- Του ΒΑΣΙΛΗ Κ. ΚΑΛΑΜΑΡΑ, Ελευθεροτυπία, Τετάρτη 19 Ιανουαρίου 2011
Στην αθηναϊκή κοινωνία, όπου γεννήθηκε η τραγωδία, το μοναδικό αυτό λογοτεχνικό είδος, οι γυναίκες δεν είχαν τη φωνή των δικαιωμάτων. Ευτυχώς το καθεστώς δεν ήταν θεοκρατικό, αφού οι Αθηναίοι της ακμής του τραγικού λόγου ήταν πιστοί εν απιστία.
Στην καθημερινότητα της πόλης, με τους δούλους να κάνουν τη βρώμικη δουλειά, οι άνδρες εργάζονταν και για την ηδονή, την ίδια στιγμή, που οι σύζυγοι κλεισμένοι στον οίκο μεγάλωναν τα παιδιά. Ετσι, λοιπόν η χαμένη γυναικεία φωνή ακούστηκε επί ογδόντα χρόνια, μέσα στα οποία γεννήθηκε, άκμασε και πέθανε η τραγωδία, στον πιο δημόσιο και απελευθερωτικό χώρο, στο Θέατρο του Διονύσου.
Για τις γυναίκες, που από το παρασκήνιο της πολιτικής ζωής, οι αρχαίοι τραγικοί τις έβγαλαν στο προσκήνιο της θυμέλης, γράφει η μεγάλη μας τραγωδός Ασπασία Παπαθανασίου, στις «Γυναικείες μορφές της αρχαίας ελληνικής τραγωδίας» (εκδόσεις «Νέδα»). Οι Ιοκάστες, οι Ισμήνες, οι Κλυταιμνήστρες, οι Μήδειες, οι Χρυσόθεμες, οι Αντιγόνες ήταν πολλές, όσες και οι Αθηναίες του 5ου και του 4ου π.Χ. αιώνα.
Η περιδιάβαση της Ασπασίας Παπαθανασίου στον Αισχύλο, τον Σοφοκλή και τον Ευριπίδη, μετά από εβδομήντα χρόνια παρουσίας της στο θέατρο, ήταν, όπως εξομολογείται, «μια πολύτιμη εμπειρία αυτογνωσίας». Γιατί μέσα από τη γνώση του εαυτού της δεν ξεδιαλύνει μόνο τη δική της προσωπικότητα, αλλά της δίνει τη δυνατότητα να κατανοήσει τα προβλήματα των συνανθρώπων της, μ’ αυτούς που μοιράζεται τις έξοχες ερμηνείες της στους μνημειώδεις και μνημειακούς γυναικείους τραγικούς ρόλους της. Η μαθήτρια του Δημήτρη Ροντήρη, στη μνήμη του οποίου έχει αφιερώσει το βιβλίο, διακατέχεται από τον ουμανισμό του εικοστού αιώνα, όταν δεν ήταν τα πάντα χρήμα και μόνον χρήμα.
Ποια, όμως, είναι η απελευθερωτική συνεισφορά των τριών τραγικών στις γυναίκες; «Οι γυναικείες μορφές», γράφει η Ασπασία Παπαθανασίου σαν κυρίως να υπερασπίζεται το φύλο της, «δεν είναι στο περιθώριο, ενσωματώνονται στην τραγική πράξη, το όνομά τους ακούγεται μέσα στην ανδροκρατούμενη αθηναϊκή κοινωνία, πολλές φορές αμφισβητούν με τη δράση τους το «πατριαρχικό ιδεώδες» της δημοκρατικής Αθήνας και γίνονται και αυτές κεντρικά τραγικά πρόσωπα».
Το αίτημα του τραγικού λόγου υπέρ των γυναικών είναι η πρώτη φορά που ευδιάκριτα ακούγεται στην ιστορία της παγκόσμιας δραματουργίας: «Ανοιξαν με την τέχνη τους διάπλατα τον εσωτερικό ψυχικό κόσμο της γυναίκας», περιγράφει με λυρικό τόνο αυτό το μέγα κοινωνικό και αισθητικό γεγονός η Ασπασία Παπαθανασίου, «για να μας αποκαλύψουν τα καταπιεσμένα αισθήματά της για τον έρωτα, για τις καθημερινές έγνοιες της συζυγικής σχέσης, για προσδοκίες που διαψεύσθηκαν».
Της ανατροπής ή του οίκου
Οι τραγικές γυναίκες, ακόμη κι αν ανήκουν στην κατηγορία «Γυναίκες της ανατροπής», σε αντιδιαστολή με τις «Γυναίκες του οίκου», όπως εύστοχα κάνει το διαχωρισμό η Παπαθανασίου, ακόμη κι αυτές «δεν επαναστατούν. Δεν δέχονται την καταπίεση της ανθρώπινης συνείδησης, έστω κι αν υπερασπίζονται πανάρχαιες αρχές του οίκου των ανθρώπων και των θεών». Απ’ αυτές τις ερεβώδεις πρωταγωνίστριες του σκοτεινού θιάσου της ανθρώπινης ψυχής, ποιες είναι πρώτες μεταξύ πρώτων; «Η Κλυταιμνήστρα καταλύει την ανδρική εξουσία και η Μήδεια συνειδητά καταστρέφει τον άνδρα της και όλους αυτούς που την πρόδωσαν και την αδίκησαν».
Η ύλη του βιβλίου είναι διαρθρωμένη με απλό τρόπο, ώστε να διευκολύνεται η ανάγνωση, για να μπορεί να διαβαστεί και αποσπασματικά. Αφιερώνει από ένα κεφάλαιο στις γυναικείες μορφές που συναντώνται σε περισσότερες από μία τραγωδίες. Ξεχωριστό χώρο επιφυλάσσει στις τραγωδίες του «Ματωμένου οίκου των Ατρειδών» και του «Καταραμένου οίκου των Λαβδακιδών». Τα μεταφρασμένα αποσπάσματα καλύπτουν μία μεγάλη χρονική περίοδο, από την πρώτη δεκαετία του εικοστού αιώνα μέχρι τις μέρες μας, κι έχουν εκπονηθεί από μεταφραστές, που έχουν και την ιδιότητα του δημιουργού. Τον πρόλογο υπογράφει η Ρούλα Κακλαμανάκη. *