Μάθε παιδί μου δράματα

  • Του ΧΡΗΣΤΟΥ ΣΙΑΦΚΟΥ
  • Επτά, Κυριακή 26 Σεπτεμβρίου 2010
  • φωτ.: Π. ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ
  • Η Μικαέλα και η Ανθούλα είναι δυο όμορφα κορίτσια. Ο Ηλίας ένας νέος που γελάει ολόκληρος και τα μάτια του λάμπουν από εξυπνάδα. Και οι τρεις ονειρεύονται να περάσουν στη σχολή του Εθνικού Θεάτρου. Η Μικαέλα θα δώσει δεύτερη φορά, την προγύμνασε μια οικογενειακή φίλη. Η Ανθούλα έκανε φροντιστήριο πριν, αλλά για να πάρει την άδεια των γονιών της, έπρεπε να τελειώσει και κάποια σχολή, με άλλο αντικείμενο.

Από τις εξετάσεις του «Εμπρός»: Η αγωνία της υποψήφιας μπροστά στην επιτροπή.

Από τις εξετάσεις του «Εμπρός»: Η αγωνία της υποψήφιας μπροστά στην επιτροπή.

Ο Ηλίας πάει σε σχολή του εμπορικού ναυτικού αλλά συμμετέχει και σε μια ομάδα stand up comedy. Η Μικαέλα θέλει να γίνει ηθοποιός «για να μπορώ να είμαι και κάποια άλλη. Δεν με φτάνει ο εαυτός μου». Η Ανθούλα βρίσκει «μαγική» τη σκηνή, αλλά δεν την χαλάει και η ιδέα της τηλεόρασης. Οσο για τον Ηλία, στα 21 του, λέει πως η επιβίωση του φρέναρε το όνειρο το οποίο όμως δεν εννοεί να εγκαταλείψει. Στην κουβέντα επεμβαίνει ένας ακόμα υποψήφιος, ο Νίκος. Θα δώσει δεύτερη φορά εξετάσεις. Η ιδιαιτερότητα είναι ότι αυτός επιχορηγεί το όνειρό του. Εργάζεται σε μπαρ αλλά και πάλι ούτε η τσέπη, ούτε και ο εγωισμός του αντέχουν μαθήματα σε ιδιωτική σχολή. «Τα δίδακτρα είναι υπέρογκα», θα πει, «δεν υπάρχει περίπτωση να μπορέσω να τα πληρώσω εγώ ή οι γονείς μου». Και το μέλλον; Αν όλα πάνε καλά; Γελάνε, έχοντας πλήρη συνείδηση πως το όνειρο μπορεί να καταλήξει στην ανεργία.

  • Με άδεια ή χωρίς

Κάποτε υπήρχε η περίφημη άδεια εξασκήσεως επαγγέλματος. Οποια σχολή κι αν τέλειωνες, κρατική ή ιδιωτική, δεν μπορούσες να βγεις στο θέατρο, αν δεν σε περνούσε η αρμόδια επιτροπή. Ο Θανάσης Βέγγος είχε περάσει με τα χίλια ζόρια. Ο Κώστας Βουτσάς το ίδιο, αλλά μόνο για να παίζει σε επιθεωρήσεις. Ο Λάκης Λαζόπουλος υπήρξε τυχερός. Χωρίς να βγάλει κάποια σχολή, βγήκε στο θέατρο, αφού η άδεια είχε στο μεταξύ καταργηθεί.

Τώρα τα πράγματα έχουν γίνει πιο απλά, αλλά την ίδια στιγμή και πιο σύνθετα. Αν αποφασίσει ένας νέος να δώσει στις σχολές των κρατικών θεάτρων (Εθνικό, Βορείου Ελλάδος) θα έχει περί τους 1.200 ανταγωνιστές. Στο φινάλε δεν θα περάσουν πάνω από 16 σε καθεμία. Αν πάλι στραφεί προς τις ιδιωτικές, πρέπει να δώσει πριν εξετάσεις στην Επιτροπή Εισαγωγικών Εξετάσεων του υπουργείου Πολιτισμού. Εφόσον περάσει, δίνει εξετάσεις και στην ιδιωτική σχολή. Εφόσον περάσει και εδώ, μπαίνει στη σχολή, αλλά για να βγει τρία χρόνια μετά, πάλι πρέπει να δώσει εξετάσεις σε μικτή επιτροπή που συμπεριλαμβάνει το ΥΠΠΟ! Εχει βέβαια τη δυνατότητα εκείνος ο οποίος αποτύχει στις αρχικές εξετάσεις του ΥΠΠΟ να δώσει εξετάσεις σε μια ιδιωτική σχολή. Εφόσον περάσει και την τελειώσει, μπορεί να βγει στο θέατρο. Δεν μπορεί όμως να διδάξει στη μέση εκπαίδευση.

Μια ακόμα παράμετρος στο όλο θέμα είναι ότι ανθούν, σε ιδιωτικό επίπεδο, οι προγυμναστές, που κάνουν μαθήματα κατά μόνας ή σε τμήματα. Ενα είδος φροντιστηρίου για να μπεις στη σχολή (περί τα 30 ευρώ η ώρα) στην οποία, εφόσον είναι ιδιωτική, πάλι καλείσαι να πληρώσεις, έως και 450 ευρώ το μήνα. Εξαίρεση στον κανόνα η σχολή του Κρατικού Βορείου Ελλάδος, που φέτος καθιέρωσε μαθήματα προγύμνασης για τους υποψηφίους.

Αφορμή για τα παραπάνω οι εξετάσεις που άρχισαν και συνεχίζονται. Η θεατρική παραπαιδεία και εδώ ανθεί. Ο Νίκος Διαμαντής προΐσταται της Επιτροπής Εξετάσεων του ΥΠΠΟ. Λέει πως κάθε χρόνο τα παιδιά που δίνουν γίνονται περισσότερα. Φέτος είναι γύρω στα 1.300. Θα κοπεί περίπου το 60%. «Προσπαθούμε να ελαχιστοποιήσουμε το ρίσκο», λέει ο Βίκτωρ Αρδίτης, διευθυντής της σχολής του Εθνικού Θεάτρου: «Κι έτσι υπάρχουν διαφορετικά στάδια κρίσης. Μετά μια πρώτη επιλογή καταλήγουμε σε μια ομάδα περίπου 60 παιδιών. Στη συνέχεια κάνουμε ένα είδος τριήμερου εργαστηρίου. Κι ύστερα υπάρχει πάλι ατομική κρίση μπροστά σε επιτροπή για να καταλήξουμε στους 16».

Ο Στέφανος Κυριακίδης, ο οποίος δίδαξε επί 14 χρόνια στη σχολή του Εθνικού, στη συνέχεια στη σχολή Βεάκη για να μεταπηδήσει τα δύο τελευταία χρόνια στη σχολή του Γιώργου Αρμένη, έχει αντίθετη άποψη: «Στο Εθνικό οι εξετάσεις είναι βιαστικές. Λόγω όγκου προς εξέταση, αντί να προσπαθείς να διαβλέψεις τα καλά στοιχεία, κάνεις το αντίθετο. Εγώ έλεγα πάντα στους πρωτοετείς να μην νομίζουν ότι είναι οι καλύτεροι, αλλά απλώς ότι έλαμψαν τη στιγμή των εξετάσεων. Πιστεύω στις σχολές των κρατικών θεάτρων θα έπρεπε να μπαίνουν 60 παιδιά, να δουλεύουν επί δίμηνο και μετά να γίνεται το ξεσκαρτάρισμα. Μόνο έτσι μπορεί να χτυπηθεί και ένα ολόκληρο κύκλωμα, που παίρνει χρήματα για να τα προετοιμάσει».

«Δεν μπορείς ποτέ να είσαι 100% βέβαιος για την επιλογή, ας μην γελιόμαστε», παραδέχεται η Αννα Μακράκη από το Εργαστήρι του «Εμπρός». «Εχω δει παιδιά που ήσαν αδύναμα και έγιναν μετά ξεφτέρια και άλλα με πολλές δυνατότητες που στο τέλος δεν έκαναν τίποτα. Αυτό όμως που κυρίως προσέχεις είναι η ευελιξία, η διαθεσιμότητα, η αγάπη γι’ αυτό που θέλουν να κάνουν, η προσωπικότητα και η σκηνική αντίληψή τους».

Είναι απαραίτητες οι εξετάσεις;

«Σίγουρα αφιερώνουμε ένα δεκάλεπτο σε κάθε υποψήφιο» λέει ο Ν. Διαμαντής. «Οι εξετάσεις διαρκούν περί τον ενάμιση μήνα. Το ενδιαφέρον βέβαια είναι συνολικά το θέμα της θεατρικής εκπαίδευσης στην Ελλάδα που έχει μείνει πίσω στη δεκαετία του ’80 και λειτουργεί πλέον με βάση την αυτοθυσία κάποιων δασκάλων. Θα μπορούσαν να μην υπάρχουν καθόλου εισαγωγικές εξετάσεις, αλλ’ αυτές να γίνονται από την πλευρά του ΥΠΠΟ στο τέλος του πρώτου έτους της σχολής. Ετσι θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί και το φαινόμενο των φροντιστηρίων».

Προγυμναστές υπήρχαν από παλιά. Μερικοί, μάλιστα, δεν μπόρεσαν να κάνουν ως ηθοποιοί καριέρα στο θέατρο, μπόρεσαν όμως να κάνουν καριέρα φροντιστών… Λέει ο Β. Αρδίτης: «Ενα από τα πράγματα που αλλάξαμε στη σχολή είναι ότι δεν είναι υποχρεωτικό να παρουσιάσει ο υποψήφιος κομμάτι αρχαίας τραγωδίας. Ζητάμε ένα κομμάτι κλασικού (που μπορεί να είναι και τραγωδία) κι ένα σύγχρονου θεάτρου. Παρ’ όλα αυτά είναι αρκετοί εκείνοι που παρουσιάζουν τραγωδία που προφανώς κάποιοι τους έχουν διδάξει. Αυτή η προπαρασκευή, το ετοιματζίδικο -όπως στα δείχνει ο δάσκαλος να τα πεις- είναι ό,τι πιο επικίνδυνο. Καμιά τραγωδία στην Επίδαυρο δεν παίζεται πια μ’ αυτό τον τραγικό στόμφο».

Ο Ν. Διαμαντής ισχυρίζεται ότι από τις μεθόδους ερμηνείας μπορεί ν’ αναγνωρίσει και τους δασκάλους, ενώ ο Σ. Κυριακίδης επισημαίνει: «Φυσικά, μπορεί ένα παιδί να προετοιμαστεί μόνο του. Η υποκριτική είναι θέμα σκέψης και ψυχής».

Στο «Εμπρός» όντως υπάρχει ένα τμήμα προγύμνασης, το οποίο ξεκινά ήδη πριν το Πάσχα με μια αμοιβή εγγραφής 150 ευρώ. Μια ιδιαιτερότητα που πρέπει να ληφθεί υπόψη είναι ότι πολλοί από εκείνους που εγγράφονται σε ιδιωτικές σχολές δεν το κάνουν με τελικό στόχο να βγουν στο θέατρο.

«Το επίπεδο των παιδιών που έρχονται να δώσουν εξετάσεις χρόνο με τον χρόνο ανεβαίνει» λέει ο Ν. Διαμαντής. «Εξάλλου υπάρχουν παιδιά που δίνουν εξετάσεις επιδιώκοντας μια αλλαγή στη ζωή τους ή θέλοντας, όχι υποχρεωτικά να γίνουν ηθοποιοί, αλλά να γράψουν ή να εκφραστούν γενικά. Ετσι κατά μία έννοια αποσυνδέονται από το βιοποριστικό μέρος της δουλειάς του ηθοποιού».

  • Πιο πολλά κορίτσια

Η Α. Μακράκη συμφωνεί: «Πολλά από τα παιδιά που έρχονται πια στη σχολή ψάχνουν απλώς για διέξοδο. Ελπίζουν πως θα ψάξουν τον εαυτό τους, θα μάθουν να εκδηλώνονται. Εχουν έρθει 25χρονοι που δεν είχαν ποτέ σχέση, που δεν έχουν ερωτευτεί ποτέ».

Η Α. Φόνσου, που συμμετέχει στην επιτροπή εξετάσεων του ΥΠ.ΠΟ., τα βλέπει διαφορετικά: «Με ενοχλεί ότι πολλοί έχουν πάει σε κάποια άλλη σχολή και αποφασίζουν μετά να βγουν στο θέατρο. Εγώ πιστεύω ότι, αν κάποιος θέλει να γίνει ηθοποιός, δεν εργάζεται σε τράπεζα ή δεν πάει πρώτα σε κάποια σχολή πληροφορικής και μετά στη Δραματική. Ή παπάς παπάς ή ζευγάς ζευγάς».

«Δεν ξέρω αν οι άλλες σπουδές κόβουν τα φτερά λειτουργώντας ως ασφαλιστική δικλίδα», προβληματίζεται ο Β. Αρδίτης. «Από τη μια είναι σαφές πως το γενικότερο μορφωτικό επίπεδο των παιδιών είναι πιο ανεβασμένο, από την άλλη σίγουρα η αποφασιστικότητα είναι μικρότερη. Ομως στο Εθνικό αυτό είναι κάτι που ξεδιαλύνει αμέσως γιατί η φοίτηση είναι εντατική και απαγορεύονται οι απουσίες».

Μια ακόμα ιδιοτυπία αφορά τα ποσοστά μεταξύ αγοριών και κοριτσιών που δίνουν στις δραματικές σχολές. Τα δεύτερα είναι συντριπτικά περισσότερα. Ο Ν. Διαμαντής θεωρεί ότι η αναλογία ανάμεσα σε αγόρια και κορίτσια είναι 1 προς 5, ενώ έχουν υπάρξει χρονιές που ήταν 1 προς 10. Πιστεύει πάντως ότι τα αγόρια συχνά είναι καλύτερα: «Τα κορίτσια είναι πιο μελετηρά, πιο προετοιμασμένα, πιο οργανωμένα. Αλλά τα αγόρια όταν είναι καλά έχουν άλλη τρέλα, άλλη δημιουργικότητα». Παρ’ όλα αυτά υπάρχει και το πρακτικό πρόβλημα: με περισσότερα κορίτσια στις τάξεις των δραματικών σχολών, τα αγόρια αναγκάζονται να δουλεύουν σκληρότερα, προκειμένου να καλύπτουν τις διανομές στη διάρκεια των μαθημάτων.

Κι όταν τελειώσουν τη σχολή; Το πρόβλημα δεν τελειώνει. Αντε να βρεις δουλειά. Κι αν δε βρεις, ή μπάρμαν θα γίνεις, ή σε μια νεανική ομάδα θα καταφύγεις. Και εδώ βέβαια οι γονείς θα κληθούν συχνά να βάλουν το χέρι στην τσέπη, αφού τα έξοδα για την απλούστερη παράσταση δεν είναι λίγα. Τέλος, υπάρχουν και οι τυχεροί: παιδιά ηθοποιών ή άλλων εμπλεκομένων με το χώρο μπορούν να ευνοηθούν, αφού οι προσωπικές γνωριμίες βοηθούν στις εξετάσεις. Ομως, άλλο να μπεις, άλλο να βγεις, κι άλλο εν τέλει να «τα λες».*

Post a comment or leave a trackback: Trackback URL.

Σχολιάστε