Kρίνεται η τύχη χιλιάδων νέων ηθοποιών

  • Εξετάσεις, σπουδές, εύρεση εργασίας – Τι απαντούν τέσσερις εκπρόσωποι δραματικών σχολών, από Εθνικό, ΚΘΒΕ, Εμπρός και Τέχνης
  • Η κρίση είναι πραγματικότητα. Αλλά οι ηθοποιοί έχουν μάθει να συμβιώνουν με την κρίση, δεκαετίες τώρα. Αυτό λένε οι διευθυντές σπουδών των δραματικών σχολών, που αυτές τις ημέρες κρίνουν την τύχη χιλιάδων νέων στις καθιερωμένες εισαγωγικές εξετάσεις. Για άλλους το μορφωτικό επίπεδο έχει ανεβεί, για άλλους πάλι είναι «κάτω του μετρίου» με εξαιρέσεις, η αθωότητα έχει χαθεί, οι συνθήκες εργασίας του ηθοποιού χαρακτηρίζονται «άθλιες», όσοι έχουν στέρεες γνώσεις, αργά ή γρήγορα, θα βρουν εργασία. Οπως και να ‘χει, αυτό που προκύπτει από τη συζήτηση είναι ότι τα νέα παιδιά επιλέγουν να μην εκτίθενται συναισθηματικά. Oμως οι δραματικές σχολές δεν είναι ριάλιτι, δεν έχουν καμία σχέση με το Fame ούτε οποιοδήποτε ριμέικ του.
  • Στην Ελλάδα, οι δραματικές σχολές πληθαίνουν, άλλες που δίνουν αναγνωρισμένο πτυχίο από το κράτος -κρατικές και ιδιωτικές-, μαζί με τα εργαστήρια που δύσκολα αξιολογούνται… Ο Σεπτέμβριος είναι ο μήνας των εισαγωγικών εξετάσεων. Ευκαιρία να θέσουμε ερωτήματα σε τέσσερις εκπροσώπους δραματικών σχολών, από το Εθνικό Θέατρο, το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος, το Εμπρός και το Τέχνης. Τουλάχιστον σε ένα μοιάζουν να συμφωνούν όλοι: η δουλειά του ηθοποιού μόνο εύκολη δεν είναι…
  • Διαγόρας Χρονόπουλος*
  • Με τη φιλοσοφία του Κάρολου Κουν
  • «Η σχολή του Θεάτρου Τέχνης είχε πάντα ένα βασικό κορμό καθηγητών, που είναι και συνεργάτες των παραστάσεών του. Η ύλη αλλάζει ανάλογα με τις ανάγκες των σπουδαστών και τις νεότερες θεατρικές συνθήκες, αλλά πάντα στη βάση της φιλοσοφίας που διαμόρφωσε ο Κάρολος Κουν.
  • Το επίπεδο των νέων μαθητών εξαρτάται από τις οικογενειακές καταβολές και τη γενικότερη παιδεία. Μοιραία, λοιπόν, παρακολουθεί το επίπεδο της κοινωνίας, με τη διαφορά ότι οι νέοι είναι περισσότερο ανήσυχοι και πολλοί από αυτούς καταφέρνουν να υπερβούν το κατά γενική ομολογία χαμηλό κοινωνικό και εκπαιδευτικό επίπεδο των τελευταίων χρόνων.
  • Η επιλογή των υποψηφίων σπουδαστών γίνεται από την επιτροπή των καθηγητών της σχολής, με προσωπικά, βέβαια, κριτήρια, που δεν είναι πάντοτε σωστά ή αντικειμενικά. Πολλές φορές το άγχος και η αγωνία κρύβουν το ταλέντο και άλλες πάλι φορές η άνεση επικοινωνίας διογκώνει τις πραγματικές δυνατότητες. Οι κριτές, λοιπόν, κρίνονται όταν ο μαθητής αποκαλυφθεί και εξελιχθεί στη διάρκεια των σπουδών του και πολλές φορές ακόμη αργότερα, στη μετέπειτα θεατρική του ζωή.
  • Είναι αλήθεια ότι διαφαίνεται μεγάλη ανεργία των ηθοποιών, κυρίως όμως ως προς τη δουλειά στην τηλεόραση, που η άνθηση των ιδιωτικών μέσων και των σίριαλ έχει παράλογα δημιουργήσει πληθώρα σχολών και νέων ηθοποιών. Στο θέατρο η εργασία εξαρτάται βασικά από την ποιότητα, την επιμονή και τις πραγματικές ικανότητες του ηθοποιού, που, όπως πάντα, δοκιμάζεται σε κάθε παράσταση, σε όλη τη διάρκεια του θεατρικού βίου του. Η δουλειά και η αυστηρότητα της Σχολής εγγυώνται ένα καλό τεχνικό επίπεδο, που βοηθάει στην αρχή της πορείας του νέου ηθοποιού. Η μετέπειτα πορεία εξαρτάται, βέβαια, από τις ευκαιρίες και τις επιλογές του ίδιου του καλλιτέχνη. Ακόμη το καλό όνομα της Σχολής του Θεάτρου Τέχνης εξασφαλίζει τουλάχιστον την προσοχή των ανθρώπων του θεάτρου, όταν πρέπει να αποφασίσουν για συνεργασίες στις ακροάσεις και στη συγκρότηση των θιάσων. Η πλειοψηφία των αποφοίτων μας απασχολείται. Αποφοίτησαν πέρυσι είκοσι. Ποιο το μέλλον; Είναι νωρίς…
  • Ο λόγος που υπήρξαν οι πολλές σχολές ήταν ο ίδιος που οδήγησε την ελληνική κοινωνία στη δημιουργία της οικονομικής φούσκας που ζούμε τώρα: η εσφαλμένη εντύπωση ότι η δουλειά του ηθοποιού είναι πανεύκολη (αφού ένα μοντέλο ή ένας ασπούδαστος μπορεί να κάνει καριέρα) και παράλληλα έχει άμεση αναγνώριση και λεφτά».

* O Δ. Xρονόπουλος είναι διευθυντής σχολής και διευθυντής Σπουδών του Θεάτρου Τέχνης «Κάρολος Κουν».

  • Βίκτωρ Αρδίττης*
  • Οι συνθήκες εργασίας παραμένουν άθλιες
  • «Σε συνθήκες οικονομικής κρίσης και γενικότερων περικοπών, προσπαθούμε να κρατήσουμε ψηλά τον πήχυ. Η Σχολή του Εθνικού Θεάτρου διατηρεί τον πολυφωνικό χαρακτήρα της με σημαντικούς καλλιτέχνες – καθηγητές, πολλά τεχνικά μαθήματα και σημαντική θεατρολογική κατάρτιση, αναγκαία όλα αυτά στην ολόπλευρη διαμόρφωση των νέων ηθοποιών. Το πρόγραμμα των σπουδών παραμένει εντατικό, περίπου 40 ώρες κάθε εβδομάδα και για τα τρία έτη και η φοίτηση είναι πάντα δωρεάν. Δυστυχώς, η Σχολή παραμένει στο κτίριο της οδού Πειραιώς πλάι σε όλα τα προβλήματα του ιστορικού κέντρου.
  • Είναι ολοφάνερο ότι το γενικότερο μορφωτικό επίπεδο έχει ανεβεί. Λίγοι προσέρχονται στις εξετάσεις στα 18 τους, αρκετοί έχουν κάποια πανεπιστημιακή θητεία, όλο και περισσότεροι έρχονται στη Σχολή έχοντας ήδη κάποια εμπειρία της σκηνής. Δεν ξέρω αν μπορεί να μιλήσει κανείς για κάποια αθωότητα που έχει χαθεί, γιατί οι αυταπάτες γι’ αυτό το τόσο ανταγωνιστικό κι αβέβαιο επάγγελμα και η απατηλή γοητεία της λάμψης της σκηνής παραμένουν πάντα εντυπωσιακά ισχυρές.
  • Η ιστορία του θεάτρου είναι γεμάτη ένδοξες αποτυχίες στη Δραματική Σχολή. Ξέρουμε ότι μπορούμε να κάνουμε λάθος, το ζήτημα είναι να διασφαλίσουμε συνθήκες μιας αδέκαστης και ανεπηρέαστης κρίσης των περίπου 600 νέων που προσέρχονται κάθε χρόνο στη Σχολή μας. Η εισαγωγή γίνεται με πολλαπλούς γύρους μπροστά σε επιτροπή πολλών κριτών. Από την περσινή χρονιά αφιερώνουμε χρόνο να γνωρίσουμε καλύτερα τους υποψηφίους με εσωτερικά εργαστήρια στη Σχολή μετά μια πρώτη διαλογή. Οι συνθήκες εργασίας των ηθοποιών παραμένουν στη χώρα μας άθλιες.
  • Το επάγγελμα είναι από τη φύση του ανασφαλές και στην Ελλάδα κακά αμειβόμενο. Αλλά δείτε και την έκρηξη των νεανικών ομάδων που δουλεύουν δίχως ευρώ. Πώς να σταματήσεις την καλλιτεχνική επιθυμία άμα είναι ισχυρή; Από τη Σχολή του Εθνικού αποφοιτούν κάθε χρόνο 15 – 18 νέοι ηθοποιοί. Πιστεύω ότι είναι καλά εκπαιδευμένοι, η αφρόκρεμα της γενιάς τους -όχι, βέβαια, οι μόνοι- και συχνά καταφέρνουν γρήγορα να κάνουν κάποια βήματα στο επάγγελμα».

* O B. Aρδίττης είναι υπεύθυνος Σπουδών στην Ανωτέρα Σχολή Δραματικής Τέχνης του Εθνικού Θεάτρου.

  • Γιάννης Pήγας*
  • Λίγοι μένουν στο χώρο και παλεύουν
  • «Η πάγια αντίληψή μας είναι ότι οι απόφοιτοί μας πρέπει να είναι μάχιμοι καλλιτέχνες της σκηνής. Το επίπεδο των νέων σπουδαστών είναι κάτω του μετρίου – με ελάχιστες εξαιρέσεις. Η Σχολή ξοδεύει πολύ χρόνο για να πείσει και να αναπληρώσει τα κενά. Τα τρία χρόνια σπουδών δεν επαρκούν για μια ολοκληρωμένη εκπαίδευση. Δεν μου αναλογεί να αποδώσω ευθύνες, αλλά σίγουρα εκκρεμεί μια μεγάλη συζήτηση για το επίπεδο σπουδών στη μέση εκπαίδευση. Εμείς, από την περσινή χρονιά, προσθέσαμε δύο μαθήματα στη διδακτέα ύλη, αυτά της Iστορίας του Πολιτισμού και της Φιλοσοφίας.
  • Οι γενιές των ανέργων χωρίς μέλλον είναι αποτέλεσμα ελλιπούς εκπαίδευσης και αποφασιστικότητας. Υπάρχει μια λανθασμένη εντύπωση στις μέρες μας ότι η γνώση είναι νόσος μεταδοτική, κερδίζεται με τα ελάχιστα. Φευ! Η αλήθεια είναι άλλη. Κατακτάται με κόπο και αίμα, κυριολεκτικά. Οι αριθμοί είναι παραπλανητικοί.
  • Ουσιαστικά αποδίδουν την αποτυχία των μεγαλυτέρων να δώσουν στους επόμενους πνευματικό χώρο, κίνητρα για ουσιαστική γνώση, πολιτική σκέψη, ηθικά ερείσματα.
  • Οσον αφορά στη Δραματική Σχολή του Κρατικού, οι φετινοί απόφοιτοι έχουν ήδη απορροφηθεί σε ποσοστό 90%. Είναι λίγοι εκείνοι που πραγματικά εννοούν την απόφασή τους να παραμείνουν στον χώρο και να παλέψουν. Οποιος έχει στέρεες γνώσεις και άριστη εκπαίδευση και δεν πάσχει από λογής λογής ιδεοληψίες θα βρει εργασία. Εστω δύσκολα. Σε στιγμές κρίσης, όπως η τωρινή, η τέχνη λειτουργεί θεραπευτικά και πληκτικά – με την ενεργητική σημασία.
  • Οι τόσες δραματικές σχολές υπάρχουν γιατί το ζήτησαν οι καιροί, η ιδιομορφία της τέχνης μας, η έλλειψη σημείου ή σημείων αναφοράς, η έπαρση, η φιλοδοξία, η ανοησία, η μη εφαρμογή των νόμων και η παρερμηνεία τους, νόμοι «πονηροί» που το επέτρεψαν, η ανικανότητά μας να θαυμάσουμε, η όψιμη ικανότητά μας να αναζητήσουμε άλλους τρόπους έκφρασης και φυσικά η σπέκουλα. Παράπλευρη απώλεια, χιλιάδες νέοι που κυκλοφορούν ανάμεσά μας σαν ζαλισμένα κοτόπουλα, εύκολη λεία για κάθε επιτήδειο».

*O Γ. Pήγας είναι διευθυντής Σπουδών της Δραματικής Σχολής του ΚΘΒΕ.

  • Μπέττυ Νικολέση*
  • Η καταξίωση θέλει χρόνο και υπομονή
  • «Αν δεν υπήρχε ζήτηση, δεν θα υπήρχαν τόσες σχολές. Κρατικές υπάρχουν μόνο δύο και απορροφούν 25 παιδιά κάθε χρόνο, από τα χίλια που δίνουν εξετάσεις. Επειτα εξετάσεις δίνουν και οι σχολές, οι καλές επιζούν και άλλες φυτοζωούν. Τα εργαστήρια συνήθως απορροφούν ανθρώπους που δεν τους ενδιαφέρει η τέχνη του ηθοποιού ως επάγγελμα, που έχουν ήδη μια δουλειά και θέλουν να περάσουν ευχάριστα τον χρόνο τους. Μια σχολή δεν το παρέχει αυτό, μια και η φοίτηση είναι τριετής και υποχρεωτική στις αναγνωρισμένες σχολές και υπάρχει φουλ εβδομαδιαίο πρόγραμμα.
  • Ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζουν τα παιδιά τις σπουδές τους έχει σίγουρα αλλάξει. Σήμερα αποζητούν και τους παρέχονται περισσότερες γνώσεις για το αντικείμενό τους, έχουν όμως πρόβλημα στο να εκτεθούν συναισθηματικά, στο να ξεδιπλώσουν την ψυχή τους και συχνά νομίζουν ότι σημαντικότερο πράγμα είναι η τεχνική και όχι το πάθος… Αυτό που όλοι ευελπιστούμε να πάρουν μαζί τους φεύγοντας, εκτός από γνώσεις και μεθόδους υποκριτικές, είναι η πίστη ότι δεν είναι οι τελευταίοι… τροχοί της αμάξης. Οι νέοι σήμερα έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες από μας τους παλαιότερους, γιατί έχουν καλύτερη εκπαίδευση και τολμούν να εκφράσουν μέσα από την τέχνη τους αυτά που πιστεύουν για τον κόσμο γύρω τους. Από την άλλη η κρίση, δεν είναι κάτι καινούργιο για τους ηθοποιούς, το επάγγελμά μας περνάει κρίση απ’ αρχής θεάτρου… Και εμείς και οι παλαιότεροι δουλέψαμε απλήρωτοι, με ελάχιστα μεροκάματα και ταλαιπωρία. Το ότι κάποιοι κλάδοι ανακάλυψαν σήμερα τι θα πει κρίση δεν νομίζω ότι φοβίζει τους καλλιτέχνες γενικότερα. Είναι καλά εκπαιδευμένοι στις κρίσεις… Τώρα, αν κάποια παιδιά πιστεύουν ότι τελειώνοντας μια σχολή θα γίνουν μέσα σε μια νύχτα σταρ, αυτό είναι άλλη ιστορία.
  • Από τη σχολή μας αποφοιτούν κάθε χρόνο περίπου είκοσι σπουδαστές. Ευτυχώς, σε ποσοστό 70% έχουν απορροφηθεί ήδη στον χώρο. Για το άμισθοι φέρουμε και οι ηθοποιοί την ευθύνη μας. Δεν ξέρουμε να διεκδικούμε -υπάρχουν και εξαιρέσεις- και φοβόμαστε και να πολεμήσουμε γι’ αυτό, μην τυχόν και αποκλεισθούμε, κυρίως από την τηλεόραση που δεν ξεχνάει εύκολα τους επαναστάτες… Το θέατρο, και ειδικά οι νέοι θίασοι και οι νέες ομάδες, είναι αντικειμενικά φτωχό. Δεν έχει για να δώσει, το ίδιο και ο κινηματογράφος φοβάμαι. Στην εποχή μας τα χρήματα για τον πολιτισμό είναι ελάχιστα. Από την άλλη, η καταξίωση θέλει χρόνο, επιμονή και υπομονή, εύκολο δεν ήταν και δεν θα είναι ποτέ!».

*H Mπέττυ Nικολέση είναι διευθύντρια και ιδρυτικό μέλος της Ανώτερης Σχολής Θεάτρου, του θεάτρου Εμπρός.

  • Της Σαντυς Tσαντακη, Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, Kυριακή, 26 Σεπτεμβρίου 2010
Post a comment or leave a trackback: Trackback URL.

Σχολιάστε