- Τέσσερα πρόσωπα, ανάμεσά τους και ο Θεός, σε ένα έργο που αμφισβητεί ακόμη και την πιο βαθιά ριζωμένη πίστη
- Τον πρωτογνωρίσαμε με το «Οξυγόνο», που παρουσιάστηκε πριν χρόνια στο «Αμόρε». Ο ρώσος «ταραχοποιός» ηθοποιός, σκηνοθέτης και δραματουργός Ιβάν Βιριπάεφ επιστρέφει στην ελληνική σκηνή μ’ ένα παράδοξο έργο που συνδυάζει παραδοσιακή δραματουργία, πολιτικό θέατρο, θέατρο-ντοκιμαντέρ, επιστολογραφία, ποιητικό λόγο και αρκετό τραγούδι.
Μαρία Κεχαγιόγλου, Ρεβέκα Τσιλιγκαρίδου, Μαρία Μαγκανάρη και Πέτρος Μάλαμας στο «Γένεσις Νο 2».
- Ηρωες τέσσερα πρόσωπα: ο Θεός, μια βιβλική φιγούρα, ιστορικής ανυπακοής, η γυναίκα του Λωτ, ο ίδιος ο σκηνοθέτης και η νοσηλευόμενη ψυχασθενής Αντονίνα Βελικάνοβα. Το «Γένεσις Νο 2» του Ιβάν Βιριπάεφ παρουσιάζει η αξιόλογη ομάδα «Κανιγκούντα» στη σκηνή Φρυνίχου του Θεάτρου Τέχνης σε μετάφραση-σκηνοθεσία Γιάννη Λεοντάρη. Ο Βιριπάεφ ανήκει στη γενιά εκείνων των σκηνοθετών που πρώτοι αναζήτησαν κείμενα «ανυπάκουα» ως προς το περιεχόμενο, τη δομή, τη φόρμα τους και παραστάσεις προϊόντα ελεύθερων αυτοσχεδιασμών στη διάρκεια των προβών. Ο Βιριπάεφ, αν και χαίρει εκτιμήσεως στη Μόσχα, θεωρείται αμφιλεγόμενος καλλιτέχνης- η επίσημη κριτική τον χτυπά. Εκείνος θεωρεί κερδισμένο τον θεατή όταν φεύγοντας απ’ τις παραστάσεις του οι βεβαιότητές του για τα πράγματα έχουν, έστω και ελαφρώς, κλονιστεί.
Να ορίσουμε ξανά το τραγικό
- Το έργο -τα τελευταία τέσσερα χρόνια παίζεται στη Μόσχα, αλλά και σε τουρνέ στη Β. Αμερική και τον Καναδά- είναι δουλεμένο με λεπτό τρόπο ώστε να συνδυάζει το «θεατρικό» κείμενο της ψυχασθενούς Αντονίνα Βελικάνοβα, αποσπάσματα από την αλληλογραφία της με τον σκηνοθέτη και πολλά δικά του τραγούδια. Ο Βιριπάεφ μάς προτείνει να ξεφορτωθούμε την ενοχή που έφερε η πτώση του Αδάμ. Εκτός από τον Θεό (Μαρία Μαγκανάρη) και τη γυναίκα του Λωτ (Μαρία Κεχαγιόγλου), επί σκηνής βρίσκονται ο «συγγραφέας» (Ρεβέκα Τσιλιγκαρίδου) και ο «σκηνοθέτης» (Πέτρος Μάλαμας). Ο Θεός παρουσιάζεται κυνικός, υβριστής, ανύπαρκτος όπως λέει -έχει σβήσει τον εαυτό του- ενώ η γυναίκα του Λωτ εκφράζει με τη στάση της το αρχέτυπο της ανυπακοής στον Κύριο ο οποίος εκπροσωπεί την ισχύ και την εξουσία.
- Ο υπότιτλος του έργου «Τραγωδία του νοήματος» υπογραμμίζει την ανάγκη του συγγραφέα να ξαναβρούμε με μοντέρνους όρους την έννοια του τραγικού στις μέρες μας. Επίσης, μετέωρο μένει το ερώτημα αν η ψυχασθενής ηρωίδα-συγγραφέας Αντονίνα Βελικάνοβα είναι υπαρκτό πρόσωπο ή αποτελεί επινόηση του σκηνοθέτη. Η ομάδα «Κανιγκούντα» παρακολούθησε το έργο πριν δύο χρόνια στην Αβινιόν σε παράσταση γαλλικής ομάδας που συνεργάζεται μόνιμα με τον Βιριπάεφ. «Εκλεισε» το έργο και ξεκίνησε να δουλεύει το κείμενο έτσι όπως προετοίμαζε και τις προηγούμενες παραστάσεις της. Οι πρόβες δεν οδήγησαν πουθενά και η ομάδα έφυγε για τη Μόσχα αναζητώντας συνάντηση με τον συγγραφέα-σκηνοθέτη.
- «Αναλάβαμε το οικονομικό βάρος ενός μεγάλου ταξιδιού γιατί το θεωρήσαμε αναγκαίο», λέει ο Γ. Λεοντάρης. «Ο Βιριπάεφ μάς συμβούλευσε ν’ απελευθερωθούμε από την αγωνία της αφήγησης και οι ηθοποιοί να νιώσουν ως μουσικοί με όργανο τη φωνή τους. Μας συνέστησε να το διαβάσουμε έτσι όπως την ποίηση κι όχι να το ερμηνεύσουμε με ψυχολογικούς όρους. Επιστρέφοντας δουλέψαμε έτσι».
- Χωρίς αφήγηση και εξέλιξη χαρακτήρων το έργο είναι μεν πολιτικό, όχι όμως με τους κλασικούς όρους πολιτικού θεάτρου. Οι στίχοι είναι επιθεωρησιακού χαρακτήρα, αθυρόστομα αριστοφανικά χορικά που άπτονται της ρωσικής καθημερινότητας. Ενας επώνυμος μεγιστάνας γελοιοποιείται, ενώ η εκπόρνευση των γυναικών αντιμετωπίζεται σχεδόν στην υπαρξιακή της διάσταση. Είναι η περίοδος όπου μετά την κατάρρευση του κομμουνιστικού συστήματος κάθε οικογένεια είχε μια γνωστή ή συγγενή πόρνη, γεγονός που βίωνε ως μεγάλη ντροπή. Στο στόχαστρο βρίσκονται επίσης οι μέθοδοι της ψυχιατρικής που περιθωριοποιούν ό,τι εναντιώνεται στον ορθολογισμό.
Εργασία με τον εαυτό μας
- Τα τέσσερα πρόσωπα εκφέρουν ποιητικό λόγο που ακούγεται σαν μουσική παρτιτούρα. Η επωδός «υπάρχει κάτι ακόμα», ακόμα κι αν ο Θεός είναι νεκρός, ακόμα κι αν τίποτα δεν υπάρχει, εκρήγνυται συνεχώς στο στόμα της γυναίκας του Λωτ. Το χιούμορ δεν λείπει απ’ την παράσταση, καθώς και μια ελαφρότητα, συχνά παιδική. Η Θάλεια Ιστικοπούλου δημιούργησε τη «σκηνή», ένα λευκό τετράγωνο ρινγκ όπου αναμετριούνται Θεός και Βελικάνοβα.
Αλλά πώς αντιδρούν οι θεατές βλέποντας αυτό το παράξενο έργο;
- «Πολλοί ενθουσιάζονται, άλλοι δηλώνουν ότι θέλουν χρόνο να το σκεφτούν, μερικοί δεν καταλαβαίνουν τίποτα κι άλλοι δεν ενδιαφέρονται καθόλου», λέει ο σκηνοθέτης. «Η αλήθεια είναι ότι το έργο κουβαλά μια βραδυφλεγή ενέργεια για τον σκεπτόμενο θεατή. Αλλά γιατί θα πρέπει ν’ απαντήσουμε αμέσως αν μας αρέσει μια παράσταση; Κινδυνεύουμε από τη σίγουρη απάντηση σ’ όλες τις ερωτήσεις. Ο συγγραφέας αρνείται να προσφέρει έτοιμη τροφή και δίνει ρόλο στο θεατή. Πρόκειται για καθημερινό ζητούμενο μιας σοβαρότατης εργασίας με τον εαυτό μας». *