- Θα μπορούσε να συμβαίνει σήμερα στις πιο διάσημες φυλακές του κόσμου: στο Γκουαντάναμο.
- Σ’ ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης παρακολουθούμε τον βασανισμό και τη σταδιακή αποκτήνωση του κρατούμενου Μπούνκερ. Οι δήμιοί του, στρατιωτικοί και γιατροί, επινοούν ολοένα και πιο εξελιγμένες μεθόδους μαρτυρίων, τα οποία εκτελούν με τρόπο ψυχρό και μεθοδικό. Το έργο του Μάνου Λαμπράκη «Puerto Grande» («Μεγάλο Λιμάνι» ή «Μεγάλο Πέρασμα») σκηνοθετεί η Ρούλα Πατεράκη στον Χώρο Ιστορικής Μνήμης-Μέγαρο Εθνικής Ασφαλιστικής Κοραή 4, εκεί όπου στεγάστηκαν επί γερμανικής κατοχής τα κρατητήρια της Κομαντατούρ.
- Πρόκειται για μια μοντέρνα διασκευή πάνω στον «Βόιτσεκ» του Γκέοργκ Μπίχνερ, αρθρωμένη σε 24 σκηνές. Ο σύγχρονος ήρωας του Μπίχνερ, όμηρος ενός «σωφρονιστικού» συστήματος απόλυτης φρίκης, βασανίζεται μ’ όλους τους δυνατούς τρόπους που στοχεύουν στη σωματική και την ψυχική του εκμηδένιση. Ο Μπούνκερ (Κοσμάς Φοντούκης) σταδιακά θα χάσει κάθε ανθρώπινο στοιχείο, θα σκοτώσει τον εαυτό του, τον έρωτά του, θ’ αποκτηνωθεί.
- «Στο επίκεντρο βρίσκεται ο άνθρωπος χωρίς υπόσταση, ως άθυρμα ενός παράλογου κόσμου που τον καταστρέφει και καταστρέφεται ο ίδιος μαζί του», λέει η Ρούλα Πατεράκη. «Ολα τα πρόσωπα, κρατούμενοι και κρατούντες, προσπαθούν μάταια να επιζήσουν σ’ έναν κόσμο που καταρρέει, που καταποντίζεται στο μηδέν. Ακόμα και το Κακό ως απόλυτη επικράτηση, μοιάζει ανίσχυρο να συνεχίσει. Στο έργο δεν υπάρχουν καλοί και κακοί. Ο λόγος του συγγραφέα είναι ελλειπτικός και σκιαγραφεί ένα σύμπαν ατελές, ασφυκτικό, έρμαιο του τυχαίου. Ανθρωποι-μηχανές, αποπροσανατολισμένοι, παραιτημένοι, συνεχίζουν να βασανίζουν και να βασανίζονται, αφού σημάδια για την έλευση του καλού δεν υπάρχουν. Ο Μπούνκερ, αφού ολοκληρώσει την πορεία του προς τον απόλυτο ξεπεσμό, θα οδηγηθεί στον πιο βαθύ ανθρωπισμό. Είναι το αντεστραμμένο είδωλο μιας κακοφορμισμένης παγκοσμιοποιημένης ελπίδας».
Χώρος φορτωμένος με μνήμες
- Μια παράσταση με 14 ηθοποιούς (Δ. Ποταμίτης, Ε. Φεζολάρι, Λ. Αρφάνη, Κ. Σειραδάκης, Γ. Παπαδόπουλος, Σ. Ρηγάκος, Α. Πασπαρδάνης, Α. Αντωνιάδης, Ρ. Λυτού, Ε. Γιομελά, Ε. Κιουρτίδου, Θ. Βασιλείου, Ε. Μαμάη), διανομή που στους καιρούς μας ισοδυναμεί με οικονομική αιμορραγία για τον παραγωγό. Η Ρ. Πατεράκη δεν σκέφτηκε το κόστος: «Οσες δουλειές έχω κάνει μέχρι τώρα «μ’ έβαλαν μέσα».
- »Αν εξαιρέσουμε τον περσινό «Οιδίποδα», παραγωγή του Εθνικού, όπου ένιωσα την πολυτέλεια της προσφοράς σε οτιδήποτε απαιτούσε η παραγωγή, το οικονομικό ρίσκο είναι για μένα ιδιαίτερα οικεία κατάσταση… Αλλωστε, αν δεν παίρνω χαρά, δεν θέλω να κάνω τίποτα. Το θέατρο είναι μια πολύ δύσκολη και κοπιαστική εργασία που, αν σου στερεί την ευχαρίστηση, για μένα, δεν έχει κανένα νόημα. Οταν πρωτοδιάβασα το έργο του Μάνου Λαμπράκη ήξερα ότι δεν έχει γραφτεί ποτέ κάτι ανάλογο στο νεοελληνικό θέατρο. Χωρίς εύκολους συναισθηματισμούς, βαθιά πολιτικό στον πυρήνα του, αντιμετωπίζει ένα σύγχρονο θέμα με τρόπο ποιητικό, αφαιρετικό. Το διάλεξα για ανάγνωση πριν από τρία χρόνια στα «Αναλόγια» της Σίσσυς Παπαθανασίου, αλλά δεν μου ήταν αρκετό. Ηθελα να το ανεβάσω κάποτε με ηθοποιούς».
- Τα πρώην κρατητήρια της Γκεστάπο στην οδό Κοραή βρήκαν τελικά μια νέα χρήση αφού είναι η δεύτερη παράσταση που φιλοξενούν. Το αποτύπωμα της Ιστορίας μέσα στα δαιδαλώδη υπόγεια που οι τοίχοι τους είναι διάστικτοι από αντιστασιακά -και όχι μόνο- μηνύματα των κρατουμένων κάμποσα χρόνια πριν, δημιουργούν το αρμόζον θεατρικό τοπίο για έργα σχετικής θεματολογίας. Ο χώρος, κλειστοφοβικός και φορτισμένος από μνήμες, δεν κάνει τη σκηνοθέτρια να χάσει την ψυχραιμία της.
- «Είναι χώρος ιερής ιστορικής μνήμης. Κι όμως, μερικές φορές, αυτό που αποκαλούμε «ιστορική μνήμη» μπορεί να μη φέρει καμία μνήμη… Συμβαίνει να ακκιζόμαστε συναισθηματικά σε τέτοιους τόπους, ενώ στην πραγματικότητα, μέσα μας, δεν εγγράφεται τίποτα σπουδαίο. Ο χώρος δημιουργεί έντονη θεατρικότητα και το παρελθόν του ταιριάζει σε τέτοια κείμενα. Προσωπικά τα μπουντρούμια δεν με πνίγουν, δεν με αποπροσανατολίζουν από τη δουλειά μου, ίσως γιατί τις έχω περάσει τις δυσκολίες μου. Αλλωστε, η πρώτη του χρήση ήταν για καταφύγιο!» *
-
Επτά, Κυριακή 3 Μαΐου 2009