Η σοπράνο Εμανουέλ Ιζενμάν κρατά στην παράσταση τον ρόλο της Μήδειας
|
Πρόκειται για μια απρόβλεπτη Μήδεια, μια υβριδική σύνθεση βασισμένη στον κλασικό μύθο με θεατρική και μουσική μορφή. Η όπερα-παράσταση έλκει τον τίτλο της από τον περίφημο πίνακα «Μήδεια Μαινόμενη» του Ευγένιου Ντελακρουά. Η ιδέα της γεννήθηκε σε δύο Ελληνες δημιουργούς,τον μαέστρο Ιάκωβο Παππά και τον σκηνοθέτη Βασίλη Αναστασίου, οι οποίοι μοιράζονται μια κοινή πορεία στο Παρίσι των δεκαετιών ’80 και ’90. Η «Μήδειά» τους είναι ένα πολυδιάστατο θέαμα όπου ο μύθος της μητροκτόνου ηρωίδας, βασισμένος σε κείμενα των Ευριπίδη, Σενέκα και Κορνέιγ, εμπλουτίζεται και μ’ ένα σύγχρονο πρόσωπο: την ανακρίτρια-ανατόμο, με το επικό όνομα Μήδεια Ιάσονος Αιήτη, που επιχειρεί να εξιχνιάσει, μεθοδικά, τα στοιχεία του εγκλήματος. Τη μουσική έχουν γράψει οι Charpantier-Bouvard, έργα των οποίων δεν έχουν ξαναπαιχτεί στην Ελλάδα.
Οι εμπνευστές και δημιουργοί της τη χαρακτηρίζουν παράσταση-πρόταση για την όπερα μπαρόκ στον 21ο αιώνα. Μια πρώτη εκδοχή της, σε μορφή αναλογίου, δόθηκε το 2007 στο Θέατρο των Βερσαλιών αποσπώντας υμνητικές κριτικές. Στον Βόλο παρουσιάζεται σε πλήρη λυρικοθεατρική μορφή και ανάπτυξη των δραματικών προσώπων. Η ιδέα απέκτησε κείμενο και δραματική υπόσταση με τη συμβολή της διακεκριμένης μεταφράστριας και ηθοποιού Κωνσταντίνας Ρίτσου που κρατά, επίσης, τον ρόλο της σύγχρονης ανακρίτριας – ανατόμου. Στην ολοκλήρωση της όπερας συμβάλλουν η Μικρή Οπερα του Κόσμου «Petit Opera du Monde» και το κορυφαίο γαλλικό συγκρότημα παλαιάς μουσικής «Almazis». Τον ρόλο της Μήδειας κρατά η σοπράνο Εμανουέλ Ιζενμάν και του Ιάσονα ο τενόρος Μπένζαμιν Κλε.
Η αφίσα της παράστασης από το πρώτο της ανέβασμα, σε μορφή αναλογίου, το 2007 στο Θέατρο των Βερσαλιών, στο Παρίσι
|
Στις επιδιώξεις των δημιουργών της Μήδειας ήταν να γίνει κατανοητή όσο είναι δυνατόν η δράση του έργου, να μην έχει τη μορφή ενός μελοδράματος ή να μη γίνεται βαρετή σ’ ένα κοινό το οποίο δεν είναι εθισμένο σε αυτού του είδους τη μουσική. Λαμβάνουν, επιπλέον, υπόψιν τους ότι οι αναγκαιότητες του 18ου αιώνα υπήρξαν πολύ διαφορετικές από τη σημερινή εποχή των καταιγιστικών εικόνων και των υψηλών ταχυτήτων. Ενα μέρος των σκηνικών αποτελείται από σύνθετες ζωγραφιές που απεικονίζουν τον χώρο του παλατιού, ενώ οπτικοακουστικά αποσπάσματα με περιστατικά μητροκτονίας από σύγχρονες Μήδειες προβάλλονται ακόμα και επάνω στα κοστούμια των ηθοποιών που σχεδίασε ο Maciej Belenn.
Το πρόσωπο που συνδέει τον τραγικό μύθο με τη σύγχρονη πραγματικότητα είναι η ανακρίτρια-ανατόμος. «Η παρουσία αυτού του προσώπου λειτουργεί ως δραματουργικός μοχλός», λέει ο σκηνοθέτης Βασίλης Αναστασίου. Και προσθέτει: «Η ιατροδικαστής αναψηλαφεί το έγκλημα της Μήδειας, υποδυόμενη επί σκηνής ποικίλους ρόλους, όπως τον Ιάσονα και τη Μήδεια, για να πλησιάσει την αλήθεια του τυφλού ανθρώπινου πάθους. Η παρουσία της εντείνει επίσης κι ένα στοιχείο θρίλερ, προσδίδοντας στην παράσταση και μια εγκληματολογική διάσταση. Θα έλεγα ακόμα ότι επικεντρωθήκαμε λιγότερο στην ψυχολογική διάσταση του μύθου και περισσότερο στην πολιτική του σημασία».
Ο σκηνοθέτης εντοπίζει μάλιστα ομοιότητες της εποχής που γράφτηκε η Μήδεια με τη σημερινή. «Ο Ευριπίδης έγραψε τη Μήδειά του μεσούντος του Πελοποννησιακού Πολέμου, σε μια περίοδο που η Αθήνα «έτρωγε τα παιδιά της». Σήμερα, τα πρόσφατα εκρηκτικά και δυσάρεστα γεγονότα αποδεικνύουν ότι η ίδια η Ελλάδα πια συνεχίζει να αφανίζει με ανάλογο τρόπο τα παιδιά της».