Category Archives: Μιχαλοπούλου Λουκία

«Υπομονή, πίστη, στόχοι»

  • ΤΑ ΒΡΑΒΕΙΑ «ΧΟΡΝ» ΚΑΙ «ΜΕΛΙΝΑ»
  • Της ΕΛΕΝΑΣ ΓΑΛΑΝΟΠΟΥΛΟΥ, Ελευθεροτυπία, Πέμπτη 24 Μαρτίου 2011

Δώρα σημαντικά σε χέρια άξια. Ο χρυσός σταυρός του Δημήτρη Χορν στα χέρια του Θάνου Τοκάκη και η καρφίτσα της Μελίνας Μερκούρη στη Λουκία Μιχαλοπούλου.

Μια μέρα μετά. Ο Θάνος Τοκάκης ετοιμάζεται για την πρεμιέρα του «Θερμοκηπίου» και η Λουκία Μιχαλοπούλου για ακόμη

«Κάθε έπαινο τον μεταφράζω ως «συνέχισε, προχώρα». Υπάρχει βέβαια το άγχος να μην απογοητεύσω. Κυρίως, όμως, τον εαυτό μου και την αθωότητα με την οποία ξεκινούσα στο θέατρο. Οταν κλονίζεται η πίστη μου, σε αυτήν ανατρέχω», λέει 29χρονη Λουκία Μιχαλοπούλου.

«Το βραβείο με τιμά. Δεν το περίμενα όμως για να δικαιωθώ. Συνεχίζω αυτό που έκανα μέχρι σήμερα», λέει ο 31χρονος Θάνος Τοκάκης. Η επόμενη μέρα τον βρίσκει μοιρασμένο σε δύο πρόβες: για την αυριανή πρεμιέρα του «Θερμοκηπίου» σε σκηνοθεσία Λευτέρη Βογιατζή, αλλά και για τη φεστιβαλική παραγωγή του Θωμά Μοσχόπουλου.

«Σε αυτή τη δουλειά ρισκάρω τη ζωή μου και το μισό μου μυαλό χάθηκε γι’ αυτήν». Αυτή η φράση του Βαν Γκογκ «στοίχειωσε» τη Λουκία από τα σχολικά της χρόνια. «Τότε αποφάσισα πως ήθελα να παίρνω ρίσκα». Πράγματι, από το 2003 που αποφοίτησε από τη σχολή του Θεάτρου Τέχνης δίνεται ολόψυχα σε κάθε της ρόλο.

Αλλά και ο Θάνος εγκατέλειψε την Ηλεκτρονική που σπούδασε και το επάγγελμα του ασφαλιστή που ακολούθησε για λίγο, για να αφεθεί στη γοητευτική και απρόβλεπτη υποκριτική. Αποφοιτώντας το 2005 από το Εθνικό, βρήκε μια θέση στη θεατρική «οικογένεια» του Θωμά Μοσχόπουλου και έλαμψε. Εχει συνεργαστεί με μερικούς από τους σημαντικότερους σκηνοθέτες: Νίκο Μαστοράκη, Γιάννη Χουβαρδά και τώρα Λευτέρη Βογιατζή. «Για έναν νέο ηθοποιό είναι παράδεισος η συνεργασία με νέους σκηνοθέτες. Είναι μεγάλη τύχη να ανήκω στους σταθερούς συνεργάτες του Θωμά. Εχουμε κοινές αντιλήψεις και αρχές. Δεν χρειάζεσαι και τίποτε άλλο».

Για τη Λουκία, η πρώτη πόρτα που άνοιξε ήταν του Λευτέρη Βογιατζή. Της εμπιστεύτηκε από ένα ρόλο σε «Bella Venezia» και «Σχολείο Γυναικών». «Η συνεργασία μαζί του ισοδυναμεί με μια δεύτερη Σχολή», παραδέχεται. «Μου δίδαξε την ακρίβεια και την πειθαρχία στο θέατρο. Πράγματα που δεν έχουμε μάθει στην Ελλάδα». Εχει συνεργαστεί και με τον Γιώργο Μιχαηλίδη -μόλις 24 χρόνων συγκλόνιζε στο μονόλογο της Δούκα «Σας αρέσει ο Μπραμς;»-, τη Ρούλα Πατεράκη, με την οποία έφτασε ώς την Επίδαυρο ως Ισμήνη στον «Οιδίποδα Τύραννο», αλλά και με τον Νορβηγό Εϊρικ Στούμπε.

Και οι δυο τους λατρεύουν το σινεμά. Ο Τοκάκης, μάλιστα, έχει γράψει δύο σενάρια -το ένα τηλεοπτικό- που ελπίζει να πάρουν σάρκα και οστά. Με το «Valse Sentimentale» της Κωνσταντίνας Βούλγαρη η Μιχαλοπούλου βραβεύτηκε στη Θεσσαλονική τρία χρόνια πριν. Σύντομα ξεκινά γυρίσματα για το σίκουελ. Αλλά και διεκδικεί ένα βραβείο (της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου) για το «Ταξίδι στη Μυτιλήνη» του Λάκη Παπαστάθη -ακόμη ένας δάσκαλος και φίλος της.

«Υπομονή», συμβουλεύει τους νεότερους ο Θάνος Τοκάκης. «Να έχεις πολύ συγκεκριμένους στόχους -γιατί το θεάτρο και η εποχή σε αποπροσανατολίζουν- και πίστη», συμπληρώνει η Λουκία Μιχαλοπούλου.

ΝΕΟΙ ΚΑΙ ΒΡΑΒΕΥΜΕΝΟΙ: «Αφήστε µας να νιώθουµε ελεύθεροι να κάνουµε λάθος»

  • Της ∆άφνης Κοντοδήµα ΤΑ ΝΕΑ: Πέμπτη 24 Μαρτίου 2011
«Το παν είναι να µη  χάσεις τη χαρά τού να  παίζεις στη σκηνή», λέει  ο Θάνος Τοκάκης που  κράτησε στα χέρια  του τον χρυσό σταυρό  του ∆ηµήτρη Χορν
  • Γερό σκαρί η νέα γενιά ηθοποιών. Επιβιώνει σε χαλεπούς καιρούς, µε µεγάλο ανταγωνισµό. Και το λέει.
  • Η Λουκία Μιχαλοπούλου και ο Θάνος Τοκάκης, νικητές των θεατρικών βραβείων «Μελίνα Μερκούρη» και «∆ηµήτρης Χορν» αντίστοιχα, µιλούν για τα «δύσκολα χρόνια»
Μπορεί να τρέχει από πρόβα σε πρόβα καθηµερινά από τις 13.00 έως αργά το βράδυ, ο ηθοποιός Θάνος Τοκάκης. Μπορεί να δουλεύει τον ρόλο του στο «Θερµοκήπιο» του Χάρολντ Πίντερ, σε σκηνοθεσία Λευτέρη Βογιατζή _ κάνει πρεµιέρα αύριο στο Θέατρο Οδού Κυκλάδων.
Και να ετοιµάζεται για συµµετοχή στη φεστιβαλική δουλειά του Θωµά Μοσχόπουλου.
Στον δρόµο, ωστόσο, τον αναγνωρίζουν ως «γαµπρό» του Πέτρου Φιλιππίδη. Καθόλου άδικα. Ο Θάνος Τοκάκης είναι ο τηλεοπτικός σύζυγος της κόρης του στη σειρά «50-50» από το 2005 έως σήµερα.
«∆εν θα περίµενα να µε αναγνωρίσει ο περιπτεράς της γειτονιάς από τις εµφανίσεις µου στο θέατρο. Στόχος όµως δεν είναι να σε αναγνωρίζουν. Αντιθέτως. Είναι ενοχλητικό κάποιες φορές» λέει στα «ΝΕΑ» ο φετινός νικητής του Θεατρικού Βραβείου «∆ηµήτρης Χορν» για τηνερµηνεία του στον ρόλο του σερ Αντριου στη «∆ωδέκατη νύχτα» του Σαίξπηρ, σε σκηνοθεσία Θωµά Μοσχόπουλου («Αλίκη»).
Η τηλεόραση δεν τον βοήθησε ναβρει δουλειά στο θέατρο. Ηταν µια δουλειά που έκανε µόλις αποφοίτησε από τη δραµατική σχολή του Εθνικού Θεάτρου. Παράλληλα µε τις παραστάσεις του έργου «Η Κοιµωµένη ξύπνησε» της Ξένιας Καλογεροπούλου και του Θωµά Μοσχόπουλου. «Καθένας κάνει τις επιλογές τους. Ενας ηθοποιός που βγαίνει στο γυαλί δεν σηµαίνει ότι είναι λιγότερο ταλαντούχος από εκείνον που ανεβαίνει στο θέατρο». Στα 30 του χρόνια, η πορεία του στο θέατρο έχει να επιδείξει δουλειές µε τους ∆ηµήτρη Λιγνάδη, Νίκο Μαστοράκη, Γιάννη Χουβαρδά. «Πράγµα που προέκυψε από έναν συνδυασµό της τύχης µε τη σκληρή δουλειά» λέει. Θυµάται ότι ως φοιτητής είχε όνειρα και στόχους, όπως ν’ ανέβει και να γίνει γνωστός.
«Ευτυχώς µου έφυγε νωρίς αυτή η επιθυµία. Θα µε εγκλώβιζε η αγωνία µου να ανέβω. Θα περιόριζε την επιθυµία µου για δηµιουργία» υποστηρίζει σήµερα ο Θάνος Τοκάκης. Εχει πρόβληµα µε τους περιορισµούς. Θέλει να νιώθει ελεύθερος να κάνει λάθος. «Θα ρισκάρω και θα κάνω καλές και κακές δουλείες. Το µόνο που µε ενοχλεί είναι η µετριότητα». Ελεύθερος από το άγχος ότι κάποιοι περιµένουν από εκείνον µόνον εξαιρετικές δουλειές. «Σηµασία έχει τι περιµένεις εσύ από τον εαυτό σου».
Αντιµετωπίζει κάθε µέρα τον ανταγωνισµό για λίγες θέσεις εργασίας. Αυτό που τον ενοχλεί περισσότερο είναι ότι ο κόσµος σήµερα δουλεύει πολύ για ελάχιστα χρήµατα. «Κανείς δεν αντιδρά πια; Υπάρχει µια καθίζηση στην κοινωνία. Εκεί που κάποτε υπήρχε αναβρασµός».

«Η υποκριτική µού δίνει τον τρόπο να διορθώνω τον εαυτό µου»

  • «Υπάρχει ο κίνδυνος των… εκπτώσεων»
Η Λουκία Μιχαλοπούλου το είχε βάλει από µικρή στόχο. Να µεταφέρει τις ευαισθησίες της από τα θρανία στη σκηνή. «Ηθελα από τότε ν’ ασχοληθώ µε κάτι δηµιουργικό. Φροντιστήρια και Πανελλαδικές Εξετάσεις δεν µε ενδιέφεραν. Ηθελα να δουλεύω µε τον ανθρώπινο ψυχισµό» λέει στα «ΝΕΑ» η 29χρονη ηθοποιός. Η οποία φόρεσε προχθές την αγαπηµένη καρφίτσα της Μελίνας Μερκούρη – το βραβείο για νέα ηθοποιό.
Βραβείο που κέρδισε για την ερµηνεία της στην «Κυρία από τη θάλασσα» του Ιψεν, σε σκηνοθεσία Εϊρικ Στούµπε (Εθνικό Θέατρο) και στο έργο «Τόκος» του ∆ηµήτρη ∆ηµητριάδη, σε σκηνοθεσία Λευτέρη Βογιατζή (Φεστιβάλ Αθηνών 2010). ∆ηλώνει πως κρατά τα πόδια της στο έδαφος.
«Απλά ξέρω τι θέλω. Βάζω στόχους. Για κάθε νέο ηθοποιό υπάρχει ο κίνδυνος να χάσει τον δρόµο του ή να κάνει εκπτώσεις. Αυτό προσπαθώ να αποφύγω» λέει.
Η σχέση της µε τη σκηνή είναι… αντιφατική. «Πριν από κάθε παράσταση, νιώθω φόβο και λαχτάρα. Σαν να πέφτω στο κενό». Αυτήν την περίοδο παίζει στο «Σπίτης Μπερνάρντα Αλµπα» του Λόρκα, σε σκηνοθεσία Στάθη Λιβαθινού, στο Θέατρο της Οδού Κεφαλληνίας. Και ετοιµάζεται να επιστρέψει στην άλλη της αγάπη, τον κινηµατογράφο. Με πρωταγωνιστικό ρόλο στη νέα ταινία της Κωνσταντίνας Βούλγαρη «Χαιρετισµούς στους αισιόδοξους».
Η πειθαρχία και ο σκληρός ανταγωνισµός την ιντριγκάρουν, λέει. «Πιστεύω στο απόλυτο δόσιµο». Κι ας θυσιάζει ένα κοµµάτι της προσωπική της ζωή. «∆εν µπορούµε να τα έχουµε όλα» προσθέτει χαµογελώντας.
Μαθήτρια ακόµα στη δραµατική σχολή του Θεάτρου Τέχνης Κάρολος Κουν εµφανίστηκε στον αριστοφανικό «Πλούτο» (σε σκηνοθεσία Μίµη Κουγιουµτζή).
Εχει συνεργαστεί µεταξύ άλλων µε τους Γιώργο Λαζάνη, Ρούλα Πατεράκη, Γιάννη Χουβαρδά. Στον κινηµατογράφο συµµετείχε στις ταινίες «Valse Sentimentale» (Κ. Βούλγαρη), «Ωρες κοινής ησυχίας» (Κ. Ευαγγελάκου) και «Ταξίδι στη Μυτιλήνη» (Λ. Παπαστάθης).
Στον δρόµο για τη δουλειά, παρατηρεί, όπως λέει, τη θλίψη στα πρόσωπα των περαστικών. Στο θέατρο τα πράγµατα είναι διαφορετικά.
«Αφουγκράζοµαι την ανάγκη του κόσµου να δει θέατρο. Κι εµείς, τώρα περισσότερο από ποτέ, οφείλουµε να βγάλουµε τον πιο δηµιουργικό µας εαυτό»

«Οσο µεγαλώνω δίνω όλο και πιο µεγάλη έµφαση στο κείµενο»