Category Archives: Διακουμοπούλου Κατερίνα

«Σωματικό θέατρο»: Έννοιες και παρανοήσεις

Της Κατερίνας Διακουμοπούλου*
Ο όρος «σωματικό θέατρο» συχνά εμφανίζεται στο ελληνικό θεατρικό γίγνεσθαι ως εισαγόμενο είδος μεταμοντέρνας έκφρασης. Στην πραγματικότητα μάλλον δεν έχουμε προσδιορίσει τα χαρακτηριστικά αυτού του θεατρικού είδους και τείνουμε να επαναλαμβάνουμε έναν «εύηχο» όρο που απλώς αντιλαμβανόμαστε ότι σχετίζεται με τις παραστατικές τέχνες.
Η σύγχυση οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι οι θίασοι που έχουν υιοθετήσει το «σωματικό θέατρο» πολύ συχνά δεν έχουν κοινά χαρακτηριστικά μεταξύ τους, αλλά και κάποιοι δεν διαφέρουν από τις θεατρικές ομάδες που δεν φέρουν τον τίτλο «σωματικό θέατρο». Εξετάζοντας τις ομάδες του physical theater των ΗΠΑ και της Αγγλίας, των χωρών όπου συστηματοποιήθηκε το είδος, θα μπορούσαμε να ορίσουμε ως σωματικό θέατρο κάθε παράσταση που το κύριο εκφραστικό της μέσο είναι η κίνηση του ανθρώπινου σώματος, πλαισιωμένη από μουσική και περιορισμένη «λεκτική συνεισφορά».

Αυτομάτως, η περιγραφή αυτή σαφώς περιλαμβάνει δεκάδες παραδόσεις του παγκοσμίου θεάτρου: το θέατρο της σκληρότητας του Αρτώ, την αποστασιοποίηση του Μπρεχτ, το βιο-μηχανικό ηθοποιό του Μέγιερχολντ, την παρισινή μιμική του Jean-Louis Barrault, τη σωματική παντομίμα, τα ακροβατικά, την Commedia dell’arte, το ιαπωνικό θέατρο Νο αλλά και τεχνικές των Στανισλάβσκι, Γκροτόφσκι, ακόμα και του Πήτερ Μπρουκ. Συνέχεια

Ο θρίαμβος του Μαριβώ…

  • Της Κατερίνας Διακουμοπούλου*
  • Η ΑΥΓΗ: 18/02/2011

Ο Pierre de Carlet Chamblain de Marivaux (1688-1763), δηλαδή ο Μαριβώ, θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους Γάλλους θεατρικούς συγγραφείς του 18ου αιώνα, έχοντας γράψει πολλές κωμωδίες για την Comedie Francaise και την Comedie Ιtalienne του Παρισιού. Τα πιο σημαντικά και γνωστά έργα του είναι: Le Triomphe de l’amour, Le Jeu de l’amour et du hasard και Les Fausses confidences. Δημοσίευσε, επίσης, μια σειρά δοκιμίων και δύο σημαντικά αλλά ημιτελή μυθιστορήματα.

Ο πατέρας του ήταν χρηματιστής και ανέθρεψε την οικογένειά του στη Limoges και Riom, της επαρχίας Auvergne, όπου διηύθυνε το νομισματοκοπείο.

Ο Marivaux λέγεται ότι έγραψε το πρώτο του έργο, το Pere prudent et equitable, όταν ήταν μόλις δεκαοκτώ ετών, αλλά δεν δημοσιεύτηκε μέχρι το 1712, όταν ήταν πια είκοσι τεσσάρων. Το 1717 άρχισε να αρθρογραφεί στη διάσημη εφημερίδα Mercure, όπου άρχισε να διαφαίνεται η λογοτεχνική του δεξιότητα και να διαμορφώνεται η «marivaudage», το περίφημο χαρακτηριστικό ερωτικό ύφος του δημιουργού.

Ο Marivaux φημιζόταν ως πνευματώδης συνομιλητής, εγκάρδιος, σοβαρός και παράλληλα ευαίσθητος άντρας. Συνήθιζε να επικρίνει την ανερχόμενη φιλοσοφία και λόγω αυτής του της στάσης ο Βολταίρος έγινε πολέμιός του. Ωστόσο είχε και αγαπημένους φίλους, όπως οι: Helvetius, Claudine Guerin de Tencin, Bernard le Bovier de Fontenelle, ακόμη και την Madame de Pompadour, η οποία λέγεται ότι του είχε παραχωρήσει παρανόμως σύνταξη.

Οι αρχές του 1720 ήταν πολύ σημαντική περίοδος για τον Marivaux διότι έγραψε τα πρώτα του έργα (L’Amour et la Verite, Arlequin par l’amour, Annibal), παντρεύτηκε, χρεωκόπησε και -σχεδόν αναγκαστικά- η συγγραφή στρατολογήθηκε στον αγώνα του βιοπορισμού.

Ο Marivaux άρχισε να συνεργάζεται τόσο με την Comedie Francaise, όσο και με την Comedie Ιtalienne. Παράλληλα, δημιούργησε και διατήρησε για δύο χρόνια μια εβδομαδιαία εφημερίδα, την Spectateur Francais, στην οποία ήταν ο… μοναδικός συνεργάτης.

Για σχεδόν είκοσι χρόνια κυριάρχησε στο θέατρο, ειδικά στην Comedie Ιtalienne, όπου τα έργα του παίζονταν συστηματικά. Ο δραματουργός έγραψε μεταξύ 30 και 40 θεατρικά έργα και κατά διαστήματα επέστρεφε στη δημοσιογραφία και τη μυθιστοριογραφία. Ο Marivaux εξελέγη μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας το 1742 και πέθανε το 1763, σε ηλικία εβδομήντα πέντε ετών, μόλις 25 χρόνια πριν από το ξέσπασμα την Γαλλικής Επανάστασης.

Άραγε θα συμμετείχε στο κοσμογονικό γεγονός του 18ου αιώνα ή θα έγραφε απομονωμένος έργα για τον έρωτα και την απιστία; Όπως επισημαίνει και ο Bernard Dort, οι ήρωες του Μαριβώ αναζητούν μόνιμα τον έρωτα και την αλήθεια.  Όμως η αναζήτησή τους περνά πάντα από την οδό της προδοσίας και του ψέματος.  Πώς να διακρίνουμε, λοιπόν, ψέμα από αλήθεια και έρωτα από προδοσία;  Ακόμη και τα ίδια τα πρόσωπα χάνονται μέσα σ’ αυτόν τον λαβύρινθο. Κι απ’ αυτήν ακριβώς την παραπλάνησή τους, αντλούν τη μέγιστη ηδονή.  Είναι μεν κακόπιστοι, αλλά απόλυτα αθώοι…

* Τον Θρίαμβο του έρωτα παρουσιάζει η ομάδα Τheater-ψιθεα στο θέατρο Χυτήριο, σε μια παράσταση που επιχειρεί να δώσει έμφαση στα ειδικά χαρακτηριστικά της γραφής του Μαριβώ, δηλαδή στις δομές και τις φόρμες του κωμικού διαλόγου, στον ρυθμό του κειμένου, στη διαχείριση των παρεξηγήσεων και στις σχέσεις μεταξύ των ηρώων. Η σκηνοθεσία είναι του Μιχάλη Χατζηνικολιδάκη και παίρνουν μέρος οι ηθοποιοί  Ναζίκ Αϊδινιάν, Ελεάννα Αποστολάκη, Τάσος Δαρδαγάνης, Δήμητρα Μητροπούλου, Ιωάννα Πιατά, Ανδρομάχη Σπανέλλη.

* Η Κ. Διακουμοπούλου είναι θεατρολόγος

Στο κλειστοφοβικό σπίτι της εξουσίας

Η ΑΥΓΗ: 21/01/2011

Της Κατερίνας Διακουμοπούλου*

Στις 19 Ιουνίου 1936 ολοκληρώθηκε το τελευταίο έργο της τριλογίας του «Γάμου», το Σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα του Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα. Η πρώτη ανάγνωση πραγματοποιήθηκε λίγες ημέρες αργότερα στη Μαδρίτη, στο σπίτι του γιατρού Eusebio Oliver, ενώπιον φίλων, μεταξύ των οποίων οι Damaso Alonso, Jorge Guillen κ.ά. Την ίδια περίοδο στη Μαδρίτη ο Λόρκα διάβασε τη διακήρυξη των Ισπανών συγγραφέων εναντίον του φασισμού, κατά τη διάρκεια τιμητικής εκδήλωσης για τον ποιητή Ραφαέλ Αλμπέρτι, και στις 16 Ιουλίου αναχώρησε για τη Γρανάδα.

Την επόμενη μέρα ξεσπά το πραξικόπημα του Φράνκο και τρεις μέρες αργότερα οι φαλαγγίτες καταλαμβάνουν τη Γρανάδα. Η πρεμιέρα της Μπερνάρντα Άλμπα, η οποία είχε οριστεί να δοθεί τον Οκτώβριο του 1936 στο θέατρο Espanol, ακυρώθηκε. Ο ποιητής δολοφονήθηκε στις 19 Αυγούστου στην περιοχή της Γρανάδας, σε ηλικία μόλις 38 ετών, και ο τάφος του δεν βρέθηκε ποτέ. Θύμα του φασισμού λόγω της φιλελεύθερης και αντιφασιστικής του σκέψης, αλλά, σύμφωνα με νεότερους μελετητές, και θύμα της σεξουαλικής του ετερότητας. Στις 8 Μαρτίου του 1945, εννιά ολόκληρα χρόνια μετά τον φόνο, το κύκνειο άσμα του Λόρκα παρουσιάστηκε στο θέατρο Avenida στο Buenos Aires.

Στην Ελλάδα πρωτοπαίχθηκε το 1954, στο «Θέατρο Κοτοπούλη», με την ιστορική μετάφραση του Ν. Γκάτσου και σε σκηνοθεσία του Α. Μινωτή. Τον ομώνυμο ρόλο ενσάρκωσε αμίμητα η Κατίνα Παξινού. Η ίδια συγκλονιστική παράσταση επαναλήφθηκε το 1962 στο Εθνικό Θέατρο. Στη Θεσσαλονίκη το έργο ανέβηκε στη «Θυμέλη» τον Οκτώβριο του 1963, σε μετάφραση και σκηνοθεσία του Π. Κατσέλη, και τον κεντρικό ρόλο ερμήνευσε η Αλέκα Κατσέλη.

Στο έργο περιγράφονται τα γεγονότα κατά την περίοδο πένθους σε ένα ανδαλουσιανό σπίτι. Η εξηντάχρονη χήρα Μπερνάρντα Άλμπα και οι τέσσερις κόρες της πενθούν τον θάνατο του πατέρα, του δεύτερου άντρα που θάβει η Μπερνάρντα. Μετά την κηδεία και τους εθιμοτυπικούς θρήνους η μάνα αποφασίζει το σπίτι να παραμείνει ερμητικά κλειστό. Δεν εμφανίζεται κανένας ανδρικός χαρακτήρας, ενώ στην πραγματικότητα ένας «άφαντος» θα ορίσει τη μοίρα και την τύχη του σπιτιού-φυλακή: ο Πέπε Ρομάνο, ο αρραβωνιαστικός της Αγκούστιας, της μεγάλης κόρης από τον πρώτο γάμο.

Ο Πέπε είναι το αντικείμενο του πόθου και η πέτρα του σκανδάλου για τις κόρες, είναι ο άνθρωπος που θα μετατρέψει το σπίτι της Μπερνάρντα σε τάφο ζωντανών. Η μεγάλη αδελφή διαθέτει περιουσία από τον πατέρα της, ενώ η μικρότερη διαθέτει ομορφιά. Ο Πέπε συναντιέται κρυφά τις νύχτες με τη νεαρή Αδέλα. Σύντομα όμως έρχεται η αποκάλυψη και η μάνα αποφασίζει να αποκαταστήσει την τάξη. Η Μπερνάρντα πυροβολεί τον Πέπε, ο οποίος όμως διαφεύγει αβλαβής, ενώ η Αδέλα, ούσα έγκυος, θεωρεί ότι ο αγαπημένος της έχει πεθάνει και αυτοκτονεί.

Η μάνα όμως είναι αποφασισμένη να μην ξεσπάσει κανένα σκάνδαλο και δίνει εκ νέου τις διαταγές της: «Η θυγατέρα μου πέθανε παρθένα. Φθάνουν πια τα κλάματα, σιωπή, είπα, σιωπή».

Η τυραννική Μπερνάρντα είναι σαν να προμηνύει τη φύση του καθεστώτος του Φράνκο. Στο έργο προβάλλονται κύρια ζητήματα, όπως η καταπίεση των γυναικών, το πάθος, ο συμβιβασμός, η συντηρητική κοινωνία που εμμένει σε θέματα κοινωνικής τάξης, παρθενίας, θρησκείας κ.ά.

Η Μπερνάρντα είναι η ενσάρκωση του απολυταρχισμού. Η εξουσία της, η οποία επιβάλλεται με αυταρχικό, σκληρό και άδικο τρόπο, συμβολίζεται με το μπαστούνι της. Απαιτεί τον σεβασμό και την υποταγή όλων. Θεωρεί τον εαυτό της θεματοφύλακα των εθιμικών τύπων και των απαγορευτικών προλήψεων, ενώ καταλήγει να περιφρονεί την ανθρώπινη φύση. Η μικρή Αδέλα επαναστατεί ενάντια στην τυραννία της μητέρας της και η διεκδίκηση της ελευθερίας πληρώνεται με το βαρύτερο τίμημα, την ίδια της τη ζωή.

ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΗΣ ΜΠΕΡΝΑΡΝΤΑ ΑΛΜΠΑ του Φ. Γκ. Λόρκα. Μετάφραση: Έφη Γιαννοπούλου. Σκηνοθεσία: Στάθης Λιβαθινός. Ερμηνεύουν: Μπέττυ Αρβανίτη, Αννέζα Παπαδοπούλου, Σμαράγδα Σμυρναίου, Γωγώ Μπρέμπου, Τζίνη Παπαδοπούλου, Κόρα Καρβούνη, Εκάβη Ντούμα, Λουκία Μιχαλοπούλου. Σκηνικά – κοστούμια: Ελένη Μανωλοπούλου. Μουσική: Τηλέμαχος Μούσας

ΘΕΑΤΡΟ ΤΗΣ ΟΔΟΥ ΚΕΦΑΛΛΗΝΙΑΣ.

* Η Κ. Διακουμοπούλου είναι θεατρολόγος

Άγαμοι Θύται στον «Ζυγό»: Στοχεύοντας το κοινό: Αλλιώς δεν γίνεται…

  • ΤΗΣ ΚΑΤΕΡΙΝΑΣ ΔΙΑΚΟΥΜΟΠΟΥΛΟΥ, Η ΑΥΓΗ: 14/01/2011

Έχω αναφέρει και στο παρελθόν ότι οι εκπρόσωποι της σάτιρας στην Ελλάδα διακωμωδούν πολιτικούς αποφεύγοντας να επισημάνουν την τεράστια ευθύνη του λαού-κοινού, που γελά αχαλίνωτα με τον επιδερμικό εξευτελισμό των εκλεγμένων. Όλα αυτά σε μία εποχή που ο κωμικός «διασυρμός» δεν έχει πραγματική δύναμη, αφού σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί ή και να ερμηνευθεί η σάτιρα ως στρατευμένη τέχνη.

Και εδώ αξίζει να υπενθυμίσουμε ότι η μοναδική επίπτωση της σάτιρας σήμερα στον διακωμωδούμενο είναι να αποκτήσει δημοσιότητα, ενώ κατά τον 5ο αι. π.Χ. η κωμωδία, ούσα στρατευμένη, επιδίωκε τη χειραγώγηση της κοινής γνώμης, με έμμεση συνέπεια ο εκτιθέμενος να εξοριστεί ή και να εκτελεστεί. Άλλωστε ορισμένοι μελετητές, μάλλον άδικα, συσχετίζουν την εκτέλεση του Σωκράτη με τον διασυρμό του από τον Αριστοφάνη.

Επιστρέφοντας όμως στη σύγχρονη πραγματικότητα, διαφαίνεται η σάτιρα, κυρίως η τηλεοπτική, να αποσκοπεί στην ψυχαγωγία και σε μια δήθεν σιωπηλή «συνωμοσία του καναπέ», όπου κοινό και παρουσιαστής δηλώνουν «συνειδητοποιημένοι» και από κοινού καταριούνται τους γνωστούς και άγνωστους, αλλά πάντα έτερους, υπαίτιους της κακής τους τύχης.

Ωστόσο ποιος εκπρόσωπος του είδους τόλμησε να καταδείξει τους συνυπεύθυνους, όλους εμάς που βρισκόμαστε σε μία κατάσταση διαρκούς ύπνωσης; Έως τώρα φερόμασταν σαν να μας φταίνε οι άλλοι, σαν να ήμασταν αμέτοχοι, συνηθίσαμε, και τώρα φερόμαστε σαν οι επιπτώσεις να πλήττουν πάλι κάποιον άλλον.

Την ανατροπή της σχέσης αυτής επιδιώκουν με τη φετινή τους εμφάνιση οι Άγαμοι Θύται, οι οποίοι έχουν αποδείξει στα είκοσι χρόνια της ύπαρξής τους ότι εκτίθενται όντες ουσιαστικοί. Τις δύο δεκαετίες που πέρασαν η καλλιτεχνική ομάδα έγινε σχολή, με τα ιστορικά μέλη να υποδέχονται κάθε σεζόν νέους καλλιτέχνες, μουσικούς, τραγουδιστές, ηθοποιούς και να τους μυούν σε ένα πρωτόγνωρο καλλιτεχνικό πνεύμα ομαδικότητας.

Στην παράσταση των Άγαμων Θυτών με τον τίτλο Αλλιώς δεν γίνεται ο Ιεροκλής Μιχαηλίδης, στο σκετς «Κουρείον: Η ειλικρίνεια» (παίζουν: Χρύσανθος Καγιάς πελάτης, Ι. Μιχαηλίδης κουρέας, σε κείμενο του ίδιου), τόλμησε να καταγγείλει τους εκατοντάδες εμβρόντητους θεατές της παράστασης και ήταν η πρώτη φορά που άκουσα έναν καλλιτέχνη επιτέλους να μιλά «ειλικρινά» στους «χαϊδεμένους» θεατές, φανερώνοντας την ανάγκη του δημιουργού να αναπτύσσει αληθινή σχέση με το κοινό. Ωστόσο μια αμηχανία απλώθηκε στον «Ζυγό», που γρήγορα ξεχάστηκε από τα αυθόρμητα γέλια… Όλα τα κείμενα της παράστασης σέβονται τον θεατή: διεισδυτικά, έξυπνα, υπαινικτικά, ξεκαρδιστικά, εναλλάσσονται με τις εξαιρετικές μουσικές, πρωτότυπες και διασκευές. Τα δώδεκα σύντομα αυτοτελή θεατρικά κείμενα θα μπορούσαν να θεωρηθούν και ως σπονδυλωτό θεατρικό έργο, που θεματολογικά πραγματεύεται την ελληνική πραγματικότητα και την περιβόητη κρίση, ιδωμένη από την πλευρά διαφορετικών ανθρώπων (ο κουρέας, ο αγρότης, ο άστεγος, ο ερωτευμένος φοιτητής, η γιαγιά, οι τραγουδιστές κ.ά.).

Σημασία ωστόσο στην τέχνη έχει η πρόσληψη, η απήχηση του καλλιτεχνικού εγχειρήματος στο κοινό… Και η αλήθεια είναι ότι το προηγούμενο Σάββατο, μετά τη λήξη της παράστασης, ο ενθουσιασμός αλλά και η πολυπόθητη αισιοδοξία ξεχείλιζαν… Αύριο Σάββατο δίνεται η τελευταία παράσταση.

  • ΑΛΛΙΩΣ ΔΕΝ ΓΙΝΕΤΑΙ. Σκηνοθεσία: Ιεροκλής Μιχαηλίδης, Κείμενα: Ι. Μιχαηλίδης, Γιώργος Κλήμεντος, Χρήστος Τολιάδης, Ταξιάρχης Χάνος. Χορογραφίες: Μπέσυ Μάλφα, Ελευθερία Κόμη. Μουσική επιμέλεια: Νίκος Στεφανίδης, V. Gatz.

* Η Κ. Διακουμοπούλου είναι θεατρολόγος

«Κεκλεισμένων των θυρών»: Ένα θεατρικό φιλοσοφικό δοκίμιο

Η ΑΥΓΗ: 26/11/2010

ΤΗΣ ΚΑΤΕΡΙΝΑΣ ΔΙΑΚΟΥΜΟΠΟΥΛΟΥ

Πώς θα ήταν να βρισκόμασταν έγκλειστοι σε ένα δωμάτιο δίχως παράθυρα; Το φως να μην έσβηνε ποτέ και τα μάτια μας να έμεναν για πάντα ορθάνοιχτα; Αυτή η υπόθεση περιγράφει την αλληγορία του θανάτου, της Κόλασης, έτσι όπως τη βιώνουν τα τρία δραματικά πρόσωπα του Ζαν-Πωλ Σαρτρ στο Κεκλεισμένων των θυρών. Ο θαλαμηπόλος συνοδεύει έναν-έναν τους ήρωες στο «δωμάτιο της κρίσης» και η πόρτα ορθώνεται ερμητικά κλειστή πίσω τους. Ο Γκαρσέν είναι δημοσιογράφος και διανοούμενος, η Ινές ομοφυλόφιλη ταχυδρομική υπάλληλος και η Εστέλ μια όμορφη μεγαλοαστή. Η Κόλαση δεν είναι σκοτεινή, αλλά ανελέητα φωτεινή και η μαρτυρική τιμωρία δεν σχετίζεται με πυρακτωμένα όργανα βασανιστηρίων αλλά με τη βασανιστική συνύπαρξη των τριών εγκλείστων εις το διηνεκές. Οι μύχιες σκέψεις και οι ανομολόγητες πράξεις αποκαλύπτονται και οι τρεις νεκροί, ταπεινωμένοι και εξευτελισμένοι, θα συνυπάρξουν στο «κολασμένο» σαλόνι με τρεις καναπέδες, δίχως καθρέφτες, δίχως παράθυρα, δίχως βιβλία, δίχως σκοτάδι, δίχως ύπνο…

Οι τρεις μετά θάνατον συγκάτοικοι του «θεατρικού δοκιμίου», έπειτα από κατά μέτωπον συγκρούσεις, συνειδητοποιούν ότι δεν μπορούν να αγνοήσουν την ύπαρξη των άλλων, η Κόλασή τους είναι η συνύπαρξή τους, μία θέση που συνοψίζεται στην γνωστή και ανατριχιαστική ρήση του Γκαρσέν: Η κόλαση είναι οι άλλοι. Οι τρεις άγνωστοι μεταξύ τους νεκροί αλληλοσπαράζονται, «αλληλοβασανίζονται», αλλά και αλληλοεξαρτώνται, αφού άλλωστε δεν βρέθηκαν τυχαία στον ίδιο τόπο μαρτυρίου.

Μετά τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου εξωτερικεύεται η υπαρξιακή αγωνία της Ευρώπης, η οποία ωστόσο εκκολαπτόταν από την περίοδο του Μεσοπολέμου. Ήδη το 1938 στο πρώτο σύνθετο μεταφυσικό μυθιστόρημα του Σαρτρ, τη Ναυτία, καταγράφεται το χρονικό ενός απωθητικού κόσμου. Το 1943 δημοσιεύτηκε το φιλοσοφικό κείμενο του Το είναι και το μηδέν, ενώ παράλληλα συνέγραψε το θεατρικό Huis clos (Κεκλεισμένων των θυρών), το οποίο, στην πραγματικότητα, αποτελεί την «εκλαϊκευμένη» μεταφορά του δοκιμίου Το είναι και το μηδέν. Το έργο πρωτοανέβηκε το 1944 στο Λονδίνο και σημείωσε επιτυχία.

Το Κεκλεισμένων των θυρών του Ζαν-Πωλ Σαρτρ παρουσιάζεται στην Κεντρική Σκηνή του Νέου Ελληνικού Θεάτρου του Γιώργου Αρμένη, κάθε Δευτέρα και Τρίτη, σε σκηνοθεσία Έφης Μουρίκη και μετάφραση Ερρίκου Μπελιέ. Ερμηνεύουν οι: Βλαδίμηρος Κυριακίδης, Έφη Μουρίκη, Κατερίνα Παπουτσάκη και Γιώργος Πολυχρονόπουλος.

* Η Κ. Διακουμοπούλου είναι θεατρολόγος.

Διαδρομές από την φιλοσοφία στο θέατρο και την πολιτική…

  • Της ΚΑΤΕΡΙΝΑΣ ΔΙΑΚΟΥΜΟΠΟΥΛΟΥ*
  • Η ΑΥΓΗ: 11/06/2010

Στο «διάσημο» κοιμητήριο του Μονπαρνάς αναπαύονται οι σπουδαιότεροι εκπρόσωποι του πνεύματος και των τεχνών, Γάλλοι και όχι μόνο. Τον περασμένο Φεβρουάριο κηδεύτηκε εκεί ο φιλόσοφος Κώστας Αξελός, παλιότερα ο Κορνήλιος Καστοριάδης, αλλά ακόμα και ο Αδαμάντιος Κοραής είχε θαφτεί στο Μονπαρνάς. Περιδιαβαίνοντας ανάμεσα στους τάφους ο επισκέπτης κοντοστέκεται σ’ εκείνους του Μπωντλέρ, του Ιονέσκο, του Μπέκετ και πολλών άλλων, καθιστώντας το νεκροταφείο ένα διάσημο παρισινό αξιοθέατο.

Τη μεγαλύτερη επισκεψιμότητα σημειώνει ο κοινός τάφος του Σαρτρ και της συντρόφου του Σιμόν ντε Μπωβουάρ, ιδίως φέτος που συμπληρώθηκαν τριάντα χρόνια από τον θάνατο του Σαρτρ (1905-1980). Ο Paul Charles Aymard Sartre υπήρξε σημαντικός διανοούμενος του 20ού αιώνα, όντας ταυτοχρόνως υπαρξιστής φιλόσοφος, λογοτέχνης, δραματουργός, στρατευμένος στην αριστερά, παρ’ ολίγον νομπελίστας (εκείνος αρνήθηκε το Νόμπελ για ιδεολογικούς λόγους), εκδότης του περίφημου περιοδικού Les Temps modernes («Μοντέρνοι Καιροί») και πολλές άλλες ιδιότητες.

Ο Σαρτρ γεννήθηκε και έζησε έως τα 16 του στο Παρίσι. Ο πατέρας του πέθανε λίγο μετά τη γέννησή του -όπως και ο πατέρας του Καμύ- και μετά τον δεύτερο γάμο της μητέρας του μετακόμισε στη Λα Ροσέλ έως το 1921, οπότε και επέστρεψε στο Παρίσι. Σπούδασε φιλοσοφία στην Ecole Normale Superieure, όπου είχε συγκεντρωθεί πλήθος νέων διανοουμένων και καλλιτεχνών και όπου ο νεαρός Σαρτρ καρπώθηκε την ευκαιρία να απορροφήσει ευεργετικά τις νέες ιδέες, σκέψεις και πνευματικές τάσεις.

Εκείνη την εποχή γνώρισε και τη Σιμόν ντε Μπωβουάρ. Κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο υπηρέτησε στη στρατιωτική μετεωρολογική υπηρεσία και μάλιστα τον Ιούνιο του 1940, αφού αιχμαλωτίστηκε, εγκλείστηκε για σύντομο χρονικό διάστημα σε γερμανικό στρατόπεδο συγκέντρωσης. Με την επιστροφή του στο Παρίσι εντάσσεται στο γαλλικό αντιστασιακό δίκτυο Socialisme et liberte (Σοσιαλισμός και ελευθερία).

Η πρώτη λογοτεχνική επιτυχία του είχε έρθει το 1938, με τη Ναυτία, αλλά η συγγραφική του δράση αναστάλθηκε λόγω της κήρυξης του πολέμου. Το 1943 πρωτοπαρουσιάστηκε χωρίς επιτυχία το θεατρικό του έργο Les Mouches («Οι μύγες») και την ίδια χρονιά δημοσιεύτηκε το φιλοσοφικό κείμενο L’Etre et le Neant («Το είναι και το μηδέν»), ενώ παράλληλα συνέγραψε το θεατρικό Huis clos («Κεκλεισμένων των θυρών»), που στην πραγματικότητα αποτελεί την «εκλαϊκευμένη» μεταφορά του δοκιμίου Το είναι και το μηδέν.

Το έργο Κεκλεισμένων των θυρών ανέβηκε στη σκηνή το 1944 και, σε αντίθεση με τις Μύγες, σημείωσε επιτυχία. Την ίδια εποχή ο Καμύ καλεί τον Σαρτρ να συμμετάσχει στην αντιστασιακή ομάδα Le Combat («Η μάχη») και στα πρωτοσέλιδα της ομώνυμης αντιστασιακής εφημερίδας ο Σαρτρ κατέγραψε τις συγκλονιστικές στιγμές της αποχώρησης του εχθρού από τη γαλλική πρωτεύουσα.

Γνωστός πλέον ο υπαρξιστής φιλόσοφος, δημιουργεί το περιοδικό Μοντέρνοι καιροί, μέσα από το οποίο διαδίδονται οι ιδέες του. Αριστερός, αλλά αντισταλινικός, παροτρύνει τους διανοούμενους να στρατευθούν και μάλιστα ο ίδιος τολμά να γίνει συνιδρυτής του πολιτικού κόμματος Rassemblement democratique revolutionnaire (Επαναστατική Δημοκρατική Συσπείρωση).

Παίρνει δημόσια θέση για όλα τα κρίσιμα παγκόσμια ζητήματα: καταδικάζει τον πόλεμο στην Ινδοκίνα, την αμερικανική επεκτατική πολιτική, τον πόλεμο στην Κορέα, τον πόλεμο στο Βιετνάμ, την επίθεση στην Ουγγαρία από τις σοβιετικές δυνάμεις. Στήριξε την επανάσταση στην Κούβα αλλά και την ανεξαρτησία της Αλγερίας, προκαλώντας εθνικιστική οργάνωση, η οποία τοποθέτησε βόμβα στο σπίτι του.

Ιστορική είναι η διάλεξή του στη Σορβόννη με αφορμή τον Μάη του ’68, περίοδος κατά την οποία πρωτοστάτησε στις διαδηλώσεις. Μετά το 1960 η Ευρώπη προσανατολίστηκε προς άλλα διανοητικά ρεύματα, πέραν του υπαρξισμού (στρουκτουραλισμός, μεταστρουκτουραλισμός, φιλοσοφικός αναρχισμός κ.ά.), ωστόσο οι ιδέες του Σαρτρ παρέμειναν διαχρονικές.

Το 1964 αρνήθηκε να λάβει το Νόμπελ Λογοτεχνίας, θεωρώντας ότι μετά την αποδοχή θα έχανε την ελευθερία του. Στο παρελθόν δεν αποδέχτηκε να παρασημοφορηθεί από το Γαλλικό Τάγμα της Τιμής και επίσης είχε απορρίψει πρόταση του Κολλεγίου Γαλλίας να καλάβει πανεπιστημιακή έδρα…

Ο Σαρτρ πέθανε στις 15 Απριλίου 1980 και στην κηδεία του παρευρέθηκαν πάνω από 50.000 άνθρωποι, οι οποίοι αποχαιρέτησαν τον στρατευμένο, τον «πολιτικό» διανοούμενο, ο οποίος έγινε δημοφιλής ακόμα και στα λαϊκά στρώματα μέσα από τα θεατρικά του έργα, τα οποία μετάγγιζαν τις φιλοσοφικές του θέσεις.

* Η Κ. Διακουμοπούλου είναι θεατρολόγος

Χάρολντ Πίντερ: Η συλλογική αγωνία των αδυνάτων

  • Η ΑΥΓΗ: 23/04/2010

Από την παράσταση «Η Νέα τάξη των πραγμάτων» στο Ίδρυμα Μ. Κακογιάννη

ΤΗΣ ΚΑΤΕΡΙΝΑΣ ΔΙΑΚΟΥΜΟΠΟΥΛΟΥ*

Τον Δεκέμβριο του 2008 Χάρολντ Πίντερ πέθανε σε ηλικία 78 ετών. Όσο μεγαλώνει η απόσταση από εκείνη την παραμονή Χριστουγέννων τόσο συνειδητοποιεί ο θεατρικός κόσμος την απώλεια του νομπελίστα συγγραφέα. Σε περιόδους κρίσης, ηθικής και οικονομικής, η απουσία σπουδαίων ανθρώπων είναι πραγματικά επώδυνη. Σαν να χάνεις εκείνον που στοχαστικά, υπομονετικά, συνήθιζε να σε συμβουλεύει και να σε παρηγορεί…

Όλοι πλέον συνειδητοποιήσαμε ότι κυβερνήσεις όχι μόνο διαβρώνουν ηθικά αλλά διαφθείρουν, την ίδια στιγμή που στην πραγματικότητα η μόνη επικρατούσα κομματική παράταξη είναι οι πολυεθνικές. Είναι όμως τελικά η αδιαφάνεια των θεσμών και των ηθών που οδηγούν στην απελπισία; Έχουμε διαπιστώσει τα πάντα! Κυρίες και κύριοι, έχουν ειπωθεί τα πάντα! Αλήθεια, οι ζώντες πνευματικοί άνθρωποι γιατί δεν μας λυτρώνουν από την απόγνωση; Φταίει η «εξειδίκευση» ή εγκλωβίστηκαν στον ζοφερό κόσμο;

Ο Πίντερ ενσωμάτωσε στην εργογραφία του τη συλλογική αγωνία και την αβεβαιότητα των αδυνάτων του μεταπολεμικού κόσμου. Από το πρώτο του θεατρικό έργο, το μονόπρακτο Το δωμάτιο (1957), ξεχώρισε ως συγγραφέας, σηματοδοτώντας τη νέα εποχή του βρετανικού θεάτρου. Ακολούθησαν το Πάρτι γενεθλίων (1958), το πλέον πολυπαιγμένο έργο του συγγραφέα, Ο επιστάτης (1960), Ο γυρισμός (1965) και η Προδοσία (1978), έργα που καθιέρωσαν τον Πίντερ ως τον κύριο εκπρόσωπο του μοντέρνου θεάτρου. Η αλήθεια είναι ότι τα μονόπρακτά του: Η συλλογή (1961), Ο εραστής (1963), Πρόσκληση για τσάι (1965), Το υπόγειο (1967), Παλιοί καιροί (1971), Μονόλογος (1975), Άλλοι τόποι (1982) κ.ά. επανέρχονται στις ελληνικές σκηνές, κυρίως από εναλλακτικούς θιάσους, και μάλιστα συχνότερα μετά το θάνατο του συγγραφέα. Σύντομα αλλά και ουσιαστικά έργα. Οι περισσότεροι συγγραφείς κρύβονται πίσω από τις διφορούμενες «λέξεις» ή μια αλόγιστη «φλυαρία» και, απ’ την άλλη, υπάρχει μια ομάδα δραματουργών, όπως ο Πίντερ, οι οποίοι αναδεικνύονται μέσα στη σιωπή. Ενδιαφέρουσα είναι βέβαια και η τεχνική της «φλύαρης σιωπής», όταν μέσα από την ακατάσχετη πολυλογία δεν ακούγεται τίποτα… όπως, για παράδειγμα, στον Γυρισμό, όπου η φλυαρία κρούει ως σιωπή! Τα πιντερικά μονόπρακτα χαρακτηρίζονται από δύο κύρια δραματικά στοιχεία: τη συνεχή διαπλοκή του «είναι» και του «φαίνεσθαι» και μια διαρκή απροσδιόριστη αίσθηση απειλής… δύο ομολογημένες πια αλήθειες που μας εκφράζουν όσο ποτέ… ο φόβος και το κενό…

Είναι ίσως παράτολμο να γίνονται απόπειρες ερμηνείας της πολιτικής, της θρησκείας και ειδικότερα της ηθικής της κοινωνίας μέσα από θεατρικούς όρους, πολύ περισσότερο της μεταφυσικής και της ύπαρξης. Στη Δύση, μετά τις πνευματικές αναταράξεις του 18ου αι., ο πνευματικός κόσμος του πρώτου μισού του 20ού αι. οδηγείται σε διχασμό ανάμεσα σε δύο στρατόπεδα. Από τη μια, μερίδα καλλιτεχνών προσπαθεί να ορίσει τον «νέο άνθρωπο», να περιγράψει την καινούργια κοινωνία και, απ’ την άλλη, ομάδα ουτοπιστών και φουτουριστών σχεδιάζουν έναν φανταστικό, ειδυλλιακό κόσμο. Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο οι σουρεαλιστές και οι ντανταϊστές αναπολούν τον πριμιτιβισμό, εναντιωνόμενοι στον ορθολογισμό του πολέμου. Το «κακό» έπληξε τον κόσμο και ο δυτικός κόσμος πρέπει να ορθοποδήσει σε μια νέα πνευματική βάση, ίσως απαλλαγμένος από τις ενοχές. Μία παρόμοια πνευματικότητα άλλωστε αποτελεί το κύριο ζητούμενο του 21ου αι. Είπαμε όμως, «έχουν ειπωθεί τα πάντα»…

Η Νέα τάξη των πραγμάτων, μια παράσταση που παρουσιάζεται από τους Fresh Τarget Τheatre Εnsemble στο δεύτερο υπόγειο γκαράζ του Ιδρύματος «Μιχάλης Κακογιάννης» αποτελείται από μια συρραφή τριών μονόπρακτων του Χάρολντ Πίντερ («Νέα παγκόσμια τάξη πραγμάτων», «Ένα ακόμα και φύγαμε», «Συνέντευξη Τύπου») σε σκηνοθεσία Πάρη Ερωτοκρίτου. Ερμηνεύουν οι Δρόσος Σκώτης, Δημήτρης Αγοράς, Νίκος Καραπάνος, Γιώργος Ζιόβας, Τάνια Παλαιολόγου, Δημήτρης Κανέλλος, Γιώργος Νικολαΐδης.

* Η Κ. Διακουμοπούλου είναι θεατρολόγος

Ένα ζηλευτό θεατρικό καλειδοσκόπιο

Η Λυδία Κονιόρδου θα πρωταγωνιστήσει στις «Τρωάδες» που σκηνοθετεί ο Β. θεοδωρόπουλος στο Θέατρο του Νέου Κόσμου (εδώ στις «Χοηφόρες» του Θεσσαλικού Θεάτρου)

  • Της ΚΑΤΕΡΙΝΑΣ ΔΙΑΚΟΥΜΟΠΟΥΛΟΥ

Το ρεπερτόριο του Εθνικού Θεάτρου 2009/2010 προκάλεσε σχόλια στους θεατρικούς κύκλους, διχάζοντας υποστηρικτές και πολέμιους της ελληνικής σύγχρονης δραματουργίας. Το Εθνικό εγκαινιάζει την ανακαινισμένη -έπειτα από οκτώ χρόνια- Κεντρική Σκηνή του στην Αγ. Κωνσταντίνου με την παράσταση Πουθενά του πολυσυζητημένου Δημήτρη Παπαϊωάννου. Είναι ένα θέαμα «στημένο» αποκλειστικά και μόνο για την περίσταση και τον συγκεκριμένο χώρο, με λίγα λόγια πρόκειται για μια μισάωρη φιέστα με αφορμή την επαναλειτουργία της ιστορικής σκηνής. Από εκεί και πέρα; Ο φίλος θεατής του Εθνικού θα έχει την ευκαιρία να παρακολουθήσει στις κατά τόπους σκηνές του οργανισμού έργα-αριστουργήματα της παγκόσμιας δραματουργίας (Θείος Βάνιας του Τσέχωφ, Δον Ζουάν του Μολιέρου, το έργο του Ίψεν Η κυρία από τη θάλασσα, Μαρά-Σαντ του Βάις, Λεόντιος και Λένα του Μπύχνερ, Τίτος Ανδρόνικος του Σαίξπηρ), έργα δοκιμασμένα, που επανέρχονται κατά καιρούς στις ελληνικές σκηνές. Τέλος, το ρεπερτόριο συμπληρώνεται με δύο «μεταπαραγωγές», διασκευασμένα μυθιστορήματα, του Ταχτσή Το τρίτο στεφάνι και Αλέξης Ζορμπάς, η πραγματική ιστορία, βασισμένο στο έργο του Καζαντζάκη Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά. Απολογισμός: κανένα νεοελληνικό θεατρικό έργο.

Το Εθνικό προκήρυξε για δεύτερη φορά διαγωνισμό συγγραφής θεατρικού έργου για νέους και πάλι το έργο του βραβευθέντος θα ενταχθεί στο ρεπερτόριο του. Αρκεί; Ο διευθυντής του Γ. Χουβαρδάς από «ο νέος διευθυντής», ο ανοικτός στους πειραματισμούς και την ανανέωση, έγινε επιφυλακτικός και κατέφυγε στην παγκόσμια δραματουργία και σε διασκευές μυθιστορημάτων, θεωρώντας ότι έτσι θα εξασφαλίσει γεμάτες αίθουσες και εισπράξεις εν μέσω πανδημίας και οικονομικής κρίσης; Το Εθνικό δεν απενοχοποιείται με τις εναλλακτικές σκηνοθεσίες ή την παραχώρηση προσωρινής καλλιτεχνικής στέγης σε θεατρικές ομάδες. Τελικά πότε θα έρθει η στιγμή που θα διερευνηθεί ουσιαστικά και με διάρκεια το σύγχρονο νεοελληνικό έργο; Το Εθνικό Θέατρο οφείλει να τολμά, να καλλιεργεί και να στηρίζει τη σύγχρονη νεοελληνική δραματουργία.

Την ίδια στιγμή η Ελληνική Θεαμάτων, η εταιρεία θεατρικών παραγωγών που έχει κατηγορηθεί ότι κατά κύριο λόγο προάγει τα τηλεοπτικά δρώμενα, επιλέγει και στηρίζει την ελληνική δραματουργία, όχι μόνο την «εμπορική», που θα εκτοξεύσει τις ταμειακές εισπράξεις (Θέλει η Ελλάδα να κρυφτεί, τα έργα των Ρέππα-Παπαθανασίου Αττική οδός, Συμπέθεροι από τα Τίρανα, Ζωή σ’ ελόγου μας), αλλά και τα έργα του Άκη Δήμου Απόψε τρώμε στης Ιοκάστης, της Ελένης Γκασούρα Φουρκέτα, του Θοδωρή Αθερίδη Από μακριά και βέβαια προκάλεσε έκπληξη η επιλογή έργου του Βασίλη Κατσικονούρη και μάλιστα μονολόγου: Το μπουφάν της Χάρλεϋ… ή Πάλι καλά. Οι μονόλογοι, και μάλιστα οι γυναικείοι, έπειτα από τη μεγάλη επιτυχία της Νένας Μεντή στην Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου τα δύο προηγούμενα χρόνια, είναι μια οικονομική λύση, στην οποία θα καταφύγουν πολλοί επιχειρηματίες.

Ενδιαφέρουσες προτάσεις, αποτελούν η σκηνοθεσία του Συμποσίου από το Δ. Λιγνάδη στο «Θησείον» του Μ. Μαρμαρινού, οι Τρωάδες από τον Βαγγέλη Θεοδωρόπουλο με τη Λυδία Κονιόρδου στο «Θέατρο του Νέου Κόσμου», τα έργα των αδερφών Κούφαλη Πάχνη («Πορεία») και Βορράς (στο «Θέατρο του Νέου Κόσμου» την άνοιξη), και βέβαια το Να μου στείλετε μια ρεπούμπλικα! («Αργώ») βασισμένο στο βιβλίο του Ρώμου Φιλύρα Η ζωή μου εις το Δρομοκαΐτειον και άλλα αυτοβιογραφικά.

Σε γενικές γραμμές οι καλλιτεχνικές θεατρικές τάσεις του χειμώνα κλίνουν προς την ξένη δραματουργία, με έμφαση σε κλασικούς συγγραφείς: την Υπόθεση της οδού Λουρσίν του Λαμπίς σκηνοθετεί η Μάρθα Φριντζήλα και τους Εξόριστους του Τζόις η Ρούλα Πατεράκη. Το Η πιο δυνατή του Στρίντμπεργκ η Δέσποινα Γκατζίου μετονομάζει σε Cafe la femme, ενώ το έργο Ο βασιλιάς πεθαίνει του Ιονέσκο σκηνοθετεί η Μάνια Παπαδημητρίου στο Θέατρο Τέχνης. Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ του Αλμπι, ανεβάζει ο Α. Αντύπας, Ψηλά απ’ τη γέφυρα του Μίλερ σκηνοθετεί και πρωταγωνιστεί ο Γρηγόρης Βαλτινός, Έντα Γκάμπλερ σκηνοθετεί ο Σπ. Ευαγγελάτος. Στο «Άλμα» θα παιχτεί η Φθινοπωρινή ιστορία του Αρμπούζοφ, στην «Αθηναΐδα» το Γλυκό πουλί της νιότης με τη Ζωή Λάσκαρη και Το επάγγελμα της κυρίας Γουόρεν του Μπέρναρ Σο σκηνοθετεί ο Βουτσινάς. Το Θερμοκήπιο του Πίντερ θα ανεβάσει ο Λευτέρης Βογιατζής. Τέλος, ο Φώτης Μακρής στο Studio Μαυρομιχάλη σκηνοθετεί το άπαιχτο έργο του Ιονέσκο στην Ελλάδα Μακμπέτ.

Οι συχνές παραστάσεις ξένων καλλιτεχνικών παραγωγών στην Ελλάδα ευθύνονται για την εισροή και διάδοση νέων δραματουργών και την παρουσίαση έργων τους για πρώτη φορά στις ελληνικές σκηνές: άγνωστα έργα των Στόπαρντ, Ρέιβενχιλ, Φόσε, Γέλινεκ, Λιόσα, αλλά και άγνωστοι δυτικοί συγγραφείς: τη Λίντα ΜακΛίν, τον Μάικλ Χόλινγκερ, τον Άλιστερ Μπίτον τον Γιόοπ Αντμιράαλ, την Καρόλ Φρεσέτ αλλά και του Αφγανού πεζογράφου Ατίκ Ραχίμι την Πέτρα της υπομονής θα μεταφέρει στη σκηνή ο Γ. Νανούρης στο «Χώρα». Σε σκηνοθεσία της Ελένης Σκόττη θα ανέβει το La Chunga του Μάριο Βάργκας Λιόσα με την Καρυοφυλλιά Καραμπέτη, ο Λευτέρης Βογιατζής σκηνοθετεί το Ύστατο σήμερα του Χάουαρντ Μπάρκερ, ο Νίκος Μαστοράκης τον Αμπιγιέρ του Ρ. Χάργουντ, ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης με τον Γιώργο Κιμούλη θα εμφανιστούν στο «Θέατρο Αθηνών» στο Σλουθ του Α. Σάφερ.

Το παράδοξο είναι ότι ενώ οι μουσικές σκηνές περιορίζονται αισθητά -γρίπη, απαγόρευση καπνίσματος και οικονομική δυσπραγία- οι θεατρικές σκηνές και οι παραγωγές αυξάνονται, προσφέροντας αμέτρητες επιλογές στο κοινό και καθιστώντας την Αθήνα ένα ζηλευτό θεατρικό καλειδοσκόπιο.

  • Η ΑΥΓΗ: 23/10/2009

* Η Κ. Διακουμοπούλου είναι θεατρολόγος.

Μαθημένοι στο άδικο…

  • ΤΗΣ ΚΑΤΕΡΙΝΑΣ ΔΙΑΚΟΥΜΟΠΟΥΛΟΥ, Η ΑΥΓΗ: 03/07/2009

Στρεψιάδης: Γιατί δεν μου το λέγατε όμως τότε, και αφήσατε ένα γέρο, ένα χωριάτη

να πάρει ο νους του αέρα;

Κορυφαία: Πάντοτε έτσι κάνουμε εμείς,

σα βλέπουμε κανένα

που οι άτιμες δουλειές του αρέσουν, ώσπου

σε συμφορές να πέσει και να μάθει

να’ χει των θεών το φόβο.

[Νεφέλες, στ. 1457-1464]

Ο Αθηναίος χωρικός Στρεψιάδης μένει άυπνος εξ αιτίας των χρεών του άσωτου γιου του Φειδιππίδη. Η μόνη σωτήρια λύση για τον απελπισμένο πατέρα είναι να τον στείλει στο «Φροντιστήριο», μια σχολή ρητορείας, η οποία διευθύνεται από τον Σωκράτη και ο μαθητής διδάσκεται να κερδίζει κάθε δικαστική μάχη, ακόμα και αν έχει άδικο. Ο Φειδιππίδης αρνείται να μαθητεύσει στο «Φροντιστήριο», στο οποίο τελικά καταφεύγει ο ίδιος ο Στρεψιάδης, ο οποίος βρίσκει το δάσκαλο Σωκράτη να αιωρείται μέσα σε ένα καλάθι. Ο νέος μαθητής, εντυπωσιασμένος, ανυπομονεί να μάθει να διαστρέφει τη Δικαιοσύνη, δυστυχώς όμως είναι ανεπίδεκτος μαθήσεως και σύντομα -έπειτα από πιέσεις- τον αντικαθιστά ο γιος του. Ο Φειδιππίδης παρακολουθεί τη λεκτική μονομαχία ανάμεσα στον Δίκαιο και Άδικο Λόγο και διδάσκεται να είναι αυθάδης. Ο Στρεψιάδης απ’ τη μια θα καταφέρει να αποδιώξει τους πιστωτές, απ’ την άλλη όμως ο γιος του έχει αποθρασυνθεί πλήρως και απειλεί να δείρει τους γονείς του. Ο Στρεψιάδης πλέον απεγνωσμένος, εξ αιτίας της απρόσμενης εξέλιξης, ανεβαίνει στην στέγη του «Φροντιστηρίου» και βάζει φωτιά.

Η κλασική κωμωδία πραγματεύεται δύο κεντρικά ζητήματα: Απ’ τη μια την επιστημοσύνη των Αθηναίων, δηλαδή την αδιάλειπτη προσπάθειά τους να ερμηνεύσουν τον κόσμο, με θεωρίες που εισβάλλουν στη δικαιοδοσία του δωδεκαθέου, και γενικότερα με πορίσματα αντίθετα από κάθε μυθολογική παράδοση.

Απ’ την άλλη, ως δεύτερο καίριο ζητούμενο, είναι η εμμονή του Αριστοφάνη στις πατροπαράδοτες αξίες, εξαιτίας της απαλοιφής, απαξίωσής τους. Αντίθετα με τη λαϊκή ηθική που ήθελε τον άδικο άνθρωπο να τιμωρείται παραδειγματικά, σύμφωνα με τα προστάγματα της σύγχρονης ηθικής (της εποχής του Αριστοφάνη, αλλά βέβαια και της δικής μας) ο χρεοφειλέτης μπορεί να εξαπατήσει και να απαλλαχθεί από τους δανειστές του με φλυαρίες, χωρίς να υποστεί κοινωνικές συνέπειες. Η σύγχρονη εποχή έχει ανάγει την ανεντιμότητα σε επιστήμη, ο Άδικος Λόγος έχει προσωποποιηθεί, έχει θεοποιηθεί.

Αυτό το δεύτερο ζητούμενο που ανακύπτει από το έργο φαίνεται οικείο και απόλυτα δικαιολογημένο. Αντιθέτως, το πρώτο αντικείμενο συζήτησης -εκ πρώτης όψεως- φαίνεται παράδοξο. Πώς είναι δυνατόν ο Αριστοφάνης να στρέφεται εναντίον της πνευματικής αναζήτησης, της προόδου, των νέων θεωριών; Ανεξάρτητα από τις προσωπικές θέσεις τους, οι κωμωδιογράφοι είχαν -και έχουν- την τάση να αφουγκράζονται το κοινό και να διακωμωδούν, να εκμεταλλεύονται το δυσνόητο.

Γνωρίζουμε ότι ο Σωκράτης δεν είχε ποτέ πρόθεση να ανοίξει ρητορική σχολή, ίσα-ίσα ήταν αντίθετος στη διδασκαλία επί πληρωμή. Ο Αριστοφάνης στις Νεφέλες απέδωσε στον Σωκράτη τα κωμικά γνωρίσματα των σοφιστών, τα οποία όμως στην πραγματικότητα ελάχιστα χαρακτήριζαν τον μέγιστο φιλόσοφο. Παρόλα αυτά οι Νεφέλες έκαναν δυσμενή τη ζωή του Σωκράτη, ενισχύοντας τις φήμες εναντίον του.

Σήμερα ένας καλλιτέχνης της σάτιρας διακωμωδεί τα πρόσωπα της επικαιρότητας με μοναδική επίπτωση ο διακωμωδούμενος να γίνει ευρύτερα γνωστός ή έστω να αισθανθεί κάπως άβολα. Τον 5ο αι. π.Χ. όμως η σάτιρα όχι μόνο διαμόρφωνε ενεργά την κοινή γνώμη αλλά ο διασυρόμενος πολλές φορές μπορούσε να διωχτεί ή ακόμα και να εκτελεστεί για εγκλήματα εναντίον του κοινωνικού συνόλου. Θα ήταν αφελές βέβαια να πούμε ότι ο Αριστοφάνης ευθύνεται για το άδικο τέλος του φιλοσόφου, ο οποίος είχε σατιριστεί και στις κωμωδίες άλλων δραματουργών στο παρελθόν.

Το έργο πρωτοδιδάχθηκε στα Μεγάλα Διονύσια το 423 π.Χ. και οι κριτές το κατέταξαν τελευταίο. Στη νεοελληνική σκηνή των πρώτων δεκαετιών του 20ού αιώνα όλα τα αριστοφανικά έργα απευθύνονταν αυστηρά σε αντρικό κοινό ως πορνογραφικό είδος, ενώ οι λιγοστές απόπειρες ανάδειξης των αριστοφανικών έργων -έως την σκηνοθετική επανάσταση του Κουν- δεν είναι αξιοσημείωτες. Έκπληξη λοιπόν είχε προκαλέσει η πρωτοβουλία του Γεώργιου Θεοτοκά, διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου, ο οποίος το 1951 αποφάσισε να ανεβάσει τις Νεφέλες σε σκηνοθεσία του Σωκράτη Καραντινού. Έκτοτε, κυρίως στα υπαίθρια θέατρα, ακούστηκε συχνά η ιστορία του Στρεψιάδη. Φέτος το καλοκαίρι το Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου υποδέχεται το κοινό του με τις Νεφέλες σε παραγωγή του Θεατρικού Οργανισμού Κύπρου, στις 3 και 4 Ιουλίου. Με τις Νεφέλες ο ΘΟΚ θα λάβει μέρος και στο 2ο Φεστιβάλ Θεάτρου Νοτιοανατολικής Ευρώπης «Όψεις αρχαίου δράματος», που θα γίνει στη Σμύρνη, από τις 15 Ιουλίου μέχρι τις 10 Αυγούστου.

Info

ΝΕΦΕΛΕΣ του Αριστοφάνη. Σκηνοθεσία: Βαρνάβα Κυριαζή, μετάφραση Κ. Χ. Μύρη, μουσική: Σταμάτη Κραουνάκη, σκηνικά: Χάρη Καυκαρίδη, κοστούμια: Λάκ η Γενεθλή,  χορογραφία: Ισίδωρου Σιδέρη. Ερμηνεύουν: Ανδρέας Τσουρής (Στρεψιάδης), Σταύρος Λούρας (Σωκράτης), Χριστόδουλος Μαρτάς (Φειδιππίδης), Αννίτα Σαντοριναίου (Δίκαιος Λόγος), Έλενα Ευσταθίου (Άδικο Λόγος).

* Η Κ. Διακουμοπούλου είναι θεατρολόγος

«Ταξίδια» στο θέατρο «Φούρνος»

«Ταξίδια» στο θ�ατρο «Φούρνος»

Ο Δημήτρης Πετρόπουλος πρωταγωνιστεί στο έργο «Ταξίδια» της Κατερίνας Διακουμοπούλου που θα παρουσιάζει κάθε Δευτέρα και Τρίτη από μεθαύριο (και έως τις 6 Ιανουαρίου) στο θέατρο «Φούρνος» η θεατρική ομάδα «Νουκέντρα».

Το έργο που είχε τιμηθεί με το Κρατικό Βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου θεατρικού συγγραφέα (2007) και με το Βραβείο Ουνέσκο (2008) αποτελείται από δύο μονόπρακτα, τα «Έως την πύλη του φόρου» και «Το μήλο της Χιονάτης» που σκηνοθετεί η Κάτια Βήχα.

Ένας Ελληνας οικονομικά κατεστραμμένος πρώην γαιοκτήμονας και ένας Αλγερινός δούλος σε αμπέλια συναντιούνται στον… πάτο της θάλασσας, ο ένας θύμα εκδίκησης, ο άλλος θύμα ρατσισμού. Στο δεύτερο μονόπρακτο τρεις πάμπλουτοι επιφανείς πολίτες του δυτικού κόσμου ετοιμάζονται για το πρώτο διαστημικό ταξίδι.