- Ο γνωστός για τις μεγάλες εμμονές του (όπως το ρεμπέτικο τραγούδι) πεζογράφος Αλέξανδρος Ασωνίτης ξαφνικά συνέγραψε ένα θεατρικό έργο για τη μάνα-αρχέτυπο, με αφορμή τις μητέρες του Διονυσίου Σολωμού (1798-1857) και του Ανδρέα Κάλβου (1792-1869).
«Ηθελα να αποκαταστήσω τις δύο μάνες», λέει ο Αλ. Ασωνίτης. Το θεατρικό του έργο θα παιχτεί από το ΔΗΠΕΘΕ Κέρκυρας στις 9 Ιουλίου
Τις φέρνει στο «φως» της σκηνής μέσα από μια φανταστική συνάντησή τους.
«Πάντοτε ένιωθα μεγάλη αγανάκτηση για τον τρόπο που μεταχειρίζονταν τη μητέρα του Σολωμού. Δεν μπορείς να βρίζεις μια μάνα πεθαμένη, και μάλιστα τη μάνα του εθνικού μας ποιητή, χάρη στην οποία εκείνος γνώρισε το δημοτικό τραγούδι!», αναφωνεί. Ετσι λοιπόν κάθισε και έγραψε «μέσα σε μία ημέρα» τη φανταστική συνάντηση της υπηρέτριας Αγγελικής Νίκλη, μητέρας του εθνικού ποιητή μας, την οποία ο γιος της έδιωξε απ’ το σπίτι, με την αρχόντισσα μητέρα του Κάλβου, Ανδριανή Ρουκάνη. Ο λαϊκής καταβολής τυχοδιώκτης σύζυγός της τής στέρησε τα δυο αγόρια της. Οταν ο Ανδρέας ήταν δέκα ετών, αποχώρησαν για την Ιταλία. Δεν τα ξαναείδε ποτέ.
Το θεατρικό του Ασωνίτη, σε άπταιστη επτανησιακή ντοπιολαλιά -άλλωστε η καταγωγή του είναι κερκυραϊκή- με τίτλο «Οι δυο μανάδες μας» και υπότιτλο «Η μάνα του Σολωμού, η κυρ Αγγελικούλα. Η μάνα του Κάλβου, η κυρ Αντριανούλα» θα παρουσιαστεί στις 9 Ιουλίου, στον Κήπο Λαού στην Κέρκυρα, από το ΔΗΠΕΘΕ του νησιού, σε συνεργασία με την Εταιρεία Κερκυραϊκών Σπουδών. Τη σκηνοθεσία υπογράφει η Κατερίνα Πολυχρονοπούλου. Αγγελικούλα θα είναι η Ανθή Τσαγκαλίδου και Αντριανούλα η Νότα Δαρμανή. Πρωτότυπη μουσική συνέθεσε ο Κίμων Χυτήρης.
Η παράσταση εντάσσεται στο διήμερο Λόγου του περιοδικού «Πόρφυρας», σε προσεχές τεύχος του οποίου θα δημοσιευθεί το κείμενο.
Εμμανής με την ιστορία, ο Ασωνίτης έχει ερευνήσει όλα τα προσβάσιμα στοιχεία των βιογραφιών των δύο ποιητών. Στο θεατρικό του τεκμηριωμένη είναι μόνο η σχέση του Σολωμού με τη μάνα του. «Μετά τη δίκη δεν της ξαναμίλησε όσο ζούσε». Είναι, τονίζει, ένα πραγματικό γεγονός που τον συγκλόνισε. Στην περίπτωση του Κάλβου, το αληθινό γεγονός ήταν ότι από δέκα ετών δεν ξαναείδε τη μάνα του, «αλλά συνέθεσε προς τιμήν της την 3η Ωδή του «Εις θάνατον»».
Τα υπόλοιπα στοιχεία στο θεατρικό είναι φιξιόν. «Οι δυο γυναίκες δεν συναντήθηκαν ποτέ. Δεν βρήκα στοιχεία. Ούτως ή άλλως ξεκίνησα από δυο σκηνές που με συγκλόνιζαν», εξηγεί. «Την ώρα που αναγγέλλουν στη μάνα του Σολωμού ότι ο γιος της πέθανε. Και το βράδυ που η μάνα του Κάλβου πλένει και ντύνει τα αγόρια της για να πάνε την άλλη μέρα ταξίδι, γνωρίζοντας ότι δεν πρόκειται να τα ξαναδεί».
Η δομή του έργου μοιάζει με δυο τεράστιους μονολόγους που αλληλοσυμπληρώνονται. «Το θέμα είναι τέτοιο», δικαιολογείται ο Ασωνίτης. «Μια μάνα πρέπει να μιλήσει για το μεγάλο βάσανό της».
Η ενδιαφέρουσα λεπτομέρεια είναι ότι η μάνα-παραδουλεύτρα και η μάνα-αρχόντισσα μιλάνε χρησιμοποιώντας ίδια γλώσσα. «Μπροστά στον θάνατο και τον αποχωρισμό του παιδιού δεν υπάρχει ταξική διαφορά», πρεσβεύει ο συγγραφέας, που συνέθεσε το παρθενικό θεατρικό του με ξεκάθαρες προθέσεις. Να αποκατασταθούν οι δύο μάνες. «Δεν χρωστάμε τόσα εμείς, οι αποδέκτες της υψηλής ποίησής τους, στις μανάδες τους;», θέτει το ρητορικό ερώτημα.
- ΙΩΑΝΝΑ ΚΛΕΦΤΟΓΙΑΝΝΗ, Ελευθεροτυπία, Πέμπτη 10 Ιουνίου 2010