- Την ώρα που τα επιχορηγούμενα θέατρα στην Ελλάδα περιμένουν ακόμα την καθυστερούμενη, ως συνήθως, εκταμίευση των χρημάτων από το Ελληνικό Κέντρο Θεάτρου και Χορού, κάποια άλλα κινούνται στην ελεύθερη αγορά επενδύοντας και ρισκάροντας.
- Αναμετρούν τις δυνάμεις τους στην πόλη με τα περισσότερα θέατρα στην Ευρώπη, την πόλη που συνεχώς παράγει θέαμα. Οι εταιρείες παραγωγής, λοιπόν, είναι το φαινόμενο των καιρών που εισβάλλει δυναμικά στο θεατρικό χάρτη, με προεξάρχουσα την υπερδραστήρια Ελληνική Θεαμάτων, η οποία μέσω μιας αλυσίδας θεάτρων ανακυκλώνει στα θεάματά της συγγραφείς, ηθοποιούς, σκηνοθέτες, σκηνογράφους. Κάποτε τα μεγάλα ονόματα παραγωγών μετριούνταν στα δάχτυλα του ενός χεριού. Αλλά και σήμερα το ίδιο συμβαίνει. Με μια διαφορά: οι επιχειρηματικές δραστηριότητες κάποιων επεκτείνονται και, ως συγκοινωνούντα δοχεία, περνούν από τη μια τέχνη στην άλλη, συνεπικουρούμενες διαφημιστικά από την αρωγή ιδίων μέσων μαζικής ενημέρωσης.
Το Ηρώδειο του χειμώνα
- Την «παράσταση» στο χώρο της παραγωγής θεάματος κλέβει η Ελληνική Θεαμάτων, με δέκα (!) θέατρα και ναυαρχίδα της το «Παλλάς» -κάποιοι το αντιμετωπίζουν ως το Ηρώδειο του χειμώνα. Στις πρεμιέρες του «Παλλάς» οι καλεσμένοι συνθέτουν το πιο ετερόκλητο τοπίο. Μπορείς να δεις τις ξανθιές πρωινομεσημεριανές παρουσιάστριες δίπλα δίπλα με το Μανώλη Μητσιά ή το Διονύση Σαββόπουλο. Κι αυτό γιατί στο ανακαινισμένο θέατρο της Βουκουρεστίου συνωθούνται και «όλοι οι άνθρωποι του προέδρου», προερχόμενοι από ένα πολυκάναλο επιχειρηματικό τραστ.
- Ο Κώστας Γιαννίκος, ο άνθρωπος που σήμερα έχει αλώσει την εγχώρια αγορά τέχνης και media, δεν περιορίζεται στο θεατρικό στίβο. Εκτός απ’ τον τηλεοπτικό σταθμό Alter «παίζει» σε πολλά μετερίζια: ραδιόφωνα («John Greek», «Οασις»), εφημερίδα («Επενδυτής»), εκδόσεις βιβλίων («Μοντέρνοι Καιροί»), μουσικά περιοδικά («Δίφωνο», «Οασις»), ενώ στις επιχειρήσεις του συγκαταλέγεται και η δισκογραφική εταιρεία Legend, αλλά και η «Λύρα», με όλο το ιστορικό της ρεπερτόριο. Κι έτσι τώρα όλα αυτά συγκατοικούν εταιρικά το «Φορτηγό» με τα παιδικά της τηλεόρασης…
- Πίσω από την τέλεια οργάνωση της ΕΛΘΕΑ, σε όλα τα επίπεδα, βρίσκεται η Αρχοντούλα Παπαναγιώτου, επαγγελματίας που δικαιώνει επί της ουσίας το ρόλο του παραγωγού με όρους διεθνείς. Η αλήθεια είναι ότι συχνά ακούγεται έντονη κριτική για τη σαρωτική επικράτηση της εταιρείας στο χώρο του θεάτρου που λειτουργεί με πολυπληθείς θιάσους, μεγάλες παραγωγές κι ένα καλομελετημένο σχεδιασμό εκτέλεσής τους, μετρημένο μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια: έγκαιρος προγραμματισμός, σοφό διαφημιστικό πλάνο μήνες πριν -έτσι εξηγούνται τα ρεκόρ προπώλησης εισιτηρίων- αξιοποίηση κάθε χρήσιμης ώρας μέχρι τέλους της σεζόν.
- Και, επιπλέον, το ένα χέρι νίβει το άλλο: Ο Alter διαφημίζει θέατρα, βιβλία, αλλά επίσης τραγουδιστές και συνθέτες (παρένθετα τρέιλερ ανάμεσα στο πρόγραμμα και τις διαφημίσεις), αφού όλα ανακυκλώνονται στην ίδια επιχειρηματική αγκαλιά.
- Το επιχείρημα όσων στέκονται απέναντι στο φαινόμενο αυτό επικεντρώνεται στην παρατήρηση ότι έχει δημιουργηθεί ένα «τραστ», ένα ιδιότυπο «σουπερμάρκετ» θεάματος που ελέγχει τα πόστα, εγκαινιάζει το κυμαινόμενο εισιτήριο, εκτρέπει καλλιτεχνικά νέους ηθοποιούς και αντλεί έμψυχο υλικό από την αμφιβόλου ποιότητας τηλεόραση: με έμφαση σε λαϊκές, εύπεπτες κωμωδίες, ηθοποιούς αναγνωρίσιμους από τις τηλεοπτικές σειρές: «Αν δεν βρίσκεσαι αισθητικά κοντά στο συγκεκριμένο ύφος, δεν θα σε καλέσουν να παίξεις», ισχυρίζονται πολλοί ηθοποιοί. «Ο κόσμος γεμίζει αυτά τα θέατρα γιατί θέλει να δει από κοντά τους ήρωες των σίριαλ». Κι όμως, μερικές φορές δεν αρκούν οι «εμπορικοί» ηθοποιοί για να γεμίσουν την αίθουσα. Απόδειξη η φετινή αποτυχία του έργου του Ντ. Μάμετ «Νοέμβρης». Παρά την παρουσία τηλεοπτικών ονομάτων (Χρήστος Χατζηπαναγιώτης – Βίκυ Σταυροπούλου), το θέμα του έργου έπεσε μάλλον βαρύ για το κοινό της Ελληνικής Θεαμάτων.
- Απ’ την άλλη, όμως, η εταιρεία έδωσε ήδη δείγματα μετάγγισης διαφορετικού είδους θεάματος στο ρεπερτόριό της: εκτός από τη «Μήδεια» του Δημήτρη Παπαϊωάννου (ένα καλλιτεχνικό προϊόν τεράστιας απήχησης) ανέλαβε την παραγωγή μιας παράστασης δίχως εμπορικά χαρακτηριστικά («Λεωφορείο ο Πόθος», σε σκηνοθεσία Αντζελας Μπρούσκου). Κοντά σε αυτό η ΕΛΘΕΑ ετοιμάζει ένα ακόμα θέατρο, διαφορετικού καλλιτεχνικού προσανατολισμού απ’ ό,τι πληροφορούμαστε, το οποίο θα διευθύνει ο Θωμάς Μοσχόπουλος, από τον οποίον ουδείς περιμένει να αξιοποιήσει καλλιτέχνες της τηλεοπτικής δεξαμενής.
- Κατά τα άλλα, ένα πλατύ λαϊκό κοινό προτιμά τις παραστάσεις της ΕΛΘΕΑ και μερικές φορές μοιάζει σαν να οδηγείται στα θέατρά της με αυτόματο πιλότο. Ξέρει ότι θα βρει τον Θ. Αθερίδη στο «Μικρό Παλλάς» και τον Κ. Κόκλα σε κάποιο απ’ τα θέατρα της Πειραιώς… Ανάμεσά τους και πολλοί ανεξοικείωτοι θεατές, που δεν θέλουν να μπουν σε περιπέτειες ιδεών στη μοναδική ίσως έξοδο της εβδομάδας. Θέλουν, απλά, να περάσουν ευχάριστα, και ίσως να συγκινηθούν λίγο. Οι δρόμοι που τους φέρνουν μέχρις εκεί είναι ανακυκλούμενοι: τηλεοπτικά πρόσωπα σε θεατρικούς ρόλους, αξιοπρεπείς συνθήκες παραγωγής αλλά και υποδοχής του κοινού, έντονη διαφήμιση, παρουσία διασημοτήτων στις πρεμιέρες -πλάνα που προβάλλονται στις γνωστές «ενημερωτικές» εκπομπές του μεσημεριού.
- Αλλά μήπως αυτή η «από τ’ αριστερά» αποδοκιμασία του φαινομένου είναι υπερβολική; Τα θέατρα της Ελληνικής Θεαμάτων είναι φροντισμένα, όπως και τα φουαγιέ, οι τουαλέτες καθαρές (συνθήκες που δεν θεωρούνται αυτονόητες σε όλα τα «προχωρημένα» αθηναϊκά θέατρα…). Οι παραγωγές επίσης είναι περισσότερο από αξιοπρεπείς, δεν φείδονται εξόδων -το φετινό «Κλουβί με τις τρελές» είναι μια απ’ τις ακριβότερες παραγωγές των τελευταίων χρόνων- και δύσκολα θα βρεις ηθοποιό που δεν πληρώθηκε ή δεν υλοποιήθηκαν οι όροι του συμβολαίου του.
- Κι αυτό είναι σημαντικό, αν σκεφτεί κανείς ότι πολλά θέατρα που πάνε καλά χρωστούν όχι μόνο πρόβες αλλά και παραστάσεις σε πολλούς ηθοποιούς. Και αρκετά από αυτά είναι επιχορηγούμενα! Κι έπειτα, ποιος μπορεί να κατακρίνει την επιλογή τού, μοιραία, τηλεορασόπληκτου θεατή που εξοντώνεται από τη βάσανο της καθημερινότητας;
Η παλαιά φρουρά
Αλλά ποιοι έπονται της ΕΛΘΕΑ;
- Πολλές μικρές επιχειρήσεις διεκδικούν μερίδιο στην «πίτα», παλιές και καινούριες, που όμως στερούνται πια λάμψης, μαζικότητας και το διαφημιστικό όχημα μιας σούπερ εταιρείας.
- * Από την παλιά φρουρά παραγωγών κινούνται στο χώρο, με περιορισμένη πια δράση, οι Βαγγέλης Λιβαδάς («Αμιράλ») και Νινέτα Λεμπέση («Βεάκη», «Αλέκος Αλεξανδράκης», «Χυτήριο»). Επίσης οι αδελφοί Τάγαρη («Αλφα», «Ζίνα»), Βενετία Παρίση («Περοκέ»), Κάρολος Παυλάκης («Βρετάνια»-«Αθηνών»), Ελένη Ράντου (με δικό της πια το «Διάνα»), Πόπη Δήμου («Γκλόρια»), Βασίλης Πλατάκης («Μπροντγουαίη»), Μπάμπης Κάρλιοβιτς («Δελφινάριο»).
- * Από τους νεότερους, ο Βίλλυ Ανδρέου είναι στο δικό του θέατρο «Αλμα» και ο Κώστας Μπάλας στο «Βασιλάκου» (και το καλοκαίρι με περιοδεύουσες παραστάσεις) ο οποίος ανακαινίζει το χώρο δημιουργώντας μία ακόμα σκηνή.
- * Κραταιοί πρωταγωνιστές όπως οι Κώστας Καζάκος, Κάτια Δανδουλάκη, Σπύρος Παπαδόπουλος, αναλαμβάνουν παραγωγές στα δικά τους θέατρα.
- * Οσο για τη Μιμή Ντενίση, έχει εξελιχθεί σε έμπειρη πια επιχειρηματία. Εχει δραματική σχολή και ανεβάζει παραστάσεις -είτε παίζει είτε όχι- και στις δύο σκηνές του «Ιλίσια» χωρίς να παραμελήσει την αξιοποίηση των Δευτερότριτων.
- * Η «Θεατρική Εστία» του Λεωνίδα Βαρδινογιάννη δραστηριοποιείται με παραγωγές κωμωδιών σε δύο θέατρα («Μουσούρη»-«Ηβη»), με βασικό πρωταγωνιστή και σκηνοθέτη τον Πέτρο Φιλιππίδη.
- * Πριν από δύο χρόνια μπήκε στο χώρο διακριτικά, αλλά με καλλιτεχνικό αποτέλεσμα, η Μαργαρίτα Δαλαμάγκα, που πραγματοποιεί στο δικό της θέατρο, το ανακαινισμένο νεοκλασικό «Αγγέλων Βήμα» στην οδό Σατωβριάνδου.
- * Επίσης, από φέτος, δραστηριοποιείται το Κέντρο Πολιτισμού «Ελληνικός Κόσμος», κάνοντας λαμπερή έναρξη στην αίθουσα «Θέατρο» με την παράσταση του Λάκη Λαζόπουλου, που έχει ήδη ξεπεράσει τις 100 χιλιάδες εισιτήρια.
- * Η εταιρεία που μπήκε με φόρα στο χώρο της παραγωγής είναι η Coyot. Οι Γιώργος Λυκιαρδόπουλος και Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης ενοικίασαν από τον Πέτρο Ζούλια το «Χώρα» για μια πενταετία και με οψιόν ανανέωσης του συμβολαίου. Προχώρησαν σε μια σημαντική επένδυση, δημιουργώντας στην ταράτσα τη Μικρή Σκηνή για εναλλακτικές παραστάσεις, παράλληλα με τη χρήση της κεντρικής αίθουσας και του Εξώστη.
- Ο Γ. Λυκιαρδόπουλος, στη δεύτερη σεζόν που διαχειρίζεται το θέατρο, δυσκολεύτηκε. Εχοντας πολλές ιδέες στο μυαλό του προσπάθησε να τις υλοποιήσει: παραστάσεις για άτομα με ειδικές ανάγκες, νεανικό θεατρικό φεστιβάλ, εναλλασσόμενο ρεπερτόριο, κινούμενο στις παρυφές του mainstream και του πρωτοποριακού, πρόσκληση νέων φερέλπιδων σκηνοθετών.
- Μόνο μέσα στο Φεβρουάριο στο θέατρο «Χώρα» έγιναν τέσσερις πρεμιέρες! Ενα ρίσκο -αν υπολογίσεις μόνο τους μισθούς και το ΙΚΑ των εργαζομένων- που οι δύο παραγωγοί συνεχίζουν να παίρνουν, προγραμματίζοντας και την επόμενη σεζόν, όχι όμως χωρίς σκεπτικισμό. Αναζητούν τρόπους χρηματοδότησης, είτε υπενοικιάζοντας το χώρο στις νεκρές περιόδους είτε παραχωρώντας τον για σεμινάρια και εργαστήρια. Πάντως ο Γ. Λυκιαρδόπουλος έκανε αίτηση επιχορήγησης στο ΕΚΕΘΕΧ για τις μικρές, πρωτοποριακές παραστάσεις που ανεβάζει.
- Υπάρχει και η άλλη άποψη, που υποστηρίζει ότι η Αθήνα στερείται πραγματικών παραγωγών και η εγχώρια δραστηριότητα περιορίζεται σε επιχειρηματίες, θιασάρχες, αιθουσάρχες, πρωταγωνιστές που αναλαμβάνουν μια συγκεκριμένη παράσταση. Ο παραγωγός υποτίθεται ότι πρέπει να «γεννήσει» την ιδέα, να την «τρέξει» απ’ την αρχή ώς το τέλος σε ό,τι αφορά την εκτέλεσή της, να εξασφαλίσει την ποιότητά της, να αναζητήσει χορηγούς, διαφημιστές, επενδυτές, αφού πρέπει να πουλήσει το προϊόν του πριν ακόμα αυτό βγει στην αγορά… Ενα τέτοιο μοντέλο έδρασε τις περασμένες δεκαετίες. Ο Φιλοποίμην Φίνος διέθετε ένστικτο και κριτήριο και ενέπνεε συγγραφείς και σκηνοθέτες. Δεν χρηματοδοτούσε απλώς ταινίες. Παράγγελνε έργα * Τελικά, το νέο είδος θεάματος στοιχίζεται στη γραμμή «Μπάντμιντον», που μ’ έναν τρόπο αποτελεί το Mall της ψυχαγωγίας: δεν είναι μουσική σκηνή, σίγουρα όχι μπουζούκια, όμως ούτε μόνο θέατρο. Συνήθως στηρίζεται στο μουσικό θέαμα για όλη την οικογένεια, με έναν τρόπο που έχει δοκιμαστεί δεκαετίες τώρα στο Γουέστ Εντ και το Μπρόντγουεϊ κι έχει από τότε εξαχθεί σ’ όλο τον κόσμο: Με παραστάσεις που ελκύουν και το ανεξοικείωτο κοινό, όχι γιατί θέλει να δει οπωσδήποτε σημαντικές σκηνοθεσίες και αγαπημένους πρωταγωνιστές, αλλά γιατί αισθάνεται ασφαλές με αυτό που εγγυημένα φέρνουν από το εξωτερικό οι συγκεκριμένοι παραγωγοί στο συγκεκριμένο χώρο.
Περισσότεροι από 500.000 θεατές
- Η εταιρεία των Μιχάλη Αδάμ, Γιώργου και Παναγιώτη Γεώργα ήταν η πρώτη που τόλμησε στην αγορά την κατακλυσμιαία διαφημιστική καμπάνια των παραστάσεών της. Μέχρι σήμερα έχει φέρει στο «Μπάντμιντον» από διάσημα μιούζικαλ, όπως τα «Mamma mia», «Chicago», μέχρι ορχήστρες, μπαλέτα και ποιητικά τσίρκο χωρίς ζώα. Υπολογίζεται ότι στα τρία χρόνια λειτουργίας του θεάτρου πέρασαν από αυτό πάνω από 500 χιλιάδες θεατές, με μέσο όρο ηλικίας 35-55 χρόνων, παρ’ όλο που πολλές φορές δεν γεμίζει. Δύο έρευνες που παρήγγειλε ο Μ. Αδάμ στη «Metron Analysis» δείχνουν ότι η κρίση επηρέασε ήδη τη μεσαία τάξη. Τα ακριβά εισιτήρια φεύγουν πια δύσκολα και οι παραγωγοί είναι σκεπτικοί για τις μελλοντικές κινήσεις τους.
- Ενα άλλο στοιχείο που αναδείχθηκε είναι ότι το κοινό δεν εμπλουτίζεται: Οι ίδιοι άνθρωποι μετακινούνται από το Μέγαρο στο «Μπάντμιντον», στο «Παλλάς» ή στο Ηρώδειο, και είναι το πληθυσμιακό τμήμα που ζει στο κέντρο, στα βόρεια και τα νότια προάστια. «Τώρα όσο ποτέ έχουμε ανάγκη τον ελεύθερο, υγιή ανταγωνισμό», υποστηρίζουν άνθρωποι που κινούνται χρόνια στο χώρο. Κι επειδή το άγγιγμα της οικονομικής κρίσης διαπιστώθηκε και στο θέαμα, ανεξαρτήτως εμπορικού ή ποιοτικού προϊόντος, οι εταιρείες επανασχεδιάζουν τα προγράμματά τους λαμβάνοντας υπόψη την ύφεση, χωρίς όμως ν’ απομακρύνονται από την αγορά. Αλλωστε έχει αποδειχτεί ότι και στις χειρότερες περιόδους ο κόσμος δεν έπαψε ποτέ ν’ αναζητά το μαγικό ξόρκι που λέγεται ψυχαγωγία. *