Category Archives: Μέντες Σαμ

Kevin Spacey to play Shakespeare’s Richard III in London and New York

  • Oscar-winning actor to team up again with American Beauty director Sam Mendes for stage productions in 2012
Kevin Spacey and Sam Mendes reunite
Actor Kevin Spacey (left) and film director Sam Mendes with their Oscars for the film American Beauty. Mendes is to direct Spacey in Shakespeare’s Richard III. Photograph: Michael Crabtree/PA

Kevin Spacey is to follow in the footsteps of Edmund Kean and Laurence Olivier by playing one of the greatest of all stage villains, William Shakespeare‘s Richard III, at the Old Vic.

The American actor will be directed by Sam Mendes in what will be the final production for the Bridge Project, a three-year transatlantic collaboration that has seen US and British actors tour the world in productions including The Tempest, As You Like It and The Cherry Orchard.

Spacey, the Old Vic’s artistic director, will open at the Brooklyn Academy of Music (BAM) Harvey theatre in New York in February 2012 before opening in London in May and running throughout the London 2012 Olympics.

The Bridge Project has been a collaboration between the Old Vic, BAM and Mendes’s production company, Neal Street. Mendes and Spacey worked together on the film American Beauty in 1999, for which they both won Oscars.

Mendes said: «I am absolutely delighted to be working with Kevin again for the first time since American Beauty and I am doubly thrilled that he will be leading year three of the Bridge Project. Richard III is a play I love, and a role I think Kevin is born to play.

«I’m also thrilled that the partnership between our three entities has strengthened and blossomed over the course of this venture, along with a host of invaluable international partnerships that have enabled us to extend the reach of global touring year after year.»

Spacey, who took over artistic control of the Old Vic in 2003, was similarly excited. «Sam is one of the finest directors I have had the pleasure to work with and to gain this opportunity is beyond my wildest hopes.

«I love Sam’s perspective on a role, carving and shaping the actor. With such a remarkable character before me, I have a feeling this one is going to be a memorable experience.»

Richard III, the villainous king made more vengeful and ambitious because of his hunched back, has some of Shakespeare’s best known lines – «Now is the winter of our discontent» and «A horse, a horse, my kingdom for a horse» – and has been played by most of the great stage actors.

Olivier is perhaps the best known Richard III and he has been followed by actors including Ian Richardson, in a 1975 production set in a psychiatric ward. Antony Sher, in his 1985 RSC version, propelled himself around stage on crutches, showing how Richard’s disability actually made him the quickest and sharpest of thinkers.

The Bridge Project, sponsored by Bank of America, is this weekend finishing its second season with The Tempest in Aviles, Spain, at the end of a world tour that has taken in Singapore, Hong Kong, Paris, Madrid, Recklinghausen, Amsterdam, London and New York. Complete casting for Richard III will be announced closer to the date.

Σπέισι και Μέντες, ξανά μαζί

  • Ο Κέβιν Σπέισι και ο σκηνοθέτης Σαμ Μέντες θα ξαναβρεθούν δέκα χρόνια μετά τη συνεργασία τους για την ταινία «American Beauty», από την οποία το 1999 προέκυψε μια πεντάδα Οσκαρ, ανάμεσα στα οποία του καλύτερου ανδρικού ρόλου για τον Σπέισι και της καλύτερης σκηνοθεσίας για τον Μέντες.

Αυτή τη φορά η συνεργασία είναι θεατρική. Ο Σπέισι θα πρωταγωνιστήσει στον «Ριχάρδο Γ’» του Σέξπιρ, που αναμένεται να κάνει πρεμιέρα τον Φεβρουάριο του 2012. «Ο Σαμ είναι ένας από τους καλύτερους σκηνοθέτες που είχα τη χαρά να δουλέψω και το να αρπάξω αυτή την ευκαιρία είναι πέρα από τις καλύτερες ελπίδες μου», δήλωσε ο διάσημος ηθοποιός. «Με έναν τέτοιο καταπληκτικό χαρακτήρα μπροστά μου έχω την αίσθηση πως θα είναι μια αξέχαστη εμπειρία». Η παραγωγή θα ξεκινήσει από τη Νέα Υόρκη πριν ξεκινήσει παγκόσμια τουρνέ, η οποία θα περιλαμβάνει και παραστάσεις στο θέατρο «Ολντ Βικ» του Λονδίνου, του οποίου ο Κέβιν Σπέισι είναι καλλιτεχνικός διευθυντής.

Ο Ριχάρδος Γ’ πολέμησε για τον βρετανικό θρόνο κατά τον Πόλεμο των Ρόδων τον 15ο αιώνα και είναι από τους καλύτερους «κακούς» του Σέξπιρ, που ερμήνευσαν μοναδικά τόσο ο Σερ Λόρενς Ολίβιε όσο και ο Σερ Ιαν ΜακΚέλεν. Ο Μέντες υποστηρίζει ότι ο Κέβιν Σπέισι «είναι γεννημένος για τον ρόλο».

Η παράσταση είναι μέρος της τελικής φάσης του περιβόητου «The Bridge Project», ενός προγράμματος που ξεκίνησε το 2008 και ενώνει το αμερικανικό με το βρετανικό θέατρο -και συγκεκριμένα την Ακαδημία Μουσικής του Μπρούκλιν και το «Ολντ Βικ» του Λονδίνου- με μια σειρά συμπαραγωγών. Ενας αμερικανικο-βρετανικός θίασος ανεβάζει κάθε χρόνο, πρώτα στο Μπρούκλιν και μετά στο Λονδίνο, δύο μαζί κλασικά έργα, πριν στη συνέχεια περιοδεύσουν ανά τον κόσμο.

Η αρχή έγινε το 2008 με τα έργα του Σέξπιρ «Αμλετ» και «Τρικυμία», σε σκηνοθεσία του Μέντες. Η θεατρική αυτή «γέφυρα» μας έφερε το καλοκαίρι του 2009 στην Επίδαυρο το «Χειμωνιάτικο Παραμύθι» του Σέξπιρ με έναν υπερατλαντικό θίασο με λαμπρά ονόματα: Ιθαν Χοκ, Σάιμον Ράσελ Μπιλ, Ρεμπέκα Χολ, Σίνεντ Κιούσακ. Η δίδυμή του παράσταση ήταν ο «Βυσσινόκηπος» του Τσέχοφ σε διασκευή του Τομ Στόπαρντ.

Δυστυχώς τις φετινές παραγωγές του «Bridge Project» με τα σεξπιρικά έργα «Οπως σας αρέσει» και «Τρικυμία» σε σκηνοθεσία του Σαμ Μέντες δεν τα είδαμε, καθώς ήταν αδύνατον, λόγω κρίσης, να είναι το Ελληνικό Φεστιβάλ ξανά συμπαραγωγός, όπως στο «Χειμωνιάτικο Παραμύθι». Ποιος ξέρει, όμως. Μακάρι το καλοκαίρι του 2012 να φέρει ο Λούκος τον Σπέισι «Ριχάρδο Γ’» στην Επίδαυρο. Ως θεατή τον είδαμε να απολαμβάνει το «Χειμωνιάτικο Παραμύθι» από τις κερκίδες του αρχαίου θεάτρου.

  • ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΒΑΓΓΕΛΑΤΟΣ, Ελευθεροτυπία, Δευτέρα 30 Αυγούστου 2010

ΔΕΥΤΕΡΗ ΓΕΦΥΡΑ… στη Νέα Υόρκη

ΝΕΑ ΥΟΡΚΗ. Με τους απόβλητους, με την εξουσία και με τους μαγικούς τόπους, κατά την άποψη κριτικού, ασχολείται εφέτος, στη δεύτερη σεζόν του, το Πρόγραμμα Γέφυρα (ars… brevis, 26.7.09). Το θέμα ερευνάται με δύο σαιξπηρικά έργα, το Οπως σας αρέσει και την Τρικυμία, τα οποία παρουσιάζει, στη Μουσική Ακαδημία του Μπρούκλιν (ως τις 13 Μαρτίου), μεικτός, όπως και πέρυσι, θίασος από βρετανούς και αμερικανούς ηθοποιούς. Αυτή η ανάμειξη είναι η βάση του Προγράμματος Γέφυρα, που αποτελεί κοινό εγχείρημα δύο επιφανών προσωπικοτήτων του θεάτρου και του κινηματογράφου, του Βρετανού Σαμ Μέντες, ο οποίος ζει και εργάζεται στην Αμερική, και του Αμερικανού Κέβιν Σπέισι, ο οποίος ζει και εργάζεται στη Βρετανία διευθύνοντας το θέατρο Οld Vic. Μετά τις παραστάσεις του στην αμερικανική μεγαλούπολη ο θίασος θα ξεκινήσει για περιοδεία ανά τον κόσμο και θα καταλήξει τον Αύγουστο στο Λονδίνο. Οι κριτικές είναι, όπως και πέρυσι, επαμφοτερίζουσες, αν και δεν λείπουν ούτε οι καθαρά υμνητικές ούτε οι μάλλον καταδικαστικές. Επιφυλάξεις διατυπώνονται ως προς τη σκηνοθεσία των δύο έργων από τον Σαμ Μέντες. Για τους ερμηνευτές τα θερμά σχόλια είναι μάλλον περισσότερα, πράγμα φυσικό άλλωστε καθόσον ανάμεσά τους συγκαταλέγονται μερικοί εξαίρετοι ηθοποιοί όπως ο Στίβεν Ντιλέιν, Ιάκωβος στο Οπως σαςαρέσει, Πρόσπερο στην Τρικυμία, και η Τζούλιετ Ράιλανς, Ροζαλίντα και Μιράντα αντίστοιχα. Οσο για το κοινό, αρκεί να θυμηθούμε την ανταπόκριση του εντόπιου τον περασμένο Αύγουστο στην Επίδαυρο όπου παίχτηκε το ένα από τα έργα του περυσινού προγράμματος, το αλησμόνητο εκείνο Χειμωνιάτικο παραμύθι.

ΕΛΕΝ ΜΙΡΕΝ «Πέρσες» και Ευριπίδου σπαράγματα

  • Αρχίζουν την Παρασκευή τα Επιδαύρια 2009. Στο μεγάλο αρχαίο θέατρο με οκτώ πρεμιέρες και 16 παραστάσεις και στο μικρό με δύο θεατρικές και δύο μουσικές παραγωγές

Η Ελεν Μίρεν υποδύεται τη Φαίδρα στην ομώνυμη τραγωδία του Ρακίνα, που ανεβαίνει από το Royal Νational Theatre στην Επίδαυρο στις 10 Ιουλίου

Με το ενδιαφέρον στραμμένο στις ξένες παραγωγές που εφέτος παρουσιάζονται στο αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου, ανοίγουν την προσεχή Παρασκευή τα Επιδαύρια 2009. Ως τις 21 Αυγούστου, θα δοθούν οκτώ πρεμιέρες και συνολικά δεκαέξι παραστάσεις, ενώ παράλληλα αρχίζει και το φεστιβάλ στο θέατρο της Μικρής Επιδαύρου, με τέσσερις παραγωγές, δύο θεατρικές και δύο μουσικές, που διαρκεί ως τις 24 Ιουλίου.

Η εφετινή σεζόν περιλαμβάνει τρεις ξένες παραγωγές πλάι στις τέσσερις ελληνικές και στην κυπριακή, που αποτελεί και την εναρκτήρια. Ο Θεατρικός Οργανισμός Κύπρου (ΘΟΚ) κατεβαίνει την Παρασκευή (3-4/7) με τις «Νεφέλες» του Αριστοφάνη, σε μετάφραση Κ. Χ.Μύρη και μουσική Σταμάτη Κραουνάκη . Τη σκηνοθεσία υπογράφει τελικά ο Βαρνάβας Κυριαζής, με ομάδα κυπρίων συνεργατών. Ακολουθεί η «Φαίδρα» του Ρακίνα σε σκηνοθεσία Νίκολας Χάιτνερ, παραγωγή του βρετανικού Royal Νational Τheatre, με την Ελεν Μίρεν στον επώνυμο ρόλο (10-11/7). Με την «Αλκηστη» του Ευριπίδη ο Θωμάς Μοσχόπουλος παίρνει το βάπτισμα της Επιδαύρου, στην πρώτη του συνεργασία με το Εθνικό Θέατρο και στην πρώτη ουσιαστικά ολοκληρωμένη πρότασή του πάνω στο αρχαίο δράμα. Με τους Μαρία Σκουλά, Χρήστο Λούλη, Αργύρη Ξάφη κ.ά. (17-18/7).

Με τη Ζαν Μορό, ο Αμος Γκιτάι παρουσιάζει στην Επίδαυρο την παράσταση «Ο πόλεμος των υιών του φωτός κατά των υιών του σκότους» ενώ για τη συνέχεια είναι προγραμματισμένη η τραγωδία του Αισχύλου, «Πέρσες» σε σκηνοθεσία του Ντίμιτερ Γκότσεφκαι μετάφραση της Ελένης Βαροπούλου, από το Εθνικό Θέατρο. Στον θίασο η Αμαλία Μουτούση και οι Μηνάς Χατζησάββας, Νίκος Καραθάνος, Νίκος Καραθανος, Στεφανία Γουλιώτη, Λένα Κιτσοπούλου κ.ά. (31/7-1/8). Τον Αύγουστο κατεβαίνει το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος με τις «Τρωάδες» που ανεβάζει η Νικαίτη Κοντούρη- σε μετάφραση Ελένης Βαροπούλου, με τη Λήδα Πρωτοψάλτη στον ρόλο της Εκάβης. Παίζουν: Μαρία Ναυπλιώτου, Λαμπρινή Αγγελίδου, Ιφεγένεια Δεληγιαννίδη, Πηνελόπη Μαρκοπούλου κ.ά. (7-8/8). Ο Σωτήρης Χατζάκης σκηνοθετεί (14-15/8) τους «Ορνιθες» του Αριστοφάνη σε μετάφραση Κ.Χ. Μύρη, με τους Γιώργο Αρμένη, Αλέξανδρο Μυλωνά, Χρύσα Ρώπα, Βασίλη Χαραλαμπόπουλο. Η αυλαία πέφτει με το «Χειμωνιάτικο Παραμύθι» του Σαίξπηρ σε μια συμπαραγωγή του Ολντ Βικ του Λονδίνου και της εταιρείας παραγωγής του σκηνοθέτη Σαμ Μέντες. Με τον Ιθαν Χοκ και τη Ρεμπέλα Χολ (21-22/8).

Στο Φεστιβάλ της Μικρής Επιδαύρου θα εμφανισθούν το ΔΗΠΕΘΕ Αγρινίου με τα «Ευριπίδου Σπαράγματα» σε σκηνοθεσία Βασίλη Νικολαΐδη (3-4/7), ο Μισέλ Καμίλο που θα δώσει συναυλία (10-11/7) όπως και ο Αλκίνοος Ιωαννίδης (17-18/7) και θα κλείσει με το «Τερατώδες αριστούργημα» του Γιάννη Ρίτσου από τον Δημήτρη Μαυρίκιο.

  • «Φαίδρα» με τη Βασίλισσα

Στιγμιότυπο από τα «Ευριπίδου σπαράγματα» που ανοίγουν το φεστιβάλ στο θέατρο της Μικρής Επιδαύρου

Αποτελεί το πρώτο μεγάλο γεγονός του καλοκαιριού- και ένα από τα σημαντικότερα του Ελληνικού Φεστιβάλ- η άφιξη της Dame Ελεν Μίρεν στην Ελλάδα για να υποδυθεί τη Φαίδρα στην ομώνυμη τραγωδία τουΡακίνα. Και αν όλοι υποκλίθηκαν στην προσωπικότητα και στη λάμψη της και την καταχειροκρότησαν στη βρετανική πρεμιέρα, δεν φαίνεται να ενθουσιάστηκαν με την παράσταση που σκηνοθετεί ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Royal Νational Τheatre Νίκολας Χάιτνερ, που έκανε ήδη πρεμιέρα στο Λονδίνο. Η κριτική στάθηκε στην πρωταγωνίστρια και στην «αργή έκρηξή της», μίλησε ιδιαίτερα για τα χρώματα των κοστουμιών της- και των κοσμημάτων της- ενώ παράλληλα υπογράμμισε ότι το τραγικό στοιχείο της ηρωίδας δεν πέρασε μέσα στη δίωρη παράσταση. Ισως γιατί ο σκηνοθέτης θέλησε να στηριχθεί στη «Βασίλισσα» (η Μίρεν κέρδισε το Οσκαρ υποδυόμενη τη βασίλισσα Ελισάβετ της Αγγλίας, το 2007) και όχι στον Ρακίνα και στο έργο του, με αποτέλεσμα να στήσει μια παράσταση χωρίς τις εντάσεις του πάθους της ώριμης γυναίκας για τον νεαρό γιο του συζύγου της. Μαζί της ο Ντόμινικ Κούπερ – τον γνωρίσαμε ως μέλλοντα γαμπρό της Μέριλ Στριπ στην κινηματογραφική ταινία «Μamma mia»- στον ρόλο του Ιππόλυτου, καθώς και οι ηθοποιοί Τζον Σράπνελ, Μάργκαρετ Τάιζακ, Γουέντι Μόργκαν, Τσίπο Τσουνγκ.

Προσωπική επιλογή της Ελεν Μίρεν, η «Φαίδρα» αποτελούσε όνειρο ζωής για εκείνη από τα νεανικά της χρόνια. Ωστόσο, όπως έγραψε ο «Ιndependent», «γιατί μια ηθοποιός όπως η Μίρεν έπρεπε να παραστήσει τη Φαίδρα της σπουδαίας αυτής τραγωδίας και όχι να είναι η ίδια η Φαίδρα;». Στις 10 Ιουλίου είναι η σειρά του ελληνικού κοινού να κρίνει τη… «Βασίλισσα».

  • Τα χαμένα τού από σκηνής φιλοσόφου

«Υψιπύλη», «Κρήτες», «Ανδρομέδα», «Φαέθων», αλλά και «Τήλεφος», «Οιδίπους», «Βελλερεφόντης», «Μελανίππη»: έργα του Ευριπίδη που δεν σώθηκαν παρά σε σπαράγματα, επέλεξε για την παράσταση του ΔΗΠΕΘΕ Αγρινίου ο καλλιτεχνικός του διευθυντής, σκηνοθέτης Βασίλης Νικολαΐδης. Η παράσταση, που έκανε πρεμιέρα στις Οινιάδες (27/6), παρουσιάζεται σε συνεργασία με τον φιλόλογο Γιάννη Λιγνάδη, δραματουργική επεξεργασία-στίχους Αγαθής Δημητρούκα, σκηνογραφία Γιάννη Μετζικώφ. Με τον τίτλο «Ευριπίδου σπαράγματα» ή «Απλά μαθήματα μιας άγνωστης μυθολογίας» η παραγωγή κατεβαίνει στο Φεστιβάλ της Μικρής Επιδαύρου- έχει προηγηθεί η πρεμιέρα στις Οινιάδες ενώ θα ακολουθήσει περιοδεία. «Πολλά από αυτά έχουν ηθικοπλαστικό περιεχόμενο, αποτελούν επιγραμματικές ρήσεις ή ψόγο ή εγκώμιο γυναικών και βγήκαν στην επιφάνεια με τις μεγάλες ανασκαφές της Αιγύπτου τον 19ο αιώνα» λέει σχετικά ο Βασίλης Νικολαΐδης, ο οποίος χρησιμοποιεί τον μύθο ως συνδετικό ιστό. Χωρίς σκηνικό αλλά με δώδεκα μεταλλικά σκαμνιά επί σκηνής, οι ηθοποιοί χρησιμοποιούν κομμάτια από ύφασμα. Παίζουν: Λουκία Πιστιόλα, Γιάννης Κρανάς, Αννα Κουτσαφτίκη, Θανάσης Κουρλαμπάς κ.ά.

  • της ΜΥΡΤΩΣ ΛΟΒΕΡΔΟΥ | ΤΟ ΒΗΜΑ, Κυριακή 28 Ιουνίου 2009

Ο ΣΑΜ ΜΕΝΤΕΣ ΜΙΛΑΕΙ ΓΙΑ ΤΟ «ΧΕΙΜΩΝΙΑΤΙΚΟ ΠΑΡΑΜΥΘΙ» ΠΟΥ ΘΑ ΦΕΡΕΙ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΕΠΙΔΑΥΡΟ: «Φοβόμαστε πάνω απ’ όλα την απώλεια»

  • Του Βenedict Νightingale
Ο Ίθαν Χοκ ερμηνεύει τον Αυτόλυκο στο κατά Σαμ  Μέντες «Χειμωνιάτικο παραμύθι» που θα δούμε τον  Αύγουστο στην Επίδαυρο
  • O Σαμ Μέντες σύντομα θα είναι εδώ. Για να παρουσιάσει στην Επίδαυρο τη δική του εκδοχή στο έργο του Σαίξπηρ «Χειμωνιάτικο παραμύθι». Μία παραγωγή που φέρνει στο αρχαίο θέατρο την επίλεκτη ομάδα Άγγλων και Αμερικανών ηθοποιών οι οποίοι δουλεύουν μαζί με τον Βρετανό σκηνοθέτη την ιδέα του Βridge Ρroject. Του φιλόδοξου εγχειρήματός του κατά το οποίο οι ηθοποιοί της Νέας Υόρκης και του Λονδίνου συμπράττουν στο ανέβασμα ενός έργου που παρουσιάζεται στις δύο πρωτεύουσες, μοιράζοντας τη θεατρική σεζόν.
  • «Η ιδέα τού να έρχεσαι αντιμέτωπος με το παρελθόν σου, η απώλεια της παιδικής σου ηλικίας, οι απώλειες των παιδιών στοιχειώνουν το έργο. Και στη ζωή, αυτός είναι ο πιο μεγάλος μας φόβος. Τώρα πια ξέρω πώς είναι να βαστάς στην αγκαλιά σου ένα μωρό, το δικό σου παιδί. Κάνει μεγάλη διαφορά και μπορείς να σκηνοθετήσεις το «Χειμωνιάτικο παραμύθι» με διαφορετικό τρόπο» λέει ο σκηνοθέτης Σαμ Μέντες για το έργο στο οποίο πρωταγωνιστούν οι Ρεβέκκα Χολ, Σάιμον Ράσελ Μπιλ, Ίθαν Χοκ, Σινέντ Κιούζακ. Το «Χειμωνιάτικο παραμύθι» πρώτα συμπλήρωσε τον κύκλο παραστάσεών του στην Ακαδημία Μουσικής του Μπρούκλιν και συνεχίζει έως τις 15 Αυγούστου στο Λονδίνο στο θέατρο «Οld Vic».
  • Στη διάρκεια των αναγνώσεων του έργου, οι ηθοποιοί ήταν επιφυλακτικοί. Ιδιαίτερα η ομάδα των Αμερικανών που ένιωθαν δέος για την εξοικείωση των Άγγλων με το σαιξπηρικό κείμενο. Ο Ίθαν Χοκ, ο Αυτόλυκος του έργου, είχε σχολιάσει τον ρόλο του λέγοντας «ανάθεμα κι αν ξέρω τι κάνω». Στη συνέχεια οι Άγγλοι εντυπωσιάστηκαν από τις ρεαλιστικές ερμηνείες των Αμερικανών, εκπαιδευμένοι στη μέθοδο του Άκτορς Στούντιο. Από όσα είδε, ο σκηνοθέτης κατέληξε στο ότι το Βridge Ρroject καταργεί τις διαφορές στο ερμηνευτικό ύφος κι επιτρέπει να ανθήσουν φιλίες.
  • «Δεν είχα συνειδητοποιήσει πόσο έχανα που δεν έμπαινα στην ουσία ενός κλασικού έργου» λέει. «Ώσπου μπήκα στην αίθουσα ανάγνωσης μαζί τους. Εκείνο το διάστημα έφευγα από το σπίτι, πήγαινα τα παιδιά στο σχολείο και στη συνέχεια δούλευα με τους αγαπημένους μου ηθοποιούς. Υπάρχει κάτι καλύτερο;».
  • Ίσως η μόνη απάντηση που να ταιριάζει στην απορία του είναι η οικογενειακή του ζωή. Την οποία μοιράζεται στη Νέα Υόρκη με την Κέιτ Γουίνσλετ. «Μια φυσική δύναμη», όπως τη χαρακτηρίζει, «αφού μπορεί να κάνει κάτι χωρίς να το υπεραναλύει. Είναι ένα μεγάλο ταλέντο που το έχω δει σε λίγους. Βρίσκεται στην ίδια σειρά με θαυμάσιες Αγγλίδες ηθοποιούς όπως οι Τζούντι Ντεντς, Έλεν Μίρεν, Ζόε Γουοναμέικερ. Οι γυναίκες αυτές δεν είναι απλά σταρ της οθόνης, δεν είναι απλά όμορφες, είναι εκείνες που μπορούν να φέρουν αποτέλεσμα».

ΙΝFΟ

Το «Χειμωνιάτικο παραμύθι» του Σαίξπηρ σε σκηνοθεσία Σαμ Μέντες παρουσιάζεται στο αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου στις 21 και 22 Αυγούστου.


  • «Με συναρπάζουν οι δυσλειτουργικές οικογένειες»

Η σύζυγός του Κέιτ Γουίνσλετ ήταν πρωταγωνίστριά του και στην πρόσφατη ταινία του «Ο δρόμος της επανάστασης». 

Η ταινία αυτή μαζί με την «Αμερικάνικη ομορφιά» τού έδωσαν την ικανοποίηση να ασχοληθεί με τα θέματα που τον συναρπάζουν: «Η δυναμική της οικογένειας, δυσλειτουργικές οικογένειες, ερωτικές σχέσεις, συνεταιριλίκια, γάμοι, οτιδήποτε». Ο Σαμ Μέντες πέρασε τα παιδικά του χρόνια στην Οξφόρδη με τον καθηγητή πατέρα του και τη συγγραφέα μητέρα του. Οι αναμνήσεις από εκείνα τα χρόνια δεν είναι ιδιαίτερα τρυφερές.

«Απ΄ έξω όλα φαίνονταν εντάξει. Τα πάντα ήταν όμοια και τακτοποιημένα.

Όμως στο εσωτερικό των σπιτιών υπήρχαν πολλοί παράξενοι και δυστυχισμένοι άνθρωποι. Μάλιστα ένας από εκείνους σκαρφάλωσε σε έναν πυλώνα ηλεκτρικού ρεύματος και πήδηξε πάνω στα καλώδια».

 

  • Με μια ματιά
● Γεννήθηκε το 1965 στο Ρέντινγκ, στη Βρετανία
● Σκηνοθετούσε φοιτητικές παραστάσεις στο Κέμπριτζ
● Είναι παίκτης του κρίκετ
● Η πρώτη του παραγωγή στο Γουέστ Εντ ήταν το 1989 ο «Βυσσινόκηπος» με την Τζούντι Ντεντς
● Το 2000 κέρδισε Όσκαρ σκηνοθεσίας για την «Αμερικάνικη ομορφιά»


  • Επιμέλεια: Έφη Φαλίδα, ΤΑ ΝΕΑ: Τρίτη 9 Ιουνίου 2009

Εισβολή αστέρων στην Επίδαυρο

Εισβολή αστ�ρων στην Επίδαυρο

Ελεν Μίρεν, Σαμ Μέντες, Ιθαν Χοκ, Ντόμινικ Κούπερ και Ρεμπέκα Χολ θα εμφανιστούν στο αργολικό θέατρο

Ιθαν Χοκ, Ελεν Μίρεν, Σαμ Μέντες δίνουν ραντεβού το καλοκαίρι στην Επίδαυρο! Ακούγεται σαν σενάριο επιστημονικής φαντασίας αλλά πρόκειται για πραγματικότητα. Σταρ, γνωστοί μας από την κινηματογραφική οθόνη, αλλά και με θεατρική παρουσία, θα εμφανιστούν στο αργολικό θέατρο στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Επιδαύρου.

Η Ελεν Μίρεν, τιμημένη με Οσκαρ Πρώτου Γυναικείου Ρόλου το 2006 για την ερμηνεία της ως Ελισάβετ Β στην ταινία «Η βασίλισσα» και με πολλά άλλα βραβεία, θα υποδυθεί τη «Φαίδρα» στην ομώνυμη τραγωδία του Ρακίνα με το Βασιλικό Εθνικό Θέατρο της Βρετανίας.

Λήδα Πρωτοψάλτη

Λήδα Πρωτοψάλτη

Η παράσταση θα κάνει την πρεμιέρα στο Λονδίνο, στην αίθουσα «Λίτελτον» του Εθνικού, στις 9 Ιουνίου, σε σκηνοθεσία του καλλιτεχνικού διευθυντή του, Νίκολας Χάιτνερ. Ιππόλυτος θα είναι ο Ντόμινικ Κούπερ -ο Σκάι, ο νεαρός αρραβωνιαστικός της «κόρης» της Μέριλ Στριπ, στο κινηματογραφικό «Μamma Μia»- και τροφός Οινώνη η Μάργκαρετ Τάιζακ. Η τραγωδία θα παρουσιαστεί στη μετάφραση- προσαρμογή του Αγγλου Εθνικού Ποιητή Τεντ Χιουζ.

Διάσημα ονόματα συγκεντρώνονται στον υπερατλαντικό θίασο της δεύτερης «εισαγόμενης» παραγωγής με την οποία θα πέσει η αυλαία των Επιδαυρίων, στις 21 και 22 Αυγούστου. Ο Ιθαν Χoκ και η Ρεμπέκα Χολ -η Βίκι στο «Vicky, Cristina, Βarcelona» του Γούντι Αλεν, κόρη του σκηνοθέτη σερ Πίτερ Χολ- θα ερμηνεύσουν Αυτόλυκο και Ερμιόνη, αντίστοιχα, στο «Χειμωνιάτικο παραμύθι» του Σαίξπηρ. Σκηνοθέτης της παραγωγής ο τιμημένος με Οσκαρ (για το «Αmerican Βeauty»), Σαμ Μέντες. Στην παράσταση πρωταγωνιστούν τέσσερα ακόμα μεγάλα ονόματα του βρετανικού και του αμερικανικού θεάτρου: Σάιμον Ράσελ Μπιλ (Λεόντιος), Σινάιντ Κιούσακ (Παυλίνα), Ρίτσαρντ Ιστον (Γέρος Βοσκός και Χρόνος) και Τζος Χάμιλτον (Πολύξενος).

  • ΟΙ ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΠΑΡΑΓΩΓΕΣ

Από ελληνικής πλευράς τώρα, το Εθνικό Θέατρο θα παρουσιάσει δύο παραγωγές, με τη συμμετοχή της dream team των Ελλήνων ηθοποιών. Αναφερόμαστε στους «Πέρσες» του Αισχύλου με την υπογραφή του Ντίμιτερ Γκότσεφ, «γνώριμού» μας από τον «Φιλοκτήτη» του Χάινερ Μίλερ (Πάτρα, 2006) και τον «Ιβάνοφ» του Αντον Τσέχοφ (Φεστιβάλ Αθηνών 2007). Στην παράσταση πρωταγωνιστούν οι Αμαλία Μουτούση (Ατοσσα), Μηνάς Χατζησάββας (φάντασμα Δαρείου), Νίκος Καραθάνος (Ξέρξης), ενώ στον χορό συμμετέχουν Περλέγκας, Γουλιώτη, Σαουλίδου, Καρβούνη, Ημελλος, Κεχαγιόγλου κ.ά. Ο Θωμάς Μοσχόπουλος θα σκηνοθετήσει την «Αλκηστη» του Ευριπίδη με την Αννα Μάσχα στον επώνυμο ρόλο, τον Χρήστο Λούλη (Αδμητο), τον Αργύρη Ξάφη (Ηρακλή) και τη Μαρία Σκουλά (Θεράπαινα).

Η Λήδα Πρωτοψάλτη θα είναι η Εκάβη στις «Τρωάδες» του Ευριπίδη με τη σκηνοθετική υπογραφή της Νικαίτης Κοντούρη για λογαριασμό του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος, σε μετάφραση Ελένης Βαροπούλου. Η έκτη (δεδομένη) παραγωγή των Επιδαυρίων είναι αυτή του «Θεατρικού Οργανισμού Κύπρου», με τις «Νεφέλες» σε σκηνοθεσία Νίκου Μαστοράκη. Τέλος, συζητήσεις γίνονταν μεταξύ του Φεστιβάλ και του Βασίλη Παπαβασιλείου προκειμένου να παρουσιάσει την παράσταση «Μούσσαις – ένα θέαμα για τον Αριστοφάνη», μια σύνθεση κειμένων από έργα του Αριστοφάνη.

  • ΑΝΤΙΓΟΝΗ ΚΑΡΑΛΗ, ΕΘΝΟΣ, 30/01/2009

Επίδαυρος μέσω Μπρόντγουεϊ

  • Κι αυτά…
 

Οι Ιθαν Χοκ (Τροφίμοφ), Σίνεντ Κιούζακ (Λιούμποβα) και Ρεμπέκα Χολ (Βάρια) σε μια σκηνή από τον «Βυσσινόκηπο» του Μέντες. Οι ίδιοι θα παίξουν και στο «Χειμωνιάτικο Παραμύθι»

Ενας υπερατλαντικός θίασος, με επικεφαλής τον βραβευμένο με Οσκαρ Σαμ Μέντες, θα έρθει στην Επίδαυρο, αφού προηγουμένως κάνει στάση και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού. Ο Βρετανός σκηνοθέτης ηγείται του προγράμματος «The Bridge Project», που ενώνει το αμερικανικό με το βρετανικό θέατρο και συγκεκριμένα την Ακαδημία Μουσικής του Μπρούκλιν και το Ολντ Βικ του Λονδίνου. Το τρίχρονο πρότζεκτ προϋποθέτει ότι ένας αμερικανο-βρετανικός θίασος θα ανεβάζει κάθε χρόνο, πρώτα στο Μπρούκλιν και μετά στο Λονδίνο, δύο μαζί κλασικά έργα. Για φέτος είναι ο «Βυσσινόκηπος» του Τσέχοφ σε διασκευή Τομ Στόπαρντ (πρεμιέρα 14 Ιανουαρίου) και το «Χειμωνιάτικο Παραμύθι» του Σέξπιρ (10 Φεβρουαρίου).

Από αυτή τη θεατρική γέφυρα επικοινωνίας θα επωφελείται φυσικά και η υπόλοιπη Ευρώπη. Ετσι, θα δούμε και εμείς το καλοκαίρι το «Χειμωνιάτικο Παραμύθι». Στην ιστοσελίδα, μάλιστα, της Ακαδημίας Μουσικής Μπρούκλιν έχει ήδη αναρτηθεί κάλεσμα σε πενταήμερο ταξίδι στην Επίδαυρο. Διαφημίζεται και η παράσταση αλλά και τα αρχαία κάλλη της Επιδαύρου, «το καλύτερα διατηρημένο θέατρο, γνωστό για τη συμμετρία του, την ομορφιά του και την τέλεια ακουστική του».

Τον θίασο αποτελούν λαμπερά ονόματα. Οι Σάιμον Ράσελ Μπιλ, Σίνεντ Κιούζακ (η σύζυγος του Τζέρεμι Αϊρονς) και Ρεμπέκα Χολ (κόρη του μεγάλου σκηνοθέτη, που την είδαμε πρόσφατα στο «Vicky Cristina Barcelona»), εκπροσωπούν το αγγλικό θέατρο. Οι Ιθαν Χοκ, Ρίτσαρντ Ιστον και Τζος Χάμιλτον, το αμερικανικό.

«Είμαι ενθουσιασμένος που θα δουλέψω ταυτόχρονα τον «Βυσσινόκηπο» και το «Χειμωνιάτικο Παραμύθι»», έλεγε πριν από λίγο καιρό ο Σαμ Μέντες. Και εξηγούσε: «Δύο έργα για την αναπόληση, την απώλεια και τη μεταμέλεια. Δύο έργα για τον χρόνο και το πώς μπορεί να μας γιατρέψει ή να μας καταστρέψει. Δύο έργα που αρχίζουν και τελειώνουν σε ένα παιδικό δωμάτιο. Δύο έργα που συνεχίζουν να ανατρέπουν και να εκπλήσσουν με την απύθμενη πολυπλοκότητά τους και το μυστήριο. Και, τέλος, δύο έργα γραμμένα στο τέλος της καριέρας των δύο σπουδαιότερων δραματουργών που έζησαν ποτέ».

Οι ηθοποιοί του πάντως αρχικά ήταν πελαγωμένοι, αφού έκαναν πρόβες ταυτόχρονα και για τα δύο έργα. Ο Ράσελ Μπιλ έλεγε: «Στην αρχή νόμιζα ότι ύστερα από μία εβδομάδα προβών για τον «Βυσσινόκηπο», αποκλείεται να θυμόμουν τα λόγια για το «Χειμωνιάτικο Παραμύθι»». Ο Ιθαν Χοκ μάλλον διασκέδασε την εναλλαγή: «Το μόνο αρνητικό στο θέατρο είναι η επανάληψη και οι συνεχείς πρόβες. Ομως τελικά είναι ωραίο να κάνεις επαναλήψεις διαφορετικών έργων».
Ο Μέντες έχει βαλθεί να καταρρίψει την κλισέ άποψη ότι οι Αμερικανοί ταιριάζουν καλύτερα στον Τσέχοφ εξαιτίας των νατουραλιστικών υποκριτικών τους παραδόσεων και οι Αγγλοι στον Σέξπιρ λόγω της κλασικής τους παιδείας. Οσο για τις μελλοντικές παραγωγές, κάτι έχει στο μυαλό του. «Θα με ενδιέφερε να δω πώς ο Ο’ Νιλ αντικατοπτρίζει τον Σέξπιρ και πώς ο Ουίλιαμς αντικατοπτρίζει τον Ιψεν».
  • ΧΡΥΣΟΥΛΑ ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ, ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ – 28/01/2009

Oliver!: The real story of Britain’s greatest musical

Rowan Atkinson is set to bring crowds flocking to Oliver!

Rowan Atkinson is set to bring crowds flocking to Oliver!

Rowan Atkinson is set to bring crowds flocking to Oliver! again. And though the show’s history has its tragedies, the potent mix of fun and misery is perfect for our times, says Michael Coveney

The Independent, Friday, 9 January 2009

The first big theatre event of the new year in the West End is a smash hit of 50 years ago, re-launched in a new production based on a 15-year-old revival. This may sound like a dubious recipe for success, but as the show is Lionel Bart’s Oliver!, directed by hotshot Rupert Goold at Drury Lane and based on that long-running 1994 Sam Mendes version at the Palladium, the odds are that the public will turn up in droves.

For anyone over the age of 40, Bart’s songs are part of the fabric of their lives: whole generations have been «Reviewing the Situation» while asking «Where Is Love?» and «Who Will Buy?» and celebrating «Food, Glorious Food». And, as for «As Long As He Needs Me» – the 28-year-old former agony aunt and weight-watcher Jodie Prenger from Blackpool, who won the role of Nancy on the I’d Do Anything BBC television audition show, needs a critical thumbs-up next week even more than she needs another black eye from Burn Gorman’s abusive Bill Sikes every night on stage.

Cameron Mackintosh’s huge production, using the same Palladium designs by Anthony Ward and the same (admittedly revamped) choreography by Matthew Bourne, is hedged with questions that need answering. Is Oliver! really the greatest of all 20th-century British musicals, as is often claimed? Is it not a pale, cheeky-chops copy of Charles Dickens? And is not the music, as John Gielgud remarked in a 1960 letter to one of Stephen Sondheim’s future collaborators, Hugh Wheeler, «very amateur, though catchy and appropriate»?

«The stagecraft is the thing,» Gielgud said. But can a show that was subject to the whim of TV viewers’ telephone votes be organically conceived, let alone crafted? Both Mackintosh and Drury Lane theatre-owner Andrew Lloyd Webber – who has a vested, but non-producing, interest in the production – were visibly downcast when Jodie pipped Jessie Buckley – now in the Menier Chocolate Factory’s superb Trevor Nunn revival of Sondheim’s A Little Night Music – to the role.

And, perhaps most important – how Jewish is the non-Jew Rowan Atkinson prepared to be in the role of the child-procuring, double-dealing Fagin, bearing in mind that a rabbi who had not even seen David Hare’s Gethsemane at the National denounced the author as anti-Semitic because one of his characters was Jewish and not very nice?

Bart died in 1999, so this will be the first time he’s not been around for a major London revival. The poor fellow ended up needing to pick a pocket or two as much as Fagin himself, wrecked and destitute, even though Mackintosh generously cut the composer back into some of the stage rights he sold off in his darkest hour. Between 1957 and 1964, Bart wrote prodigiously and blazed like a cockney comet, going from rags to riches and back again, learning twice over the bitterness of Fagin’s lyric, «In this world, one thing counts; in the bank, large amounts…»

That refrain will strike a new chord as we enter recession. Though much of the music does reflect the bleakness of Dickens’s «murderous melodrama», with its filthy dens, riverside murk and low dives, there has always been something cheerful and uplifting amid the misery. This conflict is what audiences love and critics tend to dislike. The 1994 revival struck me as anodyne, devoid of texture, and seriously under-written in the second act (at least three songs short of a collection). Another critic complained that Oliver! was scrubbed clean of Dickens’s social rage and Gothic strangeness.

This last is a valid complaint only if you think that musicals have to be accurately tied to their source material. I’m not even sure that Bart ever read Oliver Twist, Dickens’s imperfect but utterly compelling second novel. Angus Wilson was surely correct in describing it as «one of the great popular works of art of all time, rightly seized upon by film, stage and television producers, rightly made the prey of pop composers.» Oliver Twist holding out the begging bowl became a rosy-cheeked advertising symbol for Terry’s chocolate bars, rather like the Pear’s Soap girl. Bart took his direct inspiration from that sweet wrapping, not the novel.

And, as Mark Steyn once pointed out, comparing what Bart did with Dickens to what Disney did with Kipling’s Jungle Book, the composer took the source material and recast it in another form, consistent in its own tone. Bart modestly told Steyn that for Oliver! he did Tom and Jerry music, thinking in terms of people’s walks. So, the title song was really the Beadle’s walk, a sort of «dum-de-dum» («O-li-ver! O-li-ver!) and Fagin’s music was «like a Jewish mother-hen clucking away».

Very few musical theatre writers do all three parts of the job: book, lyrics and music. With Oliver!, Bart was following the elite examples of Noël Coward and Cole Porter, both of whom admired him enormously. It’s hard now to realise how thoroughly he transformed the British musical, which had anyway gone through a minor golden period in the 1950s with witty, civilised shows by Sandy Wilson (The Boy Friend) and Julian Slade (Salad Days); Wilson went to Harrow and Oxford, Slade to Eton and Cambridge.

Bart went to the left-wing Unity Theatre and Soho. The seventh child of East End immigrant Austrian Jews (his father was a master tailor), he had studied at St Martin’s School of Art, where his first life model was Quentin Crisp, and entered the printing trade after National Service. Coward said he would «rather spend five minutes in a four-ale bar chatting with Lionel Bart than a year’s yachting cruise with the Oxford Debating Society,» a sure sign that Bart’s roguish wit and sassiness were as salient in his life as in his work.

His cultural context wasn’t other musicals or West End revues, but Joan Littlewood’s Theatre Workshop in the East End and the first stirrings of British rock’n’roll. He played washboard in a skiffle band with Tommy Steele, for whom he wrote some of his first songs («Rock With the Caveman» and «Little White Bull»), and then, for Cliff Richard, one of the great pop songs of the period, «Living Doll» («I got myself a crying, talking, sleeping, walking living doll; got to do my best to please her just ‘cos she’s a living doll»); it remains one of Cliff’s best hits.

Amazingly, he could not read, write or play music. He always said he couldn’t tell the difference between A flat and «a council flat». He was a complete natural. He sang his tunes and lyrics into a tape recorder, his constant companion. He mined an entire semi-submerged territory of music hall, parlour songs and cockney anthems and filtered them through an idiosyncratic gift for rhythm, phrase-making and song construction. He didn’t have to discover «political commitment», coming from his background, and he caught the first big post-war wave of the celebrity culture and enjoyed every fleeting second of his fame.

It all happened so quickly. In the two years before Oliver!, Bart wrote Wally Pone, a musical play based on Ben Jonson’s Volpone, at the Unity; jaunty music and lyrics for Frank Norman’s Fings Ain’t Wot They Used T’Be («They’ve turned our local palais into a bowling alley, and fings ain’t…» etc) for his mentor Joan Littlewood at Stratford East (Bart agreed that you could describe this nostalgic hymn to pimps, ponces and tarts as Guys and Dolls with its flies undone); and brilliant lyrics for Lock Up Your Daughters for a Mermaid Theatre musical version of Henry Fielding’s Rape upon Rape.

He was definitely the new kid on the block, but still 12 managements turned down the idea for Oliver! as impracticable and too morbid. According to Bart’s unauthorised biographer David Roper, the producer Donald Albery took an option on the strength of a few tape-recorded songs and bought and staged it for just £15,000. The director was Peter Coe and the designer Sean Kenny, whose labyrinthine timbered setting, cunningly lit in blues and ambers, was a wonder of the West End.

In rehearsal, and during the try-out in Wimbledon, Bart composed frantically, adding to the original six songs – for Barry Humphries as Sowerberry, he came up with «That’s Your Funeral» – and writing music for the visible scene-changes; Kenny convinced Bart that the show should flow without actors or scenery ever coming to a stop. In banishing trucks, painted canvas, standing flats and pseudo-marbled wallpaper, Kenny was effecting a design revolution that would pave the way for the newly formed RSC and, eventually, a «son of Oliver!» design style by John Napier for Cats and Les Misérables.

Two of the best numbers, the irresistibly cheery «Consider Yourself» and the blazing torch song «As Long As V C He Needs Me» were released before the opening on recordings by Max Bygraves and Shirley Bassey. The critics (mostly) raved and the show ran for more than six years, the longest-running British musical until Jesus Christ Superstar came along in 1970. Everyone went to see it. The only theatre show recording we had in the house when I was an Essex teenager, apart from Gilbert and Sullivan, was Oliver!.

Cameron Mackintosh saw the show within a few months of its opening at the New Theatre (later the Albery and now the Noël Coward, which he owns). Already set on becoming a producer, he joined a national tour of the show soon after leaving drama school and in 1977 he revived that original production in the same theatre with Roy Hudd as Fagin. His dedication to Oliver! is as strong as his grip on its theatrical life. He is similarly engaged with My Fair Lady, another unabashed appropriation of a masterpiece, Shaw’s Pygmalion.

Mackintosh puts the show’s appeal down to its rich, entertaining characters and its heart, a quality it shares with Bart, who never felt sorry for himself despite his tribulations. Mackintosh brought the same production back again in 1983 for a Christmas season at the Aldwych, and Ron Moody’s Fagin, long enshrined in the 1968 movie, flickered back to electrifying life, eyes burning like live coals for one critic, and his capering, tattered cloak outstretched in all directions delighting another.

The movie version, bursting with jollity, is often dismissively compared with David Lean’s wonderful 1948 black and white non-musical Oliver Twist, which starred Alec Guinness as Fagin, Robert Newton as Sikes and a young Anthony Newley as the Dodger. Markedly Dickens-lite in comparison, Carol Reed’s film nonetheless won six Oscars and boasts a fascinating gallery of great British character actors, apart from Moody: Oliver Reed as Sikes, Leonard Rossiter and Hylda Baker as the Sowerberrys, Harry Secombe as Bumble, Peggy Mount as Mrs Corney.

A beguiling small-scale version by the National Youth Music Theatre in 1991 suggested that the time might be right for another approach. But instead of taking a fresh look at the close-up mechanics and emotional content of the piece – the New/Albery was always an intimate house, after all, and the show is a «musical play», not a blockbuster – Mackintosh decided to go large at the Palladium. The «spectacular» elements of Anthony Ward’s design did not really earn their keep and a lot of the songs seemed swamped.

Mackintosh and Mendes cast two RSC Macbeths – Jonathan Pryce and Miles Anderson – as Fagin and Sikes. Pryce was a dark, malevolent Fagin, but he missed (deliberately?) the Jewishness and the glee. Still, what do critics know? The production ran for three years, grossing more than £40m at the box office and travelled the world, Pryce followed in his beard and gabardine by Jim Dale, Robert Lindsay, Barry Humphries and Russ Abbot.

This time round, Mackintosh confesses he had initial misgivings about Jodie Prenger’s generous curves, but the biggest success in 1994 was Sally Dexter’s Nancy, and she’s no role model for size zero. She blasted her way through the score, and her innate voluptuousness was no bar to turning «As Long As He Needs Me» into the sad valedictory of a (literally) beaten woman. So Prenger needn’t necessarily stint on the sauce and mayo if the performance is in good order, as Mackintosh now thinks it is.

Still, Prenger’s comparative inexperience is acknowledged in the cover Mackintosh has provided, with Tamsin Carroll, an award-winning Nancy in Australia, playing Wednesday and Thursday evenings, and Sarah Lark, another I’d Do Anything reject, understudying the role while filling in as one of the street sellers. Atkinson only agreed to play Fagin – Mackintosh says he’s been pestering him for 15 years – after playing the part in his daughter’s school production. He’s signed up for six months, risking the boredom he dreads of repeating himself each night.

The danger – and possible deterrent to an evaluation of Oliver!’s true worth – is that Mackintosh has now gone even larger. One envisages hordes of grubby infants marching in military unison in search of bowls of gruel all over Ward’s sets, and Atkinson muttering into his beard in search of acting «truth» – or perhaps, after all, he will caper maliciously, and Jewish-joyfully, like Moody? The stage at Drury Lane is 80ft deep and has, says Mackintosh, given the production team tremendous scope to enlarge the «original concept».

Two years ago, the Queen’s Theatre in Hornchurch, Essex, on the margins of Bart’s East End patch, presented a biographical songbook in his memory. The greatest impression, apart from the warmth and humanity of the material, was the easy colloquialism of the writing. After Oliver!, Bart wrote an East End war-time idyll Blitz!, which contains some beautiful songs and, with Alun Owen, Maggie May, a rumbustious musical drama about a tart with a heart of gold on the Liverpool docks.

But then, in 1965, everything went belly up with his doomed Robin Hood musical Twang!! (one exclamation mark too far, said Mark Steyn) and a catastrophic opening in Manchester led to the withdrawal of the show’s backers. Littlewood left, Bart took over the direction and footed the whole bill himself; he lost the lot. Despite a cast including Barbara Windsor, James Booth, Ronnie Corbett and Bernard Bresslaw, Twang!! sank after 43 performances in London. Another botched project, a Broadway stab at Fellini’s La Strada, closed on its second night in 1969.

Littlewood left Britain for good in 1972 (she died 30 years later) and Bart provided a few painfully unmemorable songs for her last show at Stratford East, Costa Packet, a fairly predictable take on the new tourist package industry. Bart, the darling of the Sixties who hobnobbed with Princess Margaret, Judy Garland and Liberace, and whose house was Kubla Khan in Kensington (with two huge glass urns on permanent offer to guests, one full of cocaine, the other full of money), simply withdrew from the fray, like some modern-day Timon of Athens. He was bankrupt, diabetic and alcoholic. All he had left were his few close friends.

In the Hornchurch memorial, one or two songs from Twang!! and «Unseen Hands» from La Strada slipped their moorings to remind us of Bart’s unfussy genius and the fact that he stirs our hearts when he speaks most directly to them, with a wink and a smile and the sort of natural communal knees-up an older generation enjoyed in skiffle clubs or sitting rooms. That quality is strong enough to be scented by a new young audience every 10 years or so, and it will be fascinating to see whether Oliver!, with its rousing choruses and perfectly wrought ballads, can work the magic all over again.

  • Victims of a success story

* Lionel Bart never recovered from Oliver!’s success, living a life of luxury, drink and drugs and losing everything on the ill-fated Robin Hood musical Twang!! (1965). He sold all rights in Oliver! and died in a spartan flat above a café in Acton, west London, in 1999 after years of writer’s block.

* Georgia Brown, the first Nancy, remained associated with the role as a cabaret artiste on both sides of the Atlantic. She died aged 58 in 1992 during emergency surgery.

* Michael Caine auditioned for the role of Bill Sikes in 1960 and cried for days when he was rejected. Now probably relieved not to be caught up in endless West End runs.

* Jack Wild was a take-over Oliver in the first stage production and the Artful Dodger in the 1968 Carol Reed movie. He died of oral cancer caused by smoking and alcoholism in 2006, aged 53.

* Mark Lester was an angelic 10-year-old Oliver in the movie. His film career petered out, and at the age of 28 he took school exams and became an osteopath. Now 50, he is filming again.

‘Oliver!’, previewing now at the Theatre Royal, Drury Lane, London WC2 (0844 412 2955; www.oliverthemusical.com), opens on Wednesday, booking to 18 July