. Φτάνει».
- Εσείς πώς αντιμετωπίζετε το ενδεχόμενο μιας αποχώρησης;
Μακριά από μένα… Αισθάνομαι πάρα πολύ δυνατός. Οχι όπως αυτά που λέει ο Σερ. Αυτό που λέει ο Γιώργος Κωνσταντίνου. Αισθάνομαι πάρα πολύ καλά. Εχω κουράγιο. Και όποιος δει την παράσταση, θα καταλάβει ότι έχω δρόμο μπροστά μου.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΣΤΕΡΓΙΟΓΛΟΥ
«Η ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΕΙΝΑΙ ΣΑΝ ΤΟΝ ΕΡΩΤΑ»
«Κάθε ρόλος που παίζεις είναι «ζωντανός». Και εξαρτάται από τις συνθήκες μέσα στις οποίες θα ζωντανέψει. Οι συγκεκριμένες είναι ιδανικές. Υπήρχε και χώρος και χρόνος για να αναπτυχθούν πράγματα που δεν τα περίμενα όταν διάβαζα το κείμενο», αναφέρει ο Χρήστος Στέργιογλου, ο «Αμπιγιέρ» του έργου. Ο ίδιος πραγματοποιεί μια ερμηνεία πολυεπίπεδη, σε τεντωμένο σχοινί. «Είναι πολύ ακραίες οι καταστάσεις. Η τελευταία σκηνή είναι η αντιμετώπιση της ζωής και του θανάτου. Αυτό πώς να το παίξεις ως ηθοποιός;», σχολιάζει. Αν και πρόκειται για ρόλο που «κρύβει πολλές παγίδες», τον αντιμετώπισε από την «ανθρώπινη πλευρά με οδηγό το κείμενο».
Δεν παραλείπει να σταθεί στη συνεργασία του με τον Γιώργο Κωνσταντίνου, συμπαίκτη του επί σκηνής («με την πρώτη χειραψία είπα «ωραία»… Δεν γίνεται να μη με χαλαρώνει η σιγουριά τού να έχω απέναντί μου αυτόν τον καλλιτέχνη»), αλλά και τον Νίκο Μαστοράκη, τον σκηνοθέτη που του άνοιξε τον δρόμο στον χώρο του θεάτρου πριν από περίπου δέκα χρόνια. «Η συνεργασία μας είναι άριστη. Είναι θέμα εμπιστοσύνης. Και η εμπιστοσύνη φέρνει όλα τα άλλα καλά. Τον σεβασμό, το να συνυπάρχεις με τον άλλο στη σκηνή… Είναι και άλλη μια λέξη πολύ βαριά, αλλά θα την πω: η ταπείνωση. Χωρίς αυτή δεν μπορείς να πας πουθενά. Δεν είσαι εσύ πιο πάνω από το κείμενο, ούτε από τον ρόλο, ούτε από κανέναν δίπλα σου. Είσαι ίδιος με τον άλλο, ασχέτως πορείας. Πρέπει να είσαι μαζί. Οπως τα ζευγάρια…». Χαρακτηρίζει το θέμα της συνεργασίας σαν τον «έρωτα. Το πώς λειτουργούν τα πράγματα όταν ξεκινάς μια δουλειά. Εδώ έγιναν όλα έτσι όπως έπρεπε να γίνουν. Θα πάει καλά ο γάμος. Ταιριάζουμε».
ΝΙΚΟΣ ΜΑΣΤΟΡΑΚΗΣ
«Ενας σπουδαίος ρολίστας»
«Προσπάθησα να κάνω μια εξομολόγηση λατρείας προς το θέατρο», υπογραμμίζει ο σκηνοθέτης της παράστασης Νίκος Μαστοράκης.
«Οπως λέει ο Σαίξπηρ «το φως κρατάει όσο το να ανοίξει μια αυλαία και να κλείσει». Αυτή είναι η ζωή του ηθοποιού πάνω στη σκηνή. Τόσο πολύ σύντομη κι όμως τόσο μαγική. Αυτό προσπάθησα να δώσω στον θεατή». Εξάλλου «το έργο είναι για τον κόσμο του θεάτρου. Κι αυτό έχει ενδιαφέρον για το κοινό».
Το γοητευτικότερο στοιχείο του; «Οτι βλέπει η πλατεία τι γίνεται στα παρασκήνια του θεάτρου. Παρακολουθεί τα τεκταινόμενα εκτός σκηνής. Καμιά φορά κι επί σκηνής». Επίσης οι ρόλοι είναι «δύο τεράστιοι, υπέροχοι και δύσκολοι» και αυτό είναι «ελκυστικό για το κοινό και τους ηθοποιούς».
Για την «ανορθόδοξη» επιλογή του Γιώργου Κωνσταντίνου στον ρόλο του Σερ εξηγεί ο ίδιος: «Τον εκτιμούσα πάντοτε, από την εποχή του ελληνικού κινηματογράφου. Είχα καταλάβει από τότε ότι είναι ένας σπουδαίος ρολίστας. Και δεν διαψεύστηκα. Ούτε ως προς το αποτέλεσμα, ούτε ως προς τη διαδικασία. Αισθάνθηκα ότι είναι ένας άνθρωπος συνομήλικός μου. Και μάλλον πιο νέος και πιο φρέσκος από μένα. Δεν διαφώνησα ποτέ μαζί του, ούτε στο ελάχιστο. Η συνεργασία μας ήταν εκπληκτική. Τα πήγαμε τέλεια. Και μου έκανε τρομερή εντύπωση -κι εξακολουθεί να μου κάνει- το ήθος του, ένα ήθος που δεν το βρίσκεις πια στο θέατρο.
Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ
«Ο Αμπιγιέρ» του Ρόναλντ Χάργουντ. Μετάφραση: Εύα Γεωργουσόπουλου. Σκηνοθεσία: Νίκος Μαστοράκης. Σκηνικά: Εύα Μανιδάκη. Κοστούμια: Παύλος Θανόπουλος. Μουσική: Θοδωρής Οικονόμου. Παίζουν: Γιώργος Κωνσταντίνου, Χρήστος Στέργιογλου, Υβόννη Μαλτέζου, Γιώτα Φέστα, Φώτης Θωμαΐδης, Δημήτρης Λιόλιος, Ερατώ Πίσση. Παραστάσεις: Τετάρτη (λαϊκή) & Σάββατο 18.15, Πέμπτη, Παρασκευή, Σάββατο 21.15, Κυριακή 19.30. Τιμές εισιτηρίων: € 25 – Φοιτητικό € 18 – Λαϊκή € 20.
Το έργο ανεβαίνει στο θέατρο «Κάππα» και παρουσιάζει τη σχέση ενός μεγάλου σε ηλικία σαιξπηρικού πρωταγωνιστή και θιασάρχη, του Σερ, που περιοδεύει με Σαίξπηρ στην αγγλική επαρχία στο τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, με τον Νόρμαν, τον αμπιγιέρ του.
- ΑΝΤΙΓΟΝΗ ΚΑΡΑΛΗ, ΕΘΝΟΣ, 13/12/2009