|
Ο Μάρτιν Μακ Ντόνα αισθάνεται το κοινωνικό περιθώριο σαν το σπίτι του. Μεγαλωμένος σε κρατικά ιδρύματα, με επιδόματα ανεργίας, έχει μελετήσει καλά τη βία. Γεννήθηκε από ιρλανδούς γονείς στο νότιο Λονδίνο, αλλά πέρασε τα παιδικά του καλοκαίρια στο Γκόλγουεϊ της Ιρλανδίας.
Ο πατέρας του ήταν οικοδόμος και η μητέρα του παραδουλεύτρα. Οταν οι γονείς του αποφάσισαν παίρνοντας μειωμένη σύνταξη να επιστρέψουν στην πατρίδα, άφησαν στην Αγγλία τα δυο τους παιδιά. Ο Μάρτιν εγκατέλειψε το σχολείο στα δεκάξι επειδή οι καθηγητές λογόκριναν τα γραπτά του… Αρχισε να γράφει σενάρια για το ραδιόφωνο μέχρι που, μέσα σε οκτώ μέρες, ολοκλήρωσε το πρώτο του θεατρικό, τη «Βασίλισσα της ομορφιάς του Λινέιν». Το έργο πρωτοπαρουσιάστηκε στο Γκόλγουεϊ, μετά στο «Ρόαγιαλ Κορτ» στο Γουέστ Εντ του Λονδίνου κι έγινε αμέσως επιτυχία.
Το 1995 ο 26χρονος Μακ Ντόνα βραβεύτηκε ως ο πλέον υποσχόμενος συγγραφέας ενώ το Βασιλικό Εθνικό Θέατρο του Λονδίνου του πρόσφερε τη θέση του μόνιμου συνεργάτη-συγγραφέα.
Η Ιρλανδία πρωταγωνιστεί στη δραματουργία του Μακ Ντόνα, κυρίως μέσα από μνήμες των παιδικών χρόνων και τις αφηγήσεις των μεγαλύτερων. Στα έργα του δεν αφήνει όρθιο τίποτα. Διαλύει κάθε αυταπάτη που υποδεικνύει το «καλό» και το «κακό». Αλλωστε ο ίδιος έχει πει: «Είμαι πάντα υποψιασμένος όταν γνωρίζω αξιαγάπητα πλάσματα και πάντα αναρωτιέμαι πού βρίσκεται η κακία μέσα τους!»… Το μαύρο χιούμορ συμβαδίζει με το τραγικό, την τρέλα, την ακραία βία, τα άκλαυτα θανατικά: Αντρες που σκοτώνουν τις γυναίκες τους, πατροκτόνοι γιοι, τρελαμένες γεροντοκόρες, παιδιά με νοσηρή φαντασία, παπάδες που αυτοκτονούν, κηδείες που θυμίζουν πάρτι. Αλλά ούτε η περήφανη ιρλανδική ιδιορρυθμία, η ματωμένη ιστορία της πατρίδας του -όπως τα γεγονότα στο Μπέλφαστ τη δεκαετία του ’90- ξεφεύγουν από την αμφίσημη, κυνική γραφή του.
Η «Βασίλισσα» ζει μαζί με την μητέρα της σ’ ένα χωριατόσπιτο (σκηνικά-κοστούμια Γιώργου Πάτσα) σκαρφαλωμένο στο λόφο έξω από την κωμόπολη του Λινέιν. Δυο πρόσωπα που αλληλοσπαράσσονται στον βάλτο μιας κολασμένης και αναγκαίας συγκατοίκησης. Αλλά οι Φόλαν δεν συνιστούν μια οποιαδήποτε οικογένεια, όπως συμβαίνει πάντα στα έργα του Μακ Ντόνα.
Η Μορίν (Ναταλία Τσαλίκη), βασίλισσα ομορφιάς του Λινέιν στα νιάτα της, είναι τώρα μια γυναίκα νευρωτική, αφυδατωμένη από κάθε χαρά, φέρει όμως τα σημάδια της παλιάς γοητείας. Ευαίσθητη και διαταραγμένη εξαιτίας της μάνας, έχει επιστρέψει στην Ιρλανδία ύστερα από μια αποτυχημένη προσπάθεια να ζήσει και να δουλέψει ως καθαρίστρια στην Αγγλία.
Ο τόπος και οι συνθήκες δεν την σήκωσαν… Λαβωμένη βρίσκεται ξανά στο Λινέιν αντιμετωπίζοντας ένα χειρότερο εχθρό, την παμπόνηρη και ανελέητη μάνα της. Η Μεγκ (Ερση Μαλικένζου) θα της σμπαραλιάσει τα νεύρα. Καθηλωμένη σε αναπηρική πολυθρόνα απαιτεί από την κόρη να προλαβαίνει κάθε της επιθυμία. Θα μηχανεύεται συνεχώς τρόπους για να επιτείνει την ανασφάλεια και τη χαμηλή αυτοπεποίθηση της Μορίν, διαλύοντας κάθε υποψία ελπίδας για απόδραση από τον εφιάλτη. Η κόρη επιβιώνει μόνον μέσα από τα ταξίδια του μυαλού της. Κι αυτό το φανταστικό παιχνίδι τη συνοδεύει μέχρι τέλους. Μέχρι που θα εμφανιστεί ο αγαθός Πάτο Ντούλεϊ (Τάσος Γιαννόπουλος) προτείνοντάς της να φύγουν στην Αμερική. Ρόλο στις ανατροπές παίζει και ο Ρέι Ντούλεϊ (Κωνσταντίνος Γαβαλάς), ένας άνεργος μαντατοφόρος που φέρνει τις καλές ειδήσεις τη λάθος στιγμή με τον λάθος τρόπο…
«Οι σχέσεις είναι έντονα συγκρουσιακές», σχολιάζει η Ν. Κοντούρη, «συχνά μάλιστα ανθρωποφαγικές. Ο συγγραφέας μπολιάζει τη μαύρη κωμωδία με στοιχεία μεταφυσικής αγγίζοντας το όριο του τραγικού. Δεν είναι τυχαίο που απ’ το πρώτο του έργο πέτυχε. Από τον καιρό του Σέξπιρ είχε να συμβεί να παίζονται στη λονδρέζικη σκηνή τέσσερα έργα του ίδιου συγγραφέα. Το βρετανικό φλέγμα είναι έντονο, καθώς το ανατρεπτικό χιούμορ μέχρι την τελευταία ατάκα ενός δραματικού φινάλε. Αυτό είναι το συγκλονιστικό στον Μακ Ντόνα: από τον ακραίο νατουραλισμό εκτινάσσει το κείμενο στην ποίηση. Είναι πάντα απρόβλεπτος. Τώρα έχει σταματήσει να γράφει για το θέατρο και ασχολείται με τον κινηματογράφο. Είναι ταλαντούχος, προκλητικός, πετυχημένος και κούκλος! Τον καλέσαμε στην πρεμιέρα και θέλει πολύ να έρθει»…
ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΗ ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ / 7 – 11/01/2009